Όπως συνήθως λέγεται, οι δημοσκοπήσεις είναι φωτογραφίες της στιγμής. Αποτυπώνουν αυτό που συμβαίνει σε μια συγκεκριμένη περίοδο. Ως εκ τούτου, τα ευρήματά τους ούτε στατικά είναι ούτε αμετάβλητα. Άλλωστε η πολιτική προσομοιάζει με εκκρεμές, η κίνηση του οποίου καθορίζεται από τις εκάστοτε συνθήκες. Εξ ου και οι έρευνες της κοινής γνώμης καταγράφουν τις τάσεις, καθώς και τις διεργασίες που συντελούνται στο πολιτικό υπόστρωμα. Εκεί έγκειται η χρησιμότητά τους. Κι αυτό γιατί προσφέρουν τη δυνατότητα διερεύνησης, μελέτης, ακόμη και αποκρυπτογράφησης των αλλαγών που πραγματοποιούνται με αργό, αλλά σταθερό ρυθμό, στη συμπεριφορά και στις προτιμήσεις των ερωτηθέντων.
Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα μπορούμε να σταθούμε και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις της εταιρίας Marc και του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η δραστική υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν σε έναν βαθμό αναμενόμενη και εύλογη. Η κυβέρνησή του ούτε έργο έχει να επιδείξει ούτε ιδιαίτερη πολιτική και διαχειριστική επάρκεια. Ωστόσο, το σημαντικότερο όλων είναι ότι το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και προσωπικά ο πρόεδρός του κεφαλαιοποιούν την τιμωρητική διάθεση που φαίνεται να εμφανίζει η πλειονότητα των πολιτών έναντι της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιτυγχάνει τον στόχο του γιατί τοποθετήθηκε εξ αρχής εύστοχα και σωστά στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Γνωρίζοντας τους κανόνες του παιχνιδιού, επέλεξε να ακολουθήσει μια σταθερή και στιβαρή στρατηγική. Εκτιμώντας ότι το υπάρχον κυβερνητικό σχήμα θα βρισκόταν σύντομα μπροστά στα ενδογενή του αδιέξοδα, εξέπεμψε ένα καθαρό μήνυμα. Το αίτημα των εκλογών ακόμη κι αν αμφισβητήθηκε από κορυφαία στελέχη της ΝΔ, του επέτρεψε να θεμελιώσει έναν σκληρό αντιπολιτευτικό λόγο, χωρίς υπεκφυγές και αστερίσκους. Και το κυριότερο τον ανάδειξε σε πόλο έκφρασης της αντικυβερνητικής δυσαρέσκειας.
Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι αλιεύει απογοητευμένους ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από τα μικρότερα κόμματα, της ελάσσονος δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Αντιθέτως, η δυστοκία του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού να αποκρυσταλλώσουν μια καθαρή αντιπολιτευτική τακτική δεν τα επιτρέπει να προσελκύσουν εκείνους τους ψηφοφόρους που γυρίζουν την πλάτη στο κυβερνών κόμμα. Το στρατήγημα περί «εθνικής συνεννόησης», αλλά και οι θολές επιδιώξεις δεν θεμελιώνουν στρατηγική. Πόσω μάλλον όταν αμφότερα παραπέμπουν σε κομματικές σκοπιμότητες και κυρίως διαπνέονται από τον φόβο των εκλογών.
Αποτέλεσμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να βρίσκει πρόσφορο έδαφος, εμφανιζόμενος ως εναλλακτική πρόταση εξουσίας, παρά το γεγονός ότι είναι εμπεδωμένη η αντίληψη ότι το κόμμα του οποίου ηγείται εξακολουθεί να αποπνέει παρελθόν.