Ηλίας Κανέλλης
Τα Νέα, 09/11/2020
Με την παρέμβασή του στα «ΝΕΑ» του Σαββάτου, ο Κώστας Σημίτης δεν είπε κάτι καινούργιο. Δεν είναι ο πρώτος που επισημαίνει ότι η αντιπολίτευση δεν δουλεύει. Δεν είναι ο πρώτος που επισημαίνει ότι, στην ένταση της πανδημίας, η αντιπολίτευση «θα έπρεπε να βοηθήσει σε μια πληρέστερη εικόνα της αντιμετώπισης των προβλημάτων, αντί να επιβεβαιώνει κάθε φορά μια γνωστή αντιπαλότητα, χωρίς να αναδεικνύει το ουσιαστικό περιεχόμενο των διαφορών».
Το λένε με κάθε τρόπο διάφοροι άνθρωποι. Σχεδόν εκλιπαρούν την αντιπολίτευση να αναλάβει τον ρόλο της. Να ελέγξει ουσιαστικά την κυβέρνηση. Να της υποδείξει άλλες πολιτικές, να επικρίνει πιθανές πολιτικές που δεν αποδίδουν, να συμβάλει στην αρτίωση του πολιτικού συστήματος. Τι κάνει αντ’ αυτού; Εχει το δάχτυλο σηκωμένο, βγάζει ηθικολογικά κηρύγματα, οργανώνει τσακωμούς στα κοινωνικά δίκτυα και περιμένει καμιά αναμπουμπούλα για να κατεβάσει διαμαρτυρόμενους στους δρόμους, ελπίζοντας ότι τα πράγματα θα ξεφύγουν και θα γίνει επανάσταση. Αστεία πράγματα.
Και κάθε τόσο ο Αλέξης Τσίπρας, σε πομπώδεις συνεντεύξεις Τύπου, επαναλαμβάνει ξανά και ξανά τις ξαναζεσταμένες ηθικολογίες, περιμένοντας ότι η δυσαρέσκεια στο μεταξύ θα έχει μεγαλώσει και θα δει ψηφοφόρους να μετακινούνται προς το αφήγημά του, το οποίο όμως δεν υπάρχει – δεν μπορεί να είναι πολιτικό αφήγημα το οργισμένο ύφος, η γκρίνια και η απαξίωση όσων συμβαίνουν, ούτε μπορεί να μονολογεί κανείς με «επιχειρήματα» τα οποία ήδη έχουν καταρριφθεί.
Η αντιπολίτευση έχει πρόβλημα και αποδεικνύεται αν δει κανείς πού βρίσκονται σήμερα οι πιο πρόσφατες αντιπολιτευτικές καμπάνιες της. Την περασμένη εβδομάδα έγινε φοβερός χαμός δήθεν για την τσιμεντοποίηση της Ακρόπολης, καμπάνια που κατέρρευσε μέσα στη χλεύη. Επίσης, ο πρόεδρος Αλέξης Τσίπρας ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη για να επικρίνει την κυβέρνηση επειδή, κατά την άποψή του, εξαιτίας της καθυστέρησε το περίφημο μετρό της πόλης, για να πάρει συντριπτικές απαντήσεις. Τέλος, η συνέντευξη του Τσίπρα για τα μέσα συγκοινωνίας δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, επειδή όλοι θυμήθηκαν πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εργαστεί για την κατάρρευσή τους.
Ο Σημίτης παρατήρησε ότι «όσον αφορά την επιδημία και το lockdown, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν παρουσίασαν ένα δικό τους σχέδιο με βάση διεθνή δεδομένα. Δεν εξήγησαν από την αρχή της πανδημίας ποια πολιτική θα έπρεπε να ακολουθηθεί με βάση τα επιστημονικά δεδομένα και τις υπάρχουσες εμπειρίες. Απλώς παρακολουθούν και αρνούνται». Είναι εύλογο όποιος προσεγγίζει ορθολογικά τις εξελίξεις να επιδιώκει επεξεργασμένες προτάσεις και κριτική που θα στηρίζεται σε δεδομένα και όχι στα απωθημένα λόγω της απώλειας των ωφελημάτων της εξουσίας. Ο Τσίπρας είναι πολλαπλά εγκλωβισμένος: ο αντισυστημισμός τον οποίο γνωρίζει δεν μπορεί να συναντήσει κανέναν (οι αντισυστημικοί του κορωνοϊού και της οικονομικής κρίσης ψάχνουν αλλού να εκφραστούν), ενώ ο ίδιος και το κόμμα του δεν ξέρουν πώς να ασκήσουν τον θεσμικό ρόλο τους.
Αλλά ο Σημίτης δεν στόχευε μόνο την αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Η Φώφη Γεννηματά και το ΚΙΝΑΛ αδυνατούν, εξίσου, να κάνουν άλλη αντιπολίτευση από την αντιπολίτευση των κραυγών. Η έκκληση του Σημίτη αφορούσε και τον πολιτικό χώρο του, που πλέον πολιτεύεται συνειδητά σαν μικρό κόμμα των κραυγών.
Δυστυχώς, η πολιτική συγκυρία, σε πολύ δύσκολη συνθήκη, δεν έχει αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση έχει το μονοπώλιο των κινήσεων. Κυβερνά σε κενό. Μόνη της.
Αλλά το κενό δεν είναι ο τόπος όπου μπορεί να αποβεί επωφελής για τους πολίτες η πολιτική.