Γιάννης Κ. Πρετεντέρης
Το Βήμα, 02/09/2018
Η τελευταία πράξη του δράματος μάλλον δεν ενθουσίασε ούτε το πιο πιστό κοινό του.
Λογικό. Με τον ανασχηματισμό ο Πρωθυπουργός έκανε ό,τι μπορούσε αλλά είναι αλήθεια ότι στην παρούσα συγκυρία δεν μπορούσε να κάνει πολλά.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν απέναντι σε ένα ισχυρό και αποφασισμένο «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» έφτιαξε ένα «αντι-μέτωπο ΣΥΡΙΖΑ» με ό,τι πρόχειρα υλικά τού έπεσαν στο χέρι.
Φτωχά πράγματα.
Ουσιαστικά μάζεψε όποιο σούργελο ή τυχοδιώκτη είναι (ακόμη) διατεθειμένος να τον ακολουθήσει με μοναδικό συνεκτικό ιστό του συνεταιρισμού τη ματαιοδοξία, τον αμοραλισμό ή και τα δύο.
Στον Πρωθυπουργό πάντως, και πέρα από το πείσμα του να παλέψει μέχρι τέλους με ένα προδιαγεγραμμένο τέλος, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε δύο πράγματα.
Αφενός ότι έχει κατανοήσει πως στην πολιτική ο αμοραλισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο όχι μόνο των αδιστάκτων αλλά και των αποτυχημένων.
Αφετέρου ότι ψάρεψε στα αζήτητα των κομμάτων όχι από επιλογή αλλά από ανάγκη. Πού αλλού θα μπορούσε να βρει τέτοιες ώρες πρόθυμους συνοδοιπόρους;
Λογικά λοιπόν απευθύνθηκε στους μόνους διαθέσιμους.
Από τη μια πλευρά, σε ξεχασμένους ναυαγούς της παπανδρεϊκής περιόδου 2010-2012 που ξέρουν ότι δεν έχουν σε άλλον ήλιο μοίρα (Μαριλίζα, Μπόλαρης, Ραγκούσης, Τζάκρη κ.λπ.). Αφού πέρασαν με τόση ευκολία από τον Τσοχατζόπουλο στον Γιώργο, δεν αντιμετωπίζουν κανέναν ηθικό ενδοιασμό να καταλήξουν στον Τσίπρα.
Από την άλλη, σε όσους επέζησαν στην Κεντροδεξιά από την «παράγκα» του 2015 (Παπακώστα, Αντώναρος, Μίχαλος κ.λπ.). Αφού απέτυχαν να προσδέσουν τη ΝΔ στο άρμα της κυβέρνησης στο όνομα της «εθνικής συνεννόησης», αναγκάζονται τώρα να προστρέξουν στην κυβέρνηση μήπως και σωθούν από τη ΝΔ.
Υποθέτω ότι ο Τσίπρας δεν είναι αφελής. Ξέρει ότι μιλάμε για ανύπαρκτα πολιτικά μεγέθη. Ότι δεν μπορεί να διεμβολίσει το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα» με ανυπόληπτους σουρταφέρτες, ούτε να σπάσει την πολιτική απομόνωση με φιγούρες από τα «Παρατράγουδα».
Υποθέτω ότι και ο ίδιος θα γελάει μέσα του όταν ακούει διάφορους (-ες) πρόθυμους να συντρέξουν την κυβέρνησή του επικαλούμενοι τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ή το «προοδευτικό ΠαΣοΚ»!
Ενδεχομένως να αναρωτιέται αν έχει να κάνει με βολικούς ηλίθιους ή με ασυνείδητους τυχοδιώκτες.
Από την άλλη πλευρά όμως, δεν ξέρω αν διαθέτει την ψυχραιμία ή την ωριμότητα να καταλάβει ότι στην πολιτική η διαχείριση της ήττας είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντική με τη διαχείριση μιας νίκης.
Και κυρίως αν έχει την ψυχολογική ετοιμότητα να διαχειριστεί την ήττα. Οι τελευταίες κινήσεις του δεν δείχνουν κάτι τέτοιο.
Διότι πέρα από μια καταφανή έλλειψη στρατηγικής, ο Πρωθυπουργός επιδεικνύει πλέον και μια ατελή αίσθηση των πραγμάτων.
Φάνηκε εντυπωσιακά με τη φωτιά στο Μάτι, όπου είναι προφανές ότι τα είχε χαμένα και δυσκολεύτηκε πολύ να ξαναπιάσει το νήμα – αν το ξανάπιασε ποτέ…
Φαίνεται τώρα στον ανασχηματισμό. Αναρωτιέμαι, για παράδειγμα, ποιος λογικός άνθρωπος μπορεί να πιστεύει ότι η Μαριλίζα και η Παπακώστα έχουν την παραμικρή σημασία για την ελληνική κοινωνία ή ότι μπορούν να προκαλέσουν κάτι περισσότερο από καλαμπούρια στη βραδινή παρέα.
Διότι η άλλη εξήγηση είναι απλώς ότι ο Πρωθυπουργός έχει αποφασίσει να μετατρέψει την απόγνωση σε απελπισία. Κάτι για το οποίο ενδεχομένως μας προϊδεάζει η μετακίνηση ενός συνηγόρου των «Πυρήνων της Φωτιάς» (και έως τώρα σκοτεινού παράγοντα της κυβέρνησης) στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Και ότι επέλεξε με όσους πρόθυμους κατάφερε να μαζέψει δεξιά κι αριστερά να ζήσει μέχρι τέλους και να πεθάνει.
Αυτό φυσικά δεν θα αλλάξει το τέλος του δράματος. Θα αλλάξει όμως το κόστος του δράματος.
Και για τη χώρα. Αλλά και για τον ίδιο.
Τώρα κατάλαβαν;
Οσοι υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό αλλά και επιπολαιότητα τη συμφωνία με τα Σκόπια θα πρέπει να το ξανασκεφθούν.
Μετά τις δηλώσεις Ζάεφ και Ντιμιτρόφ προκύπτει ότι η ελληνική κυβέρνηση άλλα λέει ότι συμφώνησε και η άλλη πλευρά άλλα θεωρεί ότι έχουν συμβεί.
Στο επίπεδο της ταυτότητας η επικράτηση των Σκοπίων είναι απόλυτη. Στο επίπεδο της ονομασίας φάνηκε ότι αποδέχθηκαν μια σύνθετη ονομασία με τη βεβαιότητα ότι τελικά θα επικρατήσει η ταυτότητα.
Γιατί μια χώρα «Μακεδόνων» που μιλούν «μακεδονικά» να αποκαλείται «Βόρεια Μακεδονία»; Για προσχηματικούς λόγους που θα εκλείψουν σε βάθος χρόνου – όπως υπονόησε ο Ντιμιτρόφ…
Απλό ερώτημα: Οι δικοί μας κατάλαβαν τι συνέβη ή δεν τους ένοιαζε τι θα συμβεί;