Του Γιώργου Πανταγιά
Εκ πρώτης όψεως οι πρόωρες εκλογές, παραφράζοντας το στίχο του Γιώργου Σεφέρη, έγιναν αίνιγμα ανεξιχνίαστο για τις πραγματικές προθέσεις και επιδιώξεις συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Αμφότερες εκτόξευσαν την εκλογολογία στα ύψη. Μάλιστα είχαν επιδοθεί σε μια πρωτοφανή εικοτολογία, ως προς την ημερομηνία που θα στηθούν οι κάλπες.
Η αλήθεια είναι πως πρωταγωνιστικό ρόλο στην καλλιέργεια πρόωρης εκλογικής αναμέτρησης, είχαν υπουργοί και στελέχη του κυβερνώντος κόμματος. Η πρεμούρα τους είναι εξηγήσιμη. Δεν εδράζεται στην ανάγκη διασφάλισης πολιτικής σταθερότητας στη χώρα. Ούτε βρίσκεται σε αρμονία με τη βούληση της κοινής γνώμης, όπως αυτή διατυπώνεται στις δημοσκοπήσεις. Απεναντίας οφείλεται σε ιδιοτελείς σκοπιμότητες.
Ο τρόπος με τον οποίο οι γαλάζιοι εκλογολογούντες, επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν το ευνοϊκό κλίμα για την παράταξή τους, είναι αναμφίβολα ποταπός. Με άλλα λόγια συμπεριφέρθηκαν ως πονηροί πολιτευτές. Ζώντας στο μικρόκοσμό τους, πίστεψαν ότι μπορεί να υφαρπάξουν τη ψήφο των πολιτών. Ζαλισμένοι απ’ την πολιτική τους φιλαρέσκεια και την έπαρση, προέταξαν την προσωπική τους επιβίωση.
Και όλα αυτά σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με πρωτοφανή προβλήματα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, το κύμα της ακρίβειας, καθώς και ο παροξυσμός αναθεωρητικών βλέψεων στη γειτονιά μας, προμηνύουν δυσοίωνες καταστάσεις.
Παρόλα αυτά οι θιασώτες της προσφυγής σε πρόωρες εκλογές αμφισβήτησαν εξαρχής την πρωθυπουργική δέσμευση για εξάντληση της κυβερνητικής θητείας. Κάτι που στη συνέχεια επέτρεψε στον Κυριάκο Μητσοτάκη να θολώσει το μήνυμά του.
Η επίκληση από την πλευρά του, της αποφυγής μιας πολύμηνης προεκλογικής τοξικότητας ήταν εύλογο να ερμηνευθεί ως αμφιταλάντευση. Η χαραμάδα που άφησε με την αμφίσημη τοποθέτησή του, έδειξε να είναι ευάλωτος και ο ίδιος στα εκλογικά σενάρια. Εξ ου και χρειάσθηκε να επανέλθει κόβοντας τα με μαχαίρι. Οι διαβεβαιώσεις του, με τη συνέντευξή του στον Παύλο Τσίμα στο ΣΚΑΙ, πως αναλαμβάνει το ρίσκο οι εκλογές να γίνουν μετά από ένα δύσκολο χειμώνα, συνιστούν πολιτική υπευθυνότητα. Και το σημαντικότερο ενισχύουν περαιτέρω την κυβερνησιμότητά του.
Ουσιαστικά ο Πρωθυπουργός επέλεξε να επενδύσει στη σταθερότητα, μολονότι γνωρίζει ότι με την εξάντληση της τετραετίας ρισκάρει την κυριαρχία του. Η αποκαλούμενη «βόμβα» της απλής αναλογικής με την οποία θα διεξαχθούν οι εκλογές μετά από δέκα περίπου μήνες, είναι σίγουρα ένας αστάθμητος παράγοντας. Μια δύσκολη, για να μη πω δυσεπίλυτη πολιτική άσκηση. Η κατάκτηση της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας, την οποία προσδοκά το κόμμα της ΝΔ, φαίνεται άπιαστος στόχος, με τα σημερινά δεδομένα. Εξίσου προβληματική είναι και η αναζήτηση κυβερνητικού εταίρου για συνεργασία.
