Του Γιώργου Πανταγιά
Περνώντας από το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, συναναστράφηκα στην αρχή με τους τροτσκιστές και στη συνέχεια με τους μαοϊκούς. Έτσι είχα την ευκαιρία να συνυπάρξω με πολλούς και αξιόλογους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Ξεχωριστή υπήρξε για μένα, η γνωριμία με τον Μιχάλη Ράπτη, το γνωστό Πάμπλο, επί χρόνια επικεφαλής της 4ης Διεθνούς.
Κατά καιρούς τον συναντούσα επιδιώκοντας πάντα, να πάρω κάτι από τον ανεξάντλητο πλούτο των γνώσεων και των εμπειριών του. Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1996, λίγο μετά την εκλογή του Κώστα Σημίτη στην Πρωθυπουργία της Ελλάδας, ζήτησα να τον δω.
Στη συνομιλία που είχα μαζί του διαπίστωσα, ότι ο Πάμπλο παρακολουθούσε με έντονο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ. Θεωρούσε δε τον Ανδρέα Παπανδρέου, με τον οποίο διατηρούσε επί πολλές δεκαετίες προσωπική επικοινωνία, πολυσήμαντη ηγετική προσωπικότητα μεγάλου βεληνεκούς.
Εν τούτοις τη διαδοχή του από τον Κώστα Σημίτη, την αντιμετώπιζε ως μια φυσιολογική και αναμενόμενη εξέλιξη. Θέλοντας να εμβαθύνω περισσότερο τις εκτιμήσεις του, προσπάθησα να αποκρυπτογραφήσω τις σκέψεις του. Οι απαντήσεις του ήταν σαφείς και καθαρές.
Μου εξέφρασε την πεποίθησή του, ότι η επικράτηση του Κώστα Σημίτη ενσαρκώνει τη μετάβαση στον ορθολογισμό. Υποστήριξε επίσης, ότι ο εκσυγχρονισμός τον οποίο επαγγέλλεται, είναι μια βαθιά ιδεολογική τομή στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Μάλιστα απέδιδε την εκλογή του, στη συστηματική και μεθοδική του προετοιμασία να εκφράσει ένα νέο ρεύμα ιδεών, σε ένα πολιτικό περιβάλλον που τον αντιμετώπιζε με δυσανεξία.
Η μεθοδικότητα του πρώην Πρωθυπουργού είναι πράγματι απαράμιλλη. Τίποτα δεν αφήνει στην τύχη του. Όλα τα σμιλεύει, τα διυλίζει και τα επεξεργάζεται, παραμένοντας πάντα σταθερός στη στοχοπροσήλωσή του.
Θυμάμαι σαν σήμερα την πρώτη μου συνάντηση μαζί του. Τον γνώρισα το 1985, με πρωτοβουλία μου, την εποχή που ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Ήταν η περίοδος του σταθεροποιητικού προγράμματος, το οποίο είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων. Οι διαδηλώσεις συνδικάτων και φορέων ήταν καθημερινό γεγονός. Ακόμη και οι συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ είχαν ανέβει στα κάγκελα. Η εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, δεν ήταν αποδεκτή από όλους. Έβλεπαν το πρόσκαιρο, υποτιμούσαν το μακροπρόθεσμο.
Η προεκλογική υπόσχεση του ΠΑΣΟΚ, λίγους μήνες πριν για καλύτερες μέρες, δεν επιβεβαιωνόταν. Παρόλα αυτά ως μέλος του τομέα διαφώτισης του κόμματος στη Χαριλάου Τρικούπη, πήρα την πρωτοβουλία να τον προσκαλέσω να μιλήσει για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, σε μια ανοικτή εκδήλωση στο ΣΕΦ, στο Νέο Φάληρο.
Η ανταπόκρισή του ήταν άμεση. Ζήτησα να τον επισκεπτώ στο γραφείο του. Η αλήθεια είναι, ότι οι ερωτήσεις του με ξάφνιασαν. Ιδιαίτερη εντύπωση μου προκάλεσε, ότι σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας κρατούσε σημειώσεις σε ένα μπλοκ. Ήθελε να μάθει, ποιες ήταν οι αντιδράσεις του κόσμου του Πειραιά για την πολιτική που εκείνος πρέσβευε. Ρωτούσε για τις ενστάσεις των συνδικάτων και των επιμελητηρίων. Καθώς και για τη στάση των οργανωμένων μελών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ.
