Εφημερίδα Η Αξία
26 Οκτωβρίου 2012
Τα εργασιακά δοκίμασαν ξανά τις αντοχές της τρικομματικής κυβερνητικής συνύπαρξης. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι τρεις εταίροι κινούνται σε διαφορετικό μήκος κύματος, δημιουργώντας εύλογα ερωτηματικά για τη συνοχή, την ανθεκτικότητα και την αποτελεσματικότητά τους.
Γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση Σαμαρά στηρίζεται σε μια παράδοξη συνεργασία. Το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ τής παρέχουν πολιτική υποστήριξη, χωρίς να συμμετέχουν ουσιαστικά σε αυτή. Ως εκ τούτου, η συμπόρευσή τους είναι διαρκώς υπό διαπραγμάτευση.
Οι ενστάσεις που διατυπώνονται από την πλευρά των Βενιζέλου-Κουβέλη αποδεικνύουν ότι το υπάρχον κυβερνητικό σχήμα στερείται πολιτικής και προγραμματικής συμφωνίας. Η απουσία ενός τέτοιου πλαισίου λειτουργεί αποσταθεροποιητικά, επιτρέποντας στους πολιτικούς αρχηγούς να προσμετρούν πριν από την οποιαδήποτε απόφασή τους το πολιτικό κόστος. Αυτό συμβαίνει από την πρώτη στιγμή σε όλα τα καίρια και μεγάλα θέματα, με τελευταίο παράδειγμα τη δυστοκία που παρουσιάστηκε στο ζήτημα της αλλαγής των εργασιακών σχέσεων.
Όταν οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν να προχωρήσουν μαζί, γνώριζαν ότι η ευθύνη που αναλάμβαναν δεν θα ήταν πάντα σε αρμονία με το κομματικό τους συμφέρον. Ήξεραν ότι η υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών ή το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων –τα οποία ποτέ δεν ανοίγουν- θα αντιτίθονταν στα στενά συντεχνιακά συμφέροντα, δυσαρεστώντας πότε τη μία πότε την άλλη επαγγελματική κατηγορία.
Γιατί, λοιπόν, δεν προχωρούν στο αυτονόητο; Ο λόγος είναι απλός: Διότι δεν θέλουν να χάσουν την κομματική τους πελατεία. Ωστόσο, τα προβλήματα που βιώνει σήμερα η χρεοκοπημένη Ελλάδα είναι μεγάλα και θεμελιώδη. Η αντιμετώπισή τους προϋποθέτει σκληρές και επώδυνες αποφάσεις, χωρίς αστερίσκους και επιφυλάξεις.
Αν οι πολιτικές ηγεσίες προτάσσουν το κομματικό τους συμφέρον εις βάρος του εθνικού, τότε δεν πρέπει να κάνουν τίποτα. Επειδή όμως ανέλαβαν την ευθύνη να αποτρέψουν την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη και ταυτόχρονα να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ανάταξής της, οφείλουν να ανταποκριθούν με αποφασιστικότητα και τόλμη στο ρόλο τους.
Αν η συμπόρευσή τους δεν λαμβάνει υπόψη της τη βασική παραδοχή, ότι οι πολιτικές που θα υλοποιηθούν θα έχουν αναπόφευκτα κόστος, τότε όχι μόνο δεν θα είναι στερεή, αλλά θα αντιμετωπίζει αναταράξεις και ουσιαστικές ρωγμές. Ζώντας με το φόβο του πολιτικού κόστους, αντικειμενικά δεν μπορούν να κάνουν πράξη τις μεγάλες αλλαγές στους καίριους τομείς, ενώ οι μεταρρυθμίσεις και οι αποκρατικοποιήσεις θα αποτελούν μόνιμα σημεία τριβής και δυστοκίας.
