Εφημερίδα Η Αξία
23 Φεβρουαρίου 2013
Την τελευταία περίοδο πολύς λόγος γίνεται για την Κεντροαριστερά. Ωστόσο, υπάρχει έντονη ασάφεια και αμφισημία για την ταυτότητά της. Τη σύγχυση αυτή επέτειναν οι αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Η κατάρρευση και η αποσύνθεση του ΠΑΣΟΚ, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ και την ανάδειξη της νεότευκτης ΔΗΜΑΡ, διαμορφώνουν νέα δεδομένα στον αποκαλούμενο αριστερό και κεντροαριστερό χώρο.
Οι παλιοί παγιωμένοι συσχετισμοί ανατράπηκαν άρδην, χωρίς ωστόσο να έχουν αποκρυσταλλωθεί τα χαρακτηριστικά της πολιτικής περιόδου που διανύουμε. Άλλωστε, η περίοδος αυτή είναι μεταβατική, γι’ αυτό και η οποιαδήποτε πρόβλεψη ή εκτίμηση είναι πολύ πρόωρη.
Το κομματικό σύστημα αντιμετωπίζει και αυτό τα δικά του προβλήματα μετά την κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας. Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ πιο έντονα για τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα εξουσίας –ΠΑΣΟΚ, ΝΔ-, τα οποία είχαν και την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας μετά τη μεταπολίτευση. Ως εκ τούτου, δεν είναι μόνο η Κεντροαριστερά, αλλά και η Κεντροδεξιά που βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή κρίση στρατηγικής και προσανατολισμού.
Μετά τα όσα μεσολάβησαν στον τόπο, το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων είναι αναγκασμένο να επανεξετάσει καίριες πλευρές της φυσιογνωμίας και της ταυτότητάς του. Το νέο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε δεν θυμίζει σε τίποτα το χθες.
Η πλειονότητα των πολιτών, όπως δείχνουν όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης, εκφράζει έντονες ενστάσεις για τις προτεινόμενες πολιτικές. Πιστεύει ότι το υπάρχον κομματικό σύστημα υπολείπεται των σημερινών αναγκών και απαιτήσεων. Γι’ αυτό και βλέπουμε τις προτιμήσεις προς όλα τα κόμματα να κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Το ίδιο χαμηλά βρίσκονται και οι συσπειρώσεις που καταγράφουν τα πολιτικά σχήματα που κινούνται στο αριστερό και κεντροαριστερό τόξο.
Αναμφίβολα, το ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο πρόβλημα, αφού μετά τις εκλογές η αποσυσπείρωση των ψηφοφόρων του είναι πιο έντονη. Η αλλαγή αρχηγού δεν ήταν επαρκής προϋπόθεση προκειμένου το άλλοτε κραταιό κόμμα να απεξαρτηθεί από τις σημαντικές ευθύνες που φέρει για την κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας.
Η άρνηση της νέας ηγεσίας να προχωρήσει σε μια ουσιαστική αποτίμηση της πρόσφατης κυβερνητικής του θητείας όχι μόνο στέκεται τροχοπέδη για την ανάκαμψή του, αλλά απομειώνει και τις δυνατότητές του για μια πραγματική ανατοποθέτησή του στη νέα πολιτική πραγματικότητα.
Οκτώ μήνες μετά το πολιτικό και εκλογικό ναυάγιο που υπέστη, το ΠΑΣΟΚ δείχνει να βαδίζει στα τυφλά. Αντί να επεξεργάζεται μια νέα στρατηγική για την επόμενη μέρα της Ελλάδας, έχει παγιδευτεί στο μικρόκοσμό του και σε μια πρωτοφανή εσωστρέφεια. Φαίνεται να ξεχνά ότι το διακύβευμα είναι η επιβίωση και ανάκαμψη της χώρας και όχι η συντήρηση του υπάρχοντος κομματικού μηχανισμού.
Παράλληλα, αν και προσφέρει πολιτική στήριξη στην κυβέρνηση, αδυνατεί να έχει τη δική του συμβολή και συνδρομή στις προσπάθειες ανάταξης της οικονομίας. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται τη σχέση του με αυτή το καθιστά ευάλωτο στην κριτική και στις επικρίσεις. Μάλιστα, το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται πως θα διχάσει και το κομματικό ακροατήριο του επικείμενου συνεδρίου του.
Δεν είναι τυχαίο ότι εν όψει του συνεδρίου απουσιάζει παντελώς ο πολιτικός διάλογος για τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Το ίδιο απούσα είναι και μια ουσιαστική και γόνιμη συζήτηση για το πολιτικό του στίγμα και τη φυσιογνωμία του. Κατακερματισμένο και λεηλατημένο, αδυνατεί να έχει τη δική του διακριτή ταυτότητα. Τη συρρίκνωσή του δεν την αντιμετωπίζει με πολιτικούς όρους, αλλά με τακτικές και επικοινωνιακές κινήσεις.
Το πρόβλημα αυτό ανέδειξε η δημόσια πρόσκληση του Ευάγγελου Βενιζέλου προς τον Φώτη Κουβέλη, με την οποία έθετε το ζήτημα του διαλόγου για την Κεντροαριστερά. Η διαχείριση του ζητήματος αυτού δεν δείχνει μόνο έλλειψη στρατηγικής, αλλά και απουσία στοιχειώδους αυτογνωσίας. Η σύνδεση του συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ με τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία του ήταν τουλάχιστον άστοχη. Άλλωστε, η πρότασή του για την Κεντροαριστερά στερείται πολιτικού περιεχομένου. Γι’ αυτό και αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα ότι μοναδική του πρόθεση είναι να μετατρέψει τη ΔΗΜΑΡ σε συνιστώσα του ΠΑΣΟΚ.
Ο κατακερματισμός της άλλοτε ισχυρής και πολυδύναμης Κεντροαριστεράς δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με λογικές συγκόλλησης και συνύπαρξης διαφορετικών πολιτικών σχηματισμών. Χρειάζεται μια στρατηγική επαναθεμελίωσής της που θα υπερβαίνει τα στενά όρια μιας πολιτικής συμπόρευσης του ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ. Η ώσμωση των δύο αυτών χώρων αντικειμενικά είναι δύσκολη για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.
Στην πραγματικότητα, είναι ένα αταίριαστο ζευγάρι με έντονες τις προγραμματικές πολιτικές και ιδεολογικές αποχρώσεις. Χωρίς τις απαραίτητες υπερβάσεις και οριοθετήσεις, το μόνο που θα καταφέρουν είναι να δημιουργήσουν ένα πολιτικό χυλό, επιτείνοντας περαιτέρω τη σύγχυση αλλά και το κενό πολιτικής εκπροσώπησης για τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς.