Μιχάλης Τσιντσίνης
Η Καθημερινή, 08/05/2021
Τζο, ο επαναστάτης. Τζο, ο πατεντοκτόντος. Η πολιτική αγορά της Αθήνας –η οποία έχει πάντα έτοιμα τα στερεότυπα για να ασκήσει μεταφραστική βία στα ερεθίσματα που της έρχονται απ’ έξω– προσάρμοσε στα κλισέ της και τον Αμερικανό πρόεδρο.
Η αποφασιστικότητα με την οποία ο Μπάιντεν προωθεί μια ατζέντα που αναθεωρεί όλες τις σταθερές της οικονομικής πολιτικής από τον Ρέιγκαν και έπειτα, αρκεί για να τον υιοθετήσουν ως σημείο αναφοράς οι κεντροαριστερές και οι αριστερότερες δυνάμεις.
Δημόσιες επενδύσεις, πράσινη οικονομία, υγεία, πρόνοια, πάταξη των ανισοτήτων, φορολόγηση του πλούτου: Μα, αυτό δεν είναι Αμερική. Αυτό είναι η νέα, υπερατλαντική Σουηδία.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπάιντεν αποδεικνύεται πολύ πιο «προοδευτικός» από ό,τι περίμεναν ακόμη και εκείνοι που τον ψήφισαν. Εκ των υστέρων, δεν φαίνεται παράδοξο. Η ηλικία του 79χρονου προέδρου –του γηραιότερου που εξελέγη για πρώτη φορά στο αξίωμα– εκλαμβανόταν ως τεκμήριο συντηρητισμού. Λάθος. Το γεγονός πως ο Μπάιντεν διάγει –εκτός συγκλονιστικού απροόπτου– τη μοναδική του θητεία στον προεδρικό θώκο, τον καθιστά περισσότερο αδιάφορο για το πολιτικό κόστος. Δεν συνομιλεί με τις σφυγμομετρήσεις. Συνομιλεί με την Ιστορία.
Ο δεύτερος παράγοντας που ευνοεί τον ριζοσπαστισμό του προέδρου είναι ο προκάτοχός του: οι ακρότητες της προηγούμενης περιόδου νομιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό τα άλματα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Για ορισμένους επιφυλακτικούς με τον Μπάιντεν, το εκκρεμές της αμερικανικής Δημοκρατίας κινείται από τον δεξιό στον αριστερό λαϊκισμό. Πρόκειται για σύγκριση που δεν υποτιμά τόσο το προγραμματικό υπόβαθρο του νυν, όσο παρεξηγεί τη φύση του τέως – μετρώντας την, τάχα, σαν να είχε πολιτική κατεύθυνση· σαν να μην ήταν ένας διαρκής ναρκισσιστικός αυτοσχεδιασμός.
Το εγχείρημα του Μπάιντεν συνιστά όντως μια απόπειρα διόρθωσης, όχι μόνο του δόγματος που απέρριπτε τους φόρους ως ληστεία και τα εμπιστευόταν όλα στο σοφό, αόρατο χέρι της αγοράς. Δεν αποκαθιστά μόνο τους καλούς τρόπους στη δημόσια ζωή της χώρας, που διατηρεί ακόμη την εμβέλεια του υποδείγματος για τον δημοκρατικό κόσμο. Ο πρόεδρος έχει αναλάβει να αποδείξει και κάτι ακόμη πιο θεμελιώδες: ότι η δημοκρατία μπορεί να βρίσκει την ισορροπία της και να ξαναδίνει στους πολίτες τα αγαθά που κινδύνευσαν να χάσουν, υποκύπτοντας κάποτε στην παραφορά και στο εμφυλιακό μίσος. Είναι η δυτική δημοκρατία ακόμη το σύστημα που μπορεί να αυτοθεραπεύεται και να εγγυάται την υγεία, την ελευθερία και την ευημερία των υποκειμένων της; Ή μήπως η αναδυόμενη αυταρχική δύναμη καταφέρνει να είναι πιο γρήγορη και πιο αποτελεσματική – παρά την «παράπλευρη» ζημιά στις ελευθερίες;
Το εγχείρημα αυτό δεν είναι αριστερό ή σοσιαλδημοκρατικό. Είναι σκέτα δημοκρατικό.