Αν κάτι μου έμεινε από αυτή την πρώτη μας συνάντηση, ήταν η επιμονή του να γνωρίσει σε βάθος τις αντιδράσεις για το σταθεροποιητικό πρόγραμμα, η προσήλωσή του στη λεπτομέρεια. Και κυρίως ότι τίποτα δεν άφηνε να περάσει απαρατήρητο. Απεναντίας όλα φρόντιζε να βρίσκουν τη θέση τους, στην ατζέντα που είχε μπροστά του. Τότε για να είμαι ειλικρινής, θεώρησα ως υπερβολικό και σχολαστικό τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τα όσα συζητήσαμε.
Έπειτα από κάποια χρόνια που είχα την τύχη να συνεργάζομαι μαζί του σε καθημερινή βάση, διαπίστωσα ότι ο Κώστας Σημίτης είναι ένας σπάνιος άνθρωπος που ξεχωρίζει για τη συστηματική αλλά και σκληρή του δουλειά, την ιεράρχηση στόχων και επιδιώξεων, την οργάνωση και το σχεδιασμό των παρεμβάσεων του. Και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό, είναι η αποστροφή του στο βερμπαλισμό, στην επιπολαιότητα, στην ελαφρότητα και στις υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.
Η σχέση του με την πολιτική είναι βιωματική. Ο πατέρας του ήταν υπουργός στην κυβέρνηση του βουνού, η μητέρα του επικεφαλής οργάνωσης γυναικών πριν τον πόλεμο και στη διάρκεια της κατοχής. Ο ίδιος στην περίοδο της επτάχρονης δικτατορίας, μαζί με τον αείμνηστο Σάκη Καράγιωργα τοποθετούσαν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, σε στόχους που παρέπεμπαν στους στυλοβάτες της χούντας. Μετά τη μεταπολίτευση υπήρξε συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ. Από την πρώτη στιγμή καταγράφτηκε ως εκφραστής των σοσιαλδημοκρατικών αρχών και αξιών. Διαμόρφωσε μια δική του διακριτή πολιτική ταυτότητα, ανοίγοντας συζητήσεις για τη στρατηγική του κόμματος.
Κατά την οκτάχρονη πρωθυπουργία του, ο Κώστας Σημίτης έθεσε και πέτυχε συγκεκριμένους στόχους. Με τη μεθοδικότητα που τον διακρίνει, έκανε πράξη τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ, την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την πραγματοποίηση μεγάλων έργων και υποδομών, τη διασφάλιση υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και την επιτυχή διοργάνωση του εγχειρήματος των Ολυμπιακών Αγώνων.
Το μοντέλο διακυβέρνησης το οποίο εφάρμοσε, στηριζόταν στη συλλογικότητα, στη σύνθεση και στην κατάλληλη μέθοδο. Ενσάρκωνε πολιτικές που βρίσκονταν στον αντίποδα του μεσσιανισμού, του λαϊκισμού, του εθνικισμού και της θρησκοληψίας. Η πολιτική για τον Κώστα Σημίτη, δεν είναι η αναγωγή της αμηχανίας και της αδυναμίας επί του συγκεκριμένου, σε φυγή, σε νεφελώματα και ανέξοδη υποσχεσιολογία.
Απεναντίας χωρίς να χάνει την οραματική της στόχευση και την κοινωνική ευαισθησία, είναι ένα «τεχνικό δελτίο έργου». Με άλλα λόγια σε αυτό καταγράφεται το συγκεκριμένο έργο, η αξία και η σημασία του για τη ζωή των ανθρώπων, ο προϋπολογισμός του, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του, η απόδοση και ο έλεγχος. Σε τελική ανάλυση, η πολιτική είναι χρήσιμη όχι για το «τι θα πούμε» αλλά για το «τι θα κάνουμε».
Ο πρώην Πρωθυπουργός ακολουθώντας πιστά αυτή την προσέγγιση, κατέγραφε βήμα-βήμα στο περιώνυμο πλέον, μπλοκάκι του όλες τις αναγκαίες κινήσεις και ενέργειες του, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι τους οποίους προηγουμένως είχε επεξεργασθεί με ιδιαίτερη επιμέλεια. Διαρκώς κατέφευγε σε εκείνο. Ήταν ο αχώριστος προσωπικός του σύμβουλος. Δεν σημείωνε μόνο τις σκέψεις και τις επιδιώξεις του, αλλά τις απόψεις των συνομιλητών του. Αν διάβαζε κάπου κάποια ενδιαφέρουσα πρόταση, εκεί θα την μετέφερε. Είτε υιοθετώντας την, είτε βάζοντας δίπλα της ερωτηματικό για διερεύνηση.