Η τρικομματική κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι ανθεκτική και αποτελεσματική, όταν συνεχώς αντιμετωπίζει ενστάσεις και διαφωνίες. Μια τέτοια κυβέρνηση είναι φυσικό να φθείρεται αλλά και να παραπαίει, αδυνατώντας να εκπέμψει ένα καθαρό πολιτικό μήνυμα.
Οι κύριοι Σαμαράς, Βενιζέλος και Κουβέλης οφείλουν να γνωρίζουν ότι το έργο που έχουν αναλάβει να επιτελέσουν υπερβαίνει τους στενούς πολιτικούς, αλλά και προσωπικούς υπολογισμούς. Οι επιδόσεις τους δεν θα κριθούν από την ικανότητά τους να περιορίσουν τις κομματικές τους απώλειες, αλλά από τη συνδρομή τους στην αντιμετώπιση των χρόνιων εκκρεμοτήτων, από τη συμβολή τους στη χώρα. Άλλωστε η εμπειρία έχει δείξει ότι οι ηγέτες που πολιτεύτηκαν με καθαρό και σαφή τρόπο, αναλαμβάνοντας το βάρος επώδυνων αποφάσεων, όχι μόνο κέρδισαν την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά δικαιώθηκαν και από την ιστορία.
Ο Πρωθυπουργός θα κριθεί από την αποφασιστικότητα και τη στοχοπροσήλωση που καλείται να επιδείξει, αλλά και από την ικανότητά του να ενισχύσει περαιτέρω την κυβερνησιμότητα του τρικομματικού σχήματος που ηγείται.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος θα αξιολογηθεί ως αξιόπιστος κυβερνητικός εταίρος, μόνο αν σταματήσει να ενεργεί με το βλέμμα στραμμένο στο μικρόκοσμο του ΠΑΣΟΚ.
Ο Φώτης Κουβέλης θα αποδειχθεί χρήσιμος αν αποδεσμευτεί από τις ιδεοληψίες του κόμματος που ηγείται. Άλλωστε, δεν έχει ανάγκη να αποδείξει στον οποιοδήποτε πόσο αριστερός είναι. Η πολιτική του ιστορία δεν απαλλοτριώνεται από τη στήριξη που παρέχει στην κυβέρνηση.
Ο τόπος χρειάζεται καθαρές αποφάσεις. Τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί περιορίζουν τις δυνατότητες. Οι απαιτήσεις των δανειστών μπορεί ενίοτε να είναι παράλογες και να υπερβαίνουν τις συμβατικές μας υποχρεώσεις, όμως είμαστε υποχρεωμένοι να διαβουλευτούμε μαζί τους, έχοντας επίγνωση των ορίων μας.
Οι πολιτικές ηγεσίες δεν νοείται να διαγκωνίζονται για το ποιος είναι περισσότερο κοινωνικά ευαίσθητος ή πιο αριστερός. Με τακτικισμούς και κινήσεις εντυπωσιασμού δεν δημιουργείς πολιτικό κεφάλαιο. Το μόνο που επιτυγχάνεις είναι να φθείρεις το υπάρχον.
Αν κάτι έχει ανάγκη η κυβέρνηση Σαμαρά είναι ο συγχρονισμός των εταίρων της, αλλά και η πολιτική της ενδυνάμωση. Είναι εμφανές το έλλειμμα πολιτικής επάρκειας που επιδεικνύει σημαντικός αριθμός στελεχών της. Δεν είναι λίγοι οι υπουργοί που αποδεικνύονται μετριότατοι για να διαχειριστούν εξαιρετικά κρίσιμα ζητήματα.
Η ενίσχυση τόσο της κυβερνητικής συνοχής όσο και της πολιτικότητά της θα συμβάλει αποφασιστικά στην αποσαφήνιση του μηνύματός της. Οι συνεχείς αναταράξεις μόνο θόρυβο προκαλούν, αποδυναμώνοντας το κεντρικό πολιτικό μήνυμα που δεν είναι άλλο από τη σωτηρία της χώρας.