Του Γιώργου Πανταγιά
Η διαχείριση των κρίσεων είναι η δυσκολότερη πολιτική άσκηση. Ιδιαίτερα όταν αφορά ακραία φυσικά φαινόμενα. Στην περίπτωση αυτή η μάχη είναι άνιση. Ο αντίπαλος είναι απρόβλεπτος και δύσκολα αντιμετωπίζεται.
Οι φυσικές καταστροφές πριν και μετά την κλιματική κρίση δεν δοκιμάζουν μόνο τις ανθρώπινες αντοχές, αλλά και την ικανότητα μιας οργανωμένης πολιτείας να τις διαχειριστεί αποτελεσματικά. Οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, οι χιονοπτώσεις μας υπενθυμίζουν όλο και περισσότερο την ετεροβαρή σχέση που έχουμε με το οικοσύστημα, εξαιτίας των αλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί.
Οι θεατές και αθέατες πλευρές τους μας καθιστούν ευάλωτους, γιατί αργήσαμε να συνειδητοποιήσουμε τις κλιματικές προκλήσεις. Έτσι άλλωστε εξηγείται και η αδυναμία μας να οργανώσουμε τις άμυνές μας, επιδεικνύοντας την απαιτούμενη προνοητικότητα. Μένοντας καθηλωμένοι στα παλιά υποδείγματα υποτιμούμε του κινδύνους. Δείχνουμε αμεριμνησία. Και το σημαντικότερο χρησιμοποιούμε ακατάλληλα όπλα για να ανταποκριθούμε σε νέα πιο οξυμένα προβλήματα.
Το χειρότερο δεν αντιλαμβανόμαστε, πως η αντιμετώπισή τους είναι ευθύνη όλων. Μετακυλώντας την, ο ένας στον άλλο το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι η διαιώνιση και η περαιτέρω διόγκωσή τους. Ο πολίτης την μεταφέρει στο κράτος. Οι κυβερνώντες σε κάποιους άλλους. Οι αξιωματούχοι της αυτοδιοίκησης την αποποιούνται. Η αντιπολίτευση αντί να την επιμερίζει, επικεντρώνει τα βέλη της στις κυβερνητικές ολιγωρίες και ανεπάρκειες.
Εύλογο λοιπόν είναι πως με τις επικρατούσες αντιλήψεις και πρακτικές, ο τόπος μας γίνεται έρμαιο ακραίων καιρικών φαινομένων. Το διαπιστώσαμε με τον καλύτερο τρόπο, στην πρόσφατη χιονοκαταιγίδα στην Αττική. Τα όσα συνέβησαν είναι πράγματι πρωτόγνωρα. Δεν οφείλονται μόνο στις ανεξέλεγκτες συνθήκες. Απεναντίας επιβεβαιώνουν την έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδιασμού. Επιπροσθέτως αποκαλύπτουν την απουσία μιας ισχυρής πολιτικής και διαχειριστικής επάρκειας. Καθώς βέβαια και τις θεσμικές αδυναμίες και στρεβλώσεις.
Το κυβερνητικό έλλειμα υπήρξε εμφανές. Το αποδεικνύουν οι απαίδευτοι χειρισμοί. Και πρωτίστως το κενό ύπαρξης μιας στιβαρής επιτελικής ομάδας με συνοχή και ιεραρχημένους στόχους. Ουσιαστικά οι εμπλεκόμενοι κυβερνητικοί παράγοντες έτρεχαν πίσω από τα γεγονότα, αδυνατώντας να τα ελέγξουν. Μάλιστα δεν υπήρξαν μόνο φαινόμενα ασυνεννοησίας αλλά και σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ συναρμόδιων υπουργών. Αντί λοιπόν να λειτουργήσουν συνεκτικά ακολούθησαν το δρόμο της προσωπικής περιχαράκωσης. Και αυτό για να μη χρεωθούν τις συνέπειες επιλογών και χειρισμών, φοβούμενοι το ενδεχόμενο πολιτικού κόστους.
Στην προσπάθειά τους δε αυτή, έτρεξαν να επιρρίψουν όλες τις ευθύνες στον Υπουργό Πολιτικής Προστασίας θεωρώντας τον, αδύνατο κρίκο. Φάνηκε καθαρά ότι ο Χρήστος Στυλιανίδης δεν έχει γίνει αποδεκτός από τις σκληρές πτέρυγες της Ν.Δ. Εξού και επιχείρησαν να τον πλήξουν. Όπως ακριβώς έκαναν και με το Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Οι θεματοφύλακες της γαλάζιας ορθοδοξίας υποτιμούν την αξία εκείνων που δεν προέρχονται από τη δική τους κομματική μήτρα, υποσκάπτοντας τους. Επιπλέον ξεχνούν κάτι πιο σημαντικό: Το μερίδιο των διαχρονικών ευθυνών τους για τις ανεπάρκειες, τις δυσλειτουργίες και αγκυλώσεις του κρατικού μηχανισμού.
Η κλιματική κρίση είναι πλέον στην καθημερινότητα μας. Η διαχείρισή της δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Αλλά ούτε μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις γνωστές μεθόδους. Συνιστά ζωτική προτεραιότητα. Γι’ αυτό και δεν είναι ένα απλό τμήμα της κυβερνητικής λειτουργίας. Μολονότι οι εμπειρίες που έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια είναι εξαιρετικά τραυματικές, εν τούτοις είμαστε ακόμη στην αρχή. Η πολιτική αν δεν γίνει γήινη, αν δεν εδράζεται στον πραγματισμό, δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στην αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Και κατ’ επέκταση οι εκπρόσωποί της θα επιδίδονται σε άγονες και ατελέσφορες διαμάχες.