Εφημερίδα Έθνος
29 Νοεμβρίου 2013
Χρόνια τώρα, στην Ελλάδα δεν ασκείται πολιτική με την ουσιαστική έννοια του όρου. Από τον δημόσιο διάλογο απουσιάζουν οι θέσεις για τα μεγάλα προβλήματα του τόπου και της οικονομίας. Αντιθέτως, κυριαρχούν οι υστερόβουλες κομματικές και προσωπικές αντιπαραθέσεις.
Ακολουθώντας τη στρεβλή αυτή παράδοση, οι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης για να καλύψουν την ένδεια ιδεών και συγκεκριμένων προτάσεων, επιδίδονται σε έναν άναρθρο καταγγελτικό λόγο. Υποκαθιστώντας την πολιτική με μια υποκριτική ηθικολογία, σκιαμαχούν, σκανδαλολογούν, προσφεύγουν ακόμη και σε συνωμοσιολογικού επιπέδου σενάρια, προκειμένου να διαβάλουν, να συκοφαντήσουν, να ενοχοποιήσουν τον αντίπαλο.
Από το 2000 ο Κώστας Καραμανλής, προκειμένου να κερδίσει την εξουσία, κατέφυγε σε γενικές καταγγελίες περί διαφθοράς και διαπλοκής, ευαγγελιζόμενος ταυτόχρονα μια σεμνή και ταπεινή διακυβέρνηση. Διαχωρίζοντας τους «καλούς καγαθούς δεξιούς» από τους «κακούς πασόκους», δηλητηρίασε τον δημόσιο βίο της χώρας. Ελλείψει πολιτικής και λαϊκίζοντας, οδήγησε τη χώρα σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, αφού προηγουμένως την είχε εκθέσει διεθνώς με την απογραφή. Την ηθικολογίζουσα πολιτική ακολούθησαν και οι συντηρητικές δυνάμεις σε Ευρώπη και Αμερική. Εμφανιζόμενες ως αρχάγγελοι της κάθαρσης, κέρδισαν την αποδοχή και την κυριαρχία τους.
Η συνταγή φαίνεται να αποδεικνύεται ιδιαίτερα ελκυστική και στον χώρο της ελληνικής Αριστεράς. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ευρισκόμενος σε στρατηγική σύγχυση, κάνει αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Ακόμη και σε ευαίσθητα θέματα, σπεκουλάρει χωρίς εξειδικευμένη γνώση, εμπεριστατωμένη άποψη, δίχως προτάσεις. Παράλληλα, προσπαθεί να θεμελιώσει την πολιτική του παρουσία αμφισβητώντας την ηθική των αντιπάλων του. Τους εγκαλεί ως υποχείρια των δανειστών, ως τυφλά όργανα της διαπλοκής που εξυπηρετούν οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα. Προσδοκώντας κομματικά κέρδη, αδιαφορεί για τις συνέπειες των επιλογών του.
Ωστόσο, η ποινικοποίηση του δημόσιου βίου δεν φθείρει μόνο τους αντιπάλους, πλήττει την αξιοπιστία και φερεγγυότητα της ίδιας της πολιτικής. Υπονομεύει κάθε έννοια συλλογικής δράσης, αφού την ταυτίζει με την ιδιοτέλεια, τη συναλλαγή, την ιδιωφέλεια.
Αναμφίβολα η εξουσία χωρίς αρχές και αξίες φθείρει και διαφθείρει. Σίγουρα οι παραβατικές ενέργειες θα πρέπει να στιγματίζονται. Δεν νοείται όμως η σκανδαλολογία και ο λαϊκισμός να υποκαθιστούν το περιεχόμενο της πολιτικής πρότασης.
Ο πολιτικός λόγος, και δη ο προοδευτικός αριστερός, οφείλει να υπερασπιστεί το αξιακό φορτίο της πολιτικής, θεμελιώνοντας νέες προσεγγίσεις και προτάσεις για την επίλυση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων.