Μαρία Κατσουνάκη
Η Καθημερινή, 20/05/2018
Τα ολιγόλεπτα βίντεο που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί για να «επικοινωνήσουν» τα μηνύματά τους με μεγαλύτερο αριθμό θεατών – χρηστών των social media, οφείλουν να είναι εύληπτα, περιεκτικά, πρωτότυπα, ευρηματικά. Ή μήπως όχι; Μήπως τελικά το «μέσο» παγιώνεται και το «μήνυμα» θαμπώνει; Η διάσπαση της προσοχής, από τον πολλαπλασιασμό των εικόνων και τις ταχύτητες που αναπτύσσονται με την τεχνολογία, εξαναγκάζει τους επικοινωνιολόγους να κυνηγούν τον εντυπωσιασμό και να αφιερώνουν ώρες σκέψης και προετοιμασίας για λίγα λεπτά διαδικτυακής προβολής και προσοχής. Ή μήπως όχι; Τουλάχιστον αυτό προδίδει το βίντεο του πρωθυπουργού που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα. Θα πείτε: τόσα και τόσα έχει να προσάψει κανείς στην κυβέρνηση, με το βίντεο θα ασχοληθούμε; Εχει, όμως, η εικόνα τη σημασία της, ειδικά όταν η χρήση της δεν σκοπεύει στην ψυχαγωγία και τα συνδηλούμενα δεν είναι αμελητέα: αφορούν τη σκέψη και την αισθητική του πολιτικού προσωπικού της χώρας που κυβερνά.
Ας εστιάσουμε στην εικόνα, λοιπόν: ανέμπνευστη και διεκπεραιωτική. Τετριμμένη και κουρασμένη. Το κόκκινο χαλί του φτωχού, που στρώνεται για να υποδεχθεί τους ισχυρούς του πλανήτη. Είναι φθαρμένο, προσπαθεί, μάταια, να τινάξει τη σκόνη για να αποδώσει τη λάμψη. Ο πρωταγωνιστής νιώθει άβολα στον ρόλο του πρωθυπουργού. Προσπαθεί να αναπληρώσει το έλλειμμα με την αμεσότητα και τη φιλικότητα του προσώπου. Εργάζεται στο πρωθυπουργικό γραφείο μπροστά στον υπολογιστή, κρατάει σημειώσεις, ανεβοκατεβαίνει σκάλες, φωτογραφίζεται με τους επίσημους προσκεκλημένους του. Οι φράσεις που προφέρει ο Αλέξης Τσίπρας εναρμονίζονται με την κοινοτοπία των πλάνων: «Από τον φόβο περνάμε στην κανονικότητα. Από την αμφισβήτηση στον σεβασμό.Τώρα πια μας ακούν, μας αναγνωρίζουν, μας σέβονται. Από τις θυσίες των πολλών περνάμε (…) στο δίκαιο των πολλών και στα δικαιώματα για όλους. Η κοινωνία σηκώνει το κεφάλι και βαδίζει πια σταθερά. Σε μια χώρα κανονική». Δεν έχει διάθεση ο πρωθυπουργός. Αισθάνεσαι την παρουσία του σκηνοθέτη να δίνει οδηγίες για τις ανάσες της φράσης: πού θα κάνει μια μικρή παύση, πού θα υψώσει τον τόνο της φωνής. Μιας φωνής θαμπής, σχεδόν απρόσωπης. Σαν να προφέρει τα λόγια ενός άλλου. Σαν να πρόκειται για τον ντουμπλέρ του πρωταγωνιστή, που υποχρεώθηκε την τελευταία στιγμή να αναλάβει δράση. Το καταληκτικό σύνθημα «ήταν δίκαιο και έγινε πράξη» είναι σαν να ακούγεται από τη μηχανή του χρόνου, ξεθωριασμένο, αποκομμένο από την πραγματικότητα του ίδιου του βίντεο.
Πριν από τέσσερα χρόνια είχε προβληθεί το ντοκιμαντέρ «Στο νήμα» των Αλέξανδρου Παπανικολάου και Εμιλυ Γιαννούκου. Η κάμερα παρακολουθεί από κοντά τον υποψήφιο ηγέτη στην προεκλογική εκστρατεία του 2012.
Σχολιάζαμε τότε (30/03/2014): «Ο κινηματογραφικός Αλέξης Τσίπρας μοιάζει σαν να μη συμμετέχει, ακόμη και όταν εμφανίζεται σε στιγμές χαλάρωσης με τους συνεργάτες του. Νιώθει άβολα; Μπορεί. Είναι όμως “απών”, άδειος από φορτία ακόμη και όταν αφηγείται περιστατικά από την παιδική ηλικία του (“δευτέρα, τρίτη δημοτικού, άνοιγα την εφημερίδα στο πάτωμα και τη διάβαζα”)· δεν φαίνεται να ταλανίζεται από έγνοιες, από την κρισιμότητα των ιστορικών στιγμών, ακόμη και όταν επαναλαμβάνει σε μια προεκλογική ομιλία του το μότο “αναλαμβάνουμε ευθύνη και εγγυόμαστε”». Και αναρωτιόμαστε: «Να είναι σκηνοθετική αβεβαιότητα, αδεξιότητα ή μήπως το κινηματογραφικό αντικείμενο δεν “γράφει” στον φακό;». Οσο για τη γενική αίσθηση: «Η προεκλογική τελετουργία έχει κάτι μηχανικό, που θυμίζει παπαγαλία ασκημένου μαθητή και όχι ενσυναίσθηση υποψήφιου ηγέτη. Περισσότερο παραπέμπει σε ανάληψη εργολαβίας παρά σε εκλογική μάχη».
Από το ντοκιμαντέρ του 2012 στο βίντεο του 2018 έχουν μεσολαβήσει,τυπικά, έξι χρόνια και, ουσιαστικά, μια αιωνιότητα. Ηρθαν τα πάνω κάτω όχι μία αλλά πολλές φορές, κι ακόμη το «ασανσέρ» δεν έχει ρυθμιστεί. Συνεχίζει να αναπτύσσει ταχύτητες ή να επιβραδύνει, με σταθερό σημείο πρόσκρουσης την καταστροφή της χώρας, που άλλοτε μοιάζει να απομακρύνεται κάπως και άλλοτε να πλησιάζει εφιαλτικά. Ο πρωθυπουργός έχει ήδη στο ενεργητικό του αναρίθμητες εμφανίσεις, στον ίδιο ρόλο. Η ερμηνεία του, όμως, δεν βελτιώθηκε, είτε από αδιαφορία είτε από αδυναμία.