Το μπλοκάκι του Κώστα Σημίτη έχοντας το δίπλα του, στο σπίτι του στην Αναγνωστοπούλου ή στους Αγίους Θεοδώρους, γέμιζε με σημειώσεις του, στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου. Τη Δευτέρα το πρωί μόλις πήγαινε στο γραφείο του στο Μαξίμου, η πρώτη του δουλειά ήταν να κάνει έναν τηλεφωνικό γύρο σε υπουργούς και συνεργάτες του, για να ελέγξει την υλοποίηση των όσων ο ίδιος τους είχε αναθέσει το προηγούμενο διάστημα. Μάλιστα στο μπλοκάκι κατέφευγε και σε όλες τις συναντήσεις που είχε, καθώς και στις συνεδριάσεις που συγκαλούσε υπό την προεδρία του.
Κατά την πρώτη επίσημη επίσκεψη στο Λευκό Οίκο την άνοιξη του 1996, λίγους μήνες μετά την εκλογή του στην πρωθυπουργία, δύο πράγματα εντυπωσίασαν τον Μπιλ Κλίντον όπως μάθαμε στη συνέχεια. Το πρώτο ήταν, ότι ο Κώστας Σημίτης δεν υιοθετούσε εύκολα και άκριτα τις σκέψεις και τις θέσεις που του κατέθετε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, στη διάρκεια της συνομιλίας τους στο Οβάλ γραφείο, αλλά ζητούσε περαιτέρω διευκρινήσεις και εξηγήσεις. Το δεύτερο ήταν το εμβληματικό του μπλοκάκι. Ο Μπιλ Κλίντον, βλέποντας τον Έλληνα Πρωθυπουργό να καταφεύγει συχνά σ’ αυτό κρατώντας σημειώσεις, είπε στους συνεργάτες του, ότι δεν άφηνε τίποτα να πέσει κάτω.
Το μπλοκάκι είχε την τιμητική του και σε άλλες περιπτώσεις. Στις εβδομαδιαίες συσκέψεις για τους Ολυμπιακούς Αγώνες που γίνονταν κάθε Πέμπτη στο Μαξίμου, συμμετείχαν οι εμπλεκόμενοι υπουργοί καθώς και οι επικεφαλής του 2004. Οι συναντήσεις κρατούσαν πολλές ώρες. Οι συζητήσεις ήταν εξαντλητικές. Ο Κώστας Σημίτης απηύθυνε ερωτήσεις στους συμμετέχοντες, θέλοντας να γνωρίζει την εξέλιξη των έργων και την προετοιμασία της διοργάνωσης, έχοντας το βλέμμα του στραμμένο στο μπλοκάκι.
Κάποια μέρα δεν άντεξα και στον λεγόμενο πρωινό καφέ, έθεσα το ερώτημα μήπως είναι υπερβολή ο Πρωθυπουργός να ρωτάει τους αρμόδιους υπουργούς του για το πότε τα κινέζικα καθίσματα που έχουν φτάσει στο τελωνείο Πειραιά, θα μεταφερθούν στο Σπίτι της Άρσης Βαρών στη Νίκαια. Η απάντηση που πήρα ήταν αποστομωτική: Γιώργο αν δεν κάνω αυτή τη δουλειά οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν θα πραγματοποιηθούν. Η αλήθεια είναι ότι είχε απόλυτο δίκιο.
Η πολιτική δεν είναι περίπατος στο πάρκο, αν θέλουμε να έχουμε απτά αποτελέσματα. Πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη και απαιτητική άσκηση. Προϋποθέτει συγκεκριμένο σχέδιο, σωστή μέθοδο και κατάλληλη ηγεσία. Το μπλοκάκι του Κώστα Σημίτη μπορεί να ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τους υπουργούς και τους συνεργάτες του, αποτέλεσε όμως το κατάλληλο εργαλείο για ένα αποτελεσματικό μοντέλο διακυβέρνησης. Πάντως τη μεθοδικότητα του πρώην Πρωθυπουργού, απεικόνιζε με τον καλύτερο τρόπο το πολυσυζητημένο μπλοκάκι του.