Μάνος Ματσαγγάνης
Τα Νέα, 31/05/2019
Έχει μέλλον ο ενδιάμεσος χώρος στην Ελλάδα; Υπό μια έννοια, πάντοτε θα υπάρχει κάποιο κόμμα ανάμεσα στη ΝΔ και στο ΣΥΡΙΖΑ (ή τους επιγόνους τους). Για παράδειγμα, η Ένωση Κεντρώων του κ. Λεβέντη τέτοιο κόμμα είναι. Εάν εννοούμε πολιτικές δυνάμεις με φιλευρωπαϊκό προσανατολισμό, συγκροτημένο λόγο και μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, που φιλοδοξούν να εκφράσουν όσους πολίτες επιθυμούν να ζουν σε ένα κράτος δικαίου με δυναμική οικονομία και κοινωνική ειρήνη, τότε η απάντηση δεν είναι καθόλου προφανής.
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘90, τέτοια δύναμη υπήρξε το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη: χωρίς να χάσει τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους, κατάφερε να εκφράσει τη διάχυτη απαίτηση για «εκσυγχρονισμό». Σήμερα, κάτι παρόμοιο επιχειρεί να κάνει η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη: να κρατήσει τους συντηρητικούς πολίτες που απαιτούν ασφάλεια και προστασία (απαιτήσεις απόλυτα θεμιτές καθ’ εαυτές), και ταυτόχρονα να εκφράσει τα δυναμικά μεσοστρώματα που δεν αναγνωρίζονται στη μιζέρια και στο διχασμό της τελευταίας τετραετίας. Το αν θα τα καταφέρει η ΝΔ θα φανεί τους επόμενους μήνες. Εν τω μεταξύ, το ερώτημα για το μέλλον του ενδιάμεσου χώρου παραμένει.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής έδειξε ότι για να ενισχυθεί η κεντροαριστερά δεν αρκεί να ξεφουσκώσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η εξέλιξη της εκλογικής επιρροής των δύο χώρων χαρακτηρίζεται από ασυμμετρία. Ενώ την περίοδο 2010-2015 η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτήθηκε κυρίως από τη μεγάλη δεξαμενή του ΠΑΣΟΚ, τώρα η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ δεν φέρνει εκλογικά κέρδη στο ΚΙΝΑΛ – το οποίο μάλιστα δεν κατορθώνει να επωφεληθεί ούτε από τη συρρίκνωση του Ποταμιού, που διεκδικούσε τον ίδιο χώρο. Παρά τη δικαιολογημένη ικανοποίηση για την τρίτη θέση, η επίδοση του ΚΙΝΑΛ ήταν μέτρια: το 7,7% είναι λίγο πάνω από το 6,3% της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, αλλά υπολείπεται του 8% της Ελιάς στις αντίξοες ευρωεκλογές του Μαΐου 2014.
Αντίθετα με το Ποτάμι ή την ΔΗΜΑΡ, το ΚΙΝΑΛ απέδειξε ότι μπορεί να υπολογίζει σε ένα σκληρό πυρήνα ψηφοφόρων. Όπως δείχνει το παράδειγμα του ΚΚΕ, αυτό μπορεί να εξασφαλίσει την εκλογική επιβίωσή του – δεν αρκεί όμως για να εμποδίσει την πολιτική περιθωριοποίησή του.
Εν όψει των εκλογών του Ιουλίου, το δίλημμα που αντιμετωπίζει τώρα το ΚΙΝΑΛ είναι πώς θα τοποθετηθεί ανάμεσα στον ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ και στην ανερχόμενη ΝΔ. Έχει δύο επιλογές. Η πρώτη είναι η πεπατημένη: ίσες αποστάσεις, κριτική της κυβέρνησης Τσίπρα, καταδίκη του «νεοφιλελευθερισμού». Με δεδομένη την ανθρωπογεωγραφία του ΚΙΝΑΛ και τον περιορισμένο διαθέσιμο χρόνο, αυτή είναι η πιο πιθανή επιλογή. Είναι πιθανό να αποδειχθεί λαθεμένη: είναι άστοχη πολιτικά (υποτιμά την ευρεία απαίτηση για επιστροφή στην κανονικότητα) και καταστροφική εκλογικά (θα στείλει στην κάλπη της ΝΔ και άλλους πολίτες που χωρίς να είναι «δεξιοί» θεωρούν ζωτικής σημασίας για τη χώρα την αποφασιστική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ).
Η εναλλακτική επιλογή για το ΚΙΝΑΛ είναι να προσχωρήσει στο ρεύμα αλλαγής που έχει διαμορφωθεί, και που είναι πιθανό να δυναμώσει τις επόμενες εβδομάδες. Να εκπροσωπήσει όσους διψούν για καταλλαγή των παθών, επούλωση των πληγών της κρίσης, αποκατάσταση της νομιμότητας. Και να συμβάλει με τις διακριτές του θέσεις στην οικονομική ανόρθωση και την εθνική συμφιλίωση που έχει ανάγκη η χώρα.