Εφημερίδα Έθνος
16 Αυγούστου 2013
Έπειτα από δωδεκάμηνη περίοδο απραξίας και αναβλητικότητας, η δικομματική κυβέρνηση αρχίζει πλέον να αντιλαμβάνεται ότι οι αλλαγές στη δημόσια διοίκηση και αυτοδιοίκηση καθίστανται επιτακτική ανάγκη για την ανάταξη της χώρας.
Βέβαια δεν προτάσσει ξαφνικά την αναμόρφωση του δημόσιου τομέα γιατί την πιστεύει πραγματικά, αλλά διότι καταλαβαίνει ότι τα περιθώρια στενεύουν και δεν μπορεί να ετεροχρονίζει άλλο τις αποφάσεις της. Εξάλλου, τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα είχαν σχέση πατρωνίας με το κράτος και τους οργανισμούς του. Τα προστάτευαν γιατί ήταν οι μεγάλες δεξαμενές, από τις οποίες αντλούσαν πολιτικούς πελάτες. Στο πλαίσιο αυτό δημιούργησαν και συντηρούσαν ένα υπερτροφικό, σπάταλο, ανεπαρκές, ακόμη και φαύλο σύστημα για να εξυπηρετεί τις κομματικές τους ανάγκες.
Η κραυγαλέα έλλειψη βούλησης τα τελευταία τέσσερα χρόνια για διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις δεν είναι τυχαία. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις εσκεμμένα υποβαθμίζουν τη σημασία και την αναγκαιότητα αναδιάρθρωσης του κράτους. Μάλιστα καταφεύγουν σε συνδικαλιστικές πρακτικές, προσπαθώντας να τετραγωνίσουν τον κύκλο. Αλλά και η δικομματική κυβέρνηση, φοβούμενη το πολιτικό κόστος και θέλοντας να εξευμενίσει τις αντιδράσεις των συνδικαλιστών, προχωρά σε ρυθμίσεις που πόρρω απέχουν από αυτό που θα λέγαμε επαναθεμελίωση της δημόσιας διοίκησης και αυτοδιοίκησης. Προτιμά τις οριζόντιες περικοπές από το να προχωρήσει σε τομές.
Στη λογική αυτή κινούνται η διαθεσιμότητα, η κινητικότητα και η εφεδρεία που προωθεί, παρά την αποδεδειγμένα περιορισμένη οικονομική αποτελεσματικότητα και πολιτική χρησιμότητά τους. Αντί να προχωρήσει σε τολμηρές αλλαγές, όπως η κατάργηση και συγχώνευση κρατικών οργανισμών και επιχειρήσεων με μηδαμινή χρησιμότητα και προσφορά, ο εν γένει εξορθολογισμός των υπηρεσιών του δημοσίου, η αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού, αφήνει άθικτο το πολυδαίδαλο πλέγμα κρατικοδίαιτων δομών –ως επί το πλείστον φυτώριο συναλλαγής και ανομίας-, καθιστώντας το εγχείρημα της κινητικότητας και διαθεσιμότητας ατελέσφορο.
Ωστόσο, μια πολιτική χαρακτηρίζεται μεταρρυθμιστική όταν δεν περιορίζεται σε ημίμετρα. Η σημερινή δικομματική κυβέρνηση θα πρέπει να αποδείξει ότι οι αλλαγές που προωθεί δεν απορρέουν μόνο από τις δεσμεύσεις της έναντι των δανειστών μας. Αντιθέτως εντάσσονται στο πλαίσιο μας συνολικότερης στρατηγικής, απώτερος σκοπός της οποίας είναι η αναμόρφωση των δομών και της λειτουργίας του κράτους. Άλλωστε, η δημόσια διοίκηση και αυτοδιοίκηση χρειάζονται ένα συνολικό ρεκτιφιέ που δεν θα επιτευχθεί με αποσπασματικές ρυθμίσεις και μερεμέτια.