Εφημερίδα Η Αξία
9 Φεβρουαρίου 2013
Η τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά είναι φυσικό και εύλογο να έχει στο επίκεντρό της τα οξυμένα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Η δημοσιονομική εξυγίανση αποτελεί όρο ανάταξης και επιβίωσης. Τα ελλείμματα και το χρέος, που είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, χρειάζονται δραστική αντιμετώπιση. Η υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα καθίσταται εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη. Οι επιδόσεις του οικονομικού επιτελείου στη διαχείριση των μακροοικονομικών ζητημάτων καταγράφονται ως θετικές.
Η απεμπλοκή της πρόσφατης δόσης, σε συνδυασμό με την υποχώρηση του ενδεχομένου εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, έδωσε ανάσα στον τόπο αλλά και στην οικονομία. Η αλλαγή του πολιτικού κλίματος εντός και εκτός Ελλάδας εγγράφεται στα θετικά της συγκυβέρνησης. Την αλλαγή αυτή διαπιστώνουμε και σε όλες τις δημοσκοπήσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας την τελευταία περίοδο.
Ωστόσο η κυβέρνηση, έχοντας εστιάσει στα μείζονα ζητήματα της οικονομίας, εμφανίζεται μονοθεματική. Η πολιτική ατζέντα της φαίνεται να περιλαμβάνει τα δημοσιονομικά μέτρα, τις περικοπές και τη σχεδιαζόμενη νέα φορολογική πολιτική. Η δημόσια εικόνα της διαμορφώνεται και μονοπωλείται από αυτά τα ζητήματα, ενώ καίριες και σημαντικές πλευρές τής κυβερνητικής δραστηριότητας είναι αθέατες.
Ακόμη κι αν επιτελείται έργο, δεν φαίνεται, είναι σαν να μην υπάρχει. Οι ενέργειες που εκδηλώνονται έξω από το κάδρο της οικονομίας περισσότερο μοιάζουν αποσπασματικές και αντιφατικές και πολύ λιγότερο οργανικά κομμάτια μιας γενικότερης και ολοκληρωμένης κυβερνητικής στρατηγικής.
Την εικόνα της μονοθεματικής κυβέρνησης καταγράφουν τα ευρήματα όλων σχεδόν των πολιτικών ερευνών. Η κοινή γνώμη δείχνει να κατανοεί την ανάγκη των δημοσιονομικών μέτρων, επιδεικνύοντας μια στάση αναμονής και προσδοκίας, γι’ αυτό και βαθμολογεί θετικά το οικονομικό επιτελείο. Αυτό που περιμένει να διαπιστώσει είναι ποιες είναι οι πολιτικές της κυβέρνησης απέναντι στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, και τις πολιτικές αυτές δεν τις βλέπει.
Αδυνατώντας η κυβέρνηση να πείσει τους πολίτες ότι διαθέτει ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο, απομειώνει τις προσπάθειες που κάνει στον τομέα της οικονομίας. Αυτοπεριοριζόμενη σε μια πολιτική μονοκαλλιέργειας που αφορά τα δημοσιονομικά, ούτε τη χώρα βοηθά ούτε τον εαυτό της.
Στην πραγματικότητα, σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με έναν σοβαρό κίνδυνο. Να αναπτυχθούν και να εδραιωθούν ισχυρές ενστάσεις για το σύνολο της κυβερνητικής απόδοσης και λειτουργίας, καλλιεργώντας ταυτόχρονα ένα αρνητικό υπόστρωμα για τη χρησιμότητα και την αποτελεσματικότητα της τρικομματικής κυβέρνησης.
Η πολιτική υπεροχή που αυτή εμφανίζει σήμερα είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Οφείλεται στις ελπίδες που έχουν καλλιεργηθεί μετά την ανακοπή της αρνητικής πορείας που ακολουθούσε η χώρα μέχρι το καλοκαίρι του 2012. Επομένως, η διατήρησή της είναι συνυφασμένη με την ικανότητά της να πείσει την πλειονότητα των πολιτών ότι οι πολιτικές της δεν εξαντλούνται μόνο στην αντιμετώπιση των ελλειμμάτων και στη μείωση του χρέους.
