Εφημερίδα Πρώτο Θέμα
31 Μαΐου 2020
Στην εγχώρια και διεθνή σκηνή τα πρωθυπουργικά συστήματα εμφανίζουν ουσιαστικές διαφορές. Ανεξαρτήτως των πολιτικών που πρεσβεύουν. Κι αυτό γιατί πρωτίστως καθορίζονται από την προσωπικότητα, την ικανότητα, την πολιτική και διαχειριστική επάρκεια του κάθε ηγέτη. Δεν επηρεάζονται μόνο από τις συνταγματικές εξουσίες, ή από τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας. Ούτε από τις ιδεολογικές ταυτότητες των κομμάτων, των οποίων ηγούνται οι πρωθυπουργοί. Έτσι, άλλωστε, εξηγούνται και οι μεγάλες αποκλίσεις τους, ακόμη και σε περιπτώσεις προερχόμενες από την ίδια πολιτική οικογένεια. Τα παραδείγματα είναι πολλά και ενδιαφέροντα. Αρκεί να σταθούμε στα πιο χαρακτηριστικά.
Ο ιδρυτής της ΝΔ και θεμελιωτής της Μεταπολίτευσης, Κωνσταντίνος Καραμανλής άσκησε τα καθήκοντά του με ξεχωριστό τρόπο. Το ειδικό βάρος και η ηγετική του παράσταση, ο δωρικός, αυστηρός χαρακτήρας του, σε συνδυασμό με τον υπέρμετρο συγκεντρωτισμό του συνέβαλαν στη διαμόρφωση στιβαρής πρωθυπουργικής υπόστασης. Κάτι που δεν συνέβαινε με τον νεότερο Καραμανλή, καθιστώντας αδύνατη τη μεταξύ τους σύγκριση.
Οι πρωθυπουργίες του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη διακρίνονταν για διαφορετικούς λόγους. Κατ’ αρχάς επρόκειτο για δύο διαμετρικά αντίθετες προσωπικότητες. Εξ ου και κυβέρνησαν, ακολουθώντας άλλους δρόμους. Ωστόσο, οι ηγετικές τους ικανότητες ήταν αναμφισβήτητες. Διέθεταν πολιτικό βάθος, επιστημονική κατάρτιση και κοσμοπολιτισμό.
Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, προτάσσοντας τις μεγάλες διαμάχες, εντέχνως επέλεξε την αποστασιοποίησή του από την τρέχουσα διαχείριση. Μάλιστα, μετακύλησε τα ζητήματα αυτά στην αποκαλούμενη «Τρόικα». Δεν ήταν τυχαίο πως οι κυβερνήσεις του δεν είχαν την απαιτούμενη συνεκτικότητα. Το δε πρωθυπουργικό γραφείο του στερούνταν στοιχειώδους υποδομής. Απλώς φρόντιζε τις ισορροπίες και τις διευθετήσεις. Αν κάποιος τον αντέγραψε -μάλλον κακότεχνα- αυτός ήταν ο Αλέξης Τσίπρας την περίοδο της διακυβέρνησής του.
Από την άλλη ο Κώστας Σημίτης έφερε στο προσκήνιο μια καινούργια κουλτούρα διοίκησης. Στη διάρκεια της θητείας του το πρωθυπουργικό μοντέλο διαφοροποιήθηκε σημαντικά. Απέκτησε στοιχεία καινοτομίας. Το επιτελείο του λειτούργησε ως εργαστήρι παραγωγής πολιτικής, εμπλουτίζοντας τη με την απαραίτητη τεχνοκρατική γνώση. Ο ίδιος επεξεργαζόταν τις στρατηγικές του επιδιώξεις, καθοδηγώντας καθημερινά τους υπουργούς και τους συνεργάτες του. Το γνωστό μπλοκάκι για την παρακολούθηση του κυβερνητικού έργου έγινε ο φόβος και ο τρόμος των «αμελών».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσανατολίζεται στο μοντέλο Σημίτη, διευρύνοντάς το. Και, βέβαια, προσαρμόζοντάς το στα δεδομένα και στις ανάγκες της εποχής μας. Φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως οι παραδοσιακές δομές διακυβέρνησης είναι εκ των πραγμάτων αναποτελεσματικές. Οι παθογένειές τους στέκονται τροχοπέδη. Οι προσωπικές ατζέντες των υπουργών επιδρούν ανασταλτικά. Οι συνομοσπονδιακές κυβερνήσεις, που κατά καιρούς γνωρίσαμε, κατακερμάτιζαν την πολιτική ισχύ. Η συνύπαρξη βαρονιών και καπετανάτων, απομείωναν τον ρόλο του πρωθυπουργού.
Το αποκαλούμενο επιτελικό κράτος, που προσφάτως θεσμοθετήθηκε, μπορεί να σχεδιάστηκε άτεχνα, όμως η φιλοσοφία του είναι σωστή και επίκαιρη. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια νέα μορφή οργάνωσης και διοίκησης. Οι επιτελικές δομές που συγκροτήθηκαν καθιστούν το Μέγαρο Μαξίμου αποκλειστικό πυλώνα σχεδιασμού, εποπτείας και υλοποίησης όλων των κυβερνητικών δραστηριοτήτων – και των επιμέρους. Εξίσου ιδιαίτερη είναι και η μέθοδος με την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης μανατζάρει, επιβλέπει, και ενίοτε υπερφαλαγγίζει, τους υπουργούς του. Γίνεται εμφανές πως το υπόδειγμά του παραπέμπει σε ένα προεδρικό σύστημα. Περισσότερο προσομοιάζει με τη γερμανική καγκελαρία.
Οι επιλογές του, προφανώς, θα κριθούν και θα αξιολογηθούν από την αποτελεσματικότητά τους. Προς το παρόν καλύπτουν, χωρίς να εξουδετερώνουν, ένα υπαρκτό πρόβλημα: Το κυβερνητικό σχήμα είναι πολυσυλλεκτικό και ετερογενές. Οι αντιφάσεις του το οδηγούν να κινείται με δύο ταχύτητες.
Πάντως, όποιο κι αν είναι το μοντέλο διακυβέρνησης, η αξία και η χρησιμότητά του στηρίζεται σε δύο βασικές παραδοχές: Ο πρωθυπουργός δεν είναι πρώτος μεταξύ ίσων. Η ηγεσία του κάθε άλλο παρά συλλογικός θεσμός είναι.
Ο Κ.Μ. το διεύρυνε -χωρίς τα κομματικά βαρίδια- που υπέσκαπταν το έργο Σημίτη (πρόταση Γιαννίτση κλπ.). Άριστη ανάλυση, Γιώργο !!!!