Η προσφυγή δε, σε διπλή εκλογική αναμέτρηση θέτει σε σκληρή δοκιμασία το πρώτο κόμμα. Αν και το δίλημμα της διακυβέρνησης είναι υπαρκτό και έντονο, ο εκβιασμός της ψήφου δεν είναι προβλέψιμος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει στη φαρέτρα του δύο ισχυρά όπλα: Το αντι ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα το οποίο παραμένει ακόμη ισχυρό και η κεντρώα πολιτική του ταυτότητα, εξαιτίας της οποίας προσελκύει ψηφοφόρους εκτός των νεοδημοκρατικών κομματικών τειχών. Οι επιδόσεις της κυβέρνησης του προσμετρώνται, αλλά δεν θα έχουν καταλυτικό ρόλο στην τελική επιλογή των εκλογέων.
Από την άλλη τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, επιζητούν επίμονα πρόωρες εκλογές και κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση. Η ακύρωση τους από τον Πρωθυπουργό, μόνο ικανοποίηση και αγαλλίαση τους προσφέρει. Το αίτημα τους δεν είναι μόνο κίβδηλο αλλά και υποκριτικό. Οι κομματικοί παραμορφωτικοί φακοί δεν τους εμποδίζουν να γνωρίζουν τη σκληρή πραγματικότητα. Οι ηγεσίες τους έχουν επίγνωση της δημοσκοπικής και πολιτικής τους απήχησης. Η υπερβολή στο λόγο τους αποσκοπεί στην κεφαλαιοποίηση της αντιπολιτευτικής τους τακτικής. Επιπροσθέτως έρχεται να καλύψει την έλλειψη μιας συγκροτημένης και βιώσιμης ενναλακτικής στρατηγικής πρότασης.
Η περιώνυμη «Προοδευτική Διακυβέρνηση», την οποία έχει κάνει σημαία του ο Αλέξης Τσίπρας, κινείται στα όρια της φαντασίωσης. Τι άλλο μπορεί να σημαίνει η σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, του ΜέΡΑ 25 και του ΚΚΕ. Όπως προκύπτει στην πολιτική ο σουρεαλισμός είναι το ανώτατο στάδιο εξωπραγματικών επινοήσεων. Πάντως πέρα από όλα αυτά η απλή αναλογική την οποία απαίδευτα υιοθέτησε ο πρώην πρωθυπουργός, δεν καλύπτει το στρατηγικό αδιέξοδο του κόμματος του και προσωπικά του ίδιου.
Το ΠΑΣΟΚ μετά την εκλογή της νέας ηγεσίας του, χρειάζεται χρόνο για βρει τα πατήματά του. Η προσαρμογή του στο νέο περιβάλλον είναι σύνθετο και απαιτητικό εγχείρημα. Προϋποθέτει τις κατάλληλες επεξεργασίες του πολιτικού και προγραμματικού του λόγου, πείθοντας ότι είναι ένας αξιόπιστος και σύγχρονος εναλλακτικός πόλος έναντι της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δίνοντας χρόνο στο χρόνο έχει την ευχέρεια να διαχειριστεί καίρια ζητήματα με πρώτο εκείνο της διακυβέρνησης.
Το βέβαιο είναι ότι ο γρίφος της εκλογολογίας δεν είχε μόνο παρενέργειες. Ταυτόχρονα ανέδειξε και τις διαχρονικές παθογένειες της πολιτικής ζωής του τόπου. Σημαντικότερη δε όλων είναι η κοντόφθαλμη αντίληψη. Η πολιτική όραση των περισσοτέρων υπουργών, βουλευτών και κομματικών στελεχών είναι βραχεία. Το βλέμμα τους στρέφεται στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση αμέσως μετά επικύρωση των αποτελεσμάτων της κάλπης. Η βιοεξουσία υποκαθιστά ιδεολογίες και πολιτικά προτάγματα.