Εμμένοντας στη στατική εφαρμογή και μονομέρεια των μνημονιακών πολιτικών, η χώρα μπορεί να επιτύχει τους στόχους για τους οποίους έχει δεσμευτεί απέναντι στους δανειστές της, δεν θα μπορέσει όμως να αποφύγει τον κίνδυνο της ερημοποίησης της κοινωνίας.
Από την άλλη, πυροβολώντας τα μνημόνια, στην πραγματικότητα δεν διασφαλίζεις ευνοϊκότερες συνθήκες για την ανάταξη της οικονομίας. Ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους, οδηγείσαι στα ίδια αδιέξοδα. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητες αναπτυξιακές πολιτικές που θα αντισταθμίζουν τις απώλειες και θα περιορίζουν τις δυσμενείς συνέπειες της ύφεσης.
Η δημοσιονομική εξυγίανση και οι αναπτυξιακές πολιτικές μπορούν να είναι οι δύο όψεις μιας εθνικής στρατηγικής η οποία θα συμπληρώνει αλλά και θα υπερβαίνει τις επιταγές των μνημονίων.
Ωστόσο έχει γίνει φανερό ότι η πολιτική ατροφία που επιδεικνύει η κυβέρνηση καθίσταται ανασταλτικός παράγοντας για μια πολυθεματική ατζέντα. Στην ατροφία οφείλονται οι δυστοκίες, οι αντιφάσεις, οι ατολμίες, ακόμη και η έλλειψη μεταρρυθμιστικής πνοής που χαρακτηρίζει σημαντικούς τομείς της κυβερνητικής δραστηριότητας.
Το υπάρχον κυβερνητικό σχήμα έχει δείξει τα όρια και τις δυνατότητές του. Στην πραγματικότητα, δεν συνιστά την απαραίτητη πολιτική υποδομή προκειμένου να δρομολογηθούν οι αναγκαίες τομές στο κράτος, στη διοίκηση, στην αυτοδιοίκηση. Γι’ αυτό και οι διαρθρωτικές αλλαγές βρίσκονται ακόμη στο επίπεδο των διακηρύξεων, ενώ είναι εμφανής η προσπάθεια κάποιων να τις μεταθέσουν σε βάθος χρόνου, ακόμη και να τις ακυρώσουν.
Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να υπερβεί τον μονοθεματικό της χαρακτήρα αν δεν απεγκλωβιστεί από τη μονομερή ενασχόλησή της με τα δημοσιονομικά, και το σημαντικότερο, αν δεν στηριχθεί σε μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, που δεν υπαγορεύουν την πολιτική τους από τις πολιτικές πελατείες και τα κομματικά συμφέροντα.
Μένοντας στη μονοθεματική της ταυτότητα, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να αυτοευνουχίζεται πολιτικά. Ακολουθώντας πολιτικές μέσου όρου, ισορροπιών και κατευνασμού των αντιδρώντων, θα αναπαράγει τα γνωστά αδιέξοδα και δεν θα μπορέσει να παραγάγει πολιτική αξία.
Συνεπώς, η κυβερνητική ατζέντα θα πρέπει να εμπλουτιστεί και με άλλες πολιτικές που συνδέονται με τους τομείς της ανάπτυξης, της απασχόλησης, καθώς και με τις εκκρεμούσες μεταρρυθμίσεις. Αναδεικνύοντας τα ζητήματα αυτά σε πρώτη προτεραιότητα, η κυβέρνηση των τριών θα μπορέσει να δημιουργήσει το πρόπλασμα για ένα εθνικό σχέδιο που θα ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις, προκειμένου να καταστεί δυνατή η μετάβαση της χώρας στην αποκαλούμενη αντιμνημονιακή εποχή.