Νίκος Κωνσταντάρας
Καθημερινή, 24/11/2017
Τη συζήτηση την κάνουμε κάθε φορά που μας συγκλονίζει ο αιφνίδιος θάνατος πολλών συμπατριωτών μας. Ποιος φταίει; Οι σημερινοί κυβερνώντες ή οι προηγούμενοι; Τα ίδια τα θύματα, το «κράτος» ή κάποιος άλλος παράγοντας; – το «κεφάλαιο», «οι ξένοι»; Και κάθε φορά επιβεβαιώνεται το πόσο διχασμένοι είμαστε, πόσο διαφωνούμε σε όλα. Ούτε για το παρελθόν συμφωνούμε ούτε για το παρόν. Ούτε για τις αιτίες της κρίσης, ούτε για το πώς θα βγούμε απ’ αυτήν, ούτε γιατί διαιωνίζεται. Ούτε τους νεκρούς μας μπορούμε να τιμήσουμε με το πρέπον αίσθημα ευθύνης, με δέος και σεβασμό: Εάν δεν τους περιφέρουμε σαν λάβαρα για δικούς μας λόγους, θέλουμε να τους θάψουμε πέρα από τη λήθη, με κριτήριο όχι το πώς πέθαναν και γιατί, αλλά το ποιοι είμαστε εμείς και τι μας συμφέρει.
Οι 21 άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους στη Δυτική Αττική είναι από τους νεκρούς που μένουν ορφανοί. Οπως αυτοί της Μαρφίν, όπως της Ηλείας το 2007, όπως τόσοι άλλοι που τα ονόματά τους δεν έγιναν γνωστά ούτε η μαρτυρία τους τραγούδι. Οι «21» βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στον θάνατο χωρίς προειδοποίηση, χωρίς διέξοδο. Περαστικοί οδηγοί και κάτοικοι μέσα στα σπίτια τους βρέθηκαν μέσα στα νερά, τις λάσπες, τους βράχους και τα ξύλα, στον χείμαρρο της κακής τους τύχης και της εθνικής κακοδαιμονίας. Χάθηκαν όχι μόνο λόγω «ακραίου καιρικού φαινομένου», αλλά επειδή άλλοι –πολλοί και συγκεκριμένοι άλλοι– δεν έπραξαν όσα έπρεπε για να αποτρέψουν τις συνέπειες του καιρού, να θωρακίσουν δρόμους και οικισμούς, να προειδοποιήσουν κατοίκους και περαστικούς για τους κινδύνους. Και αυτή τη συζήτηση την κάνουμε έπειτα από κάθε καταστροφή – είτε πλημμύρες και πυρκαγιές είτε δυστυχήματα. Και οι αιτίες είναι πάντα ίδιες: προχειρότητα, αλαζονεία, έλλειψη αυτοπειθαρχίας, νωθρότητα, ευθυνοφοβία, αντιπαραθέσεις χωρίς νόημα, ακινησία.
Οι «21» της Δυτικής Αττικής δεν ανήκαν σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, ο θάνατός τους δεν ήταν αποτέλεσμα της πράξης κάποιου ταξικού εχθρού. Απλώς κατοικούσαν όλοι σε αυτή τη χώρα, ζούσαν μονίμως στη σκιά της καταστροφής και ο θάνατός τους μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Ασφαλώς και οι σημερινοί και οι προηγούμενοι κυβερνώντες έχουν ευθύνες· εκ των πραγμάτων, όμως, οι σημερινοί ευθύνονται περισσότερο – αυτοί που απαντούν με το πατροπαράδοτο «φταίνε οι άλλοι», αυτοί που γνωρίζουν καλύτερα πώς να θεοποιούν τους δικούς τους νεκρούς και να αδιαφορούν για τους άλλους.
Οι ορφανοί νεκροί, όμως, δεν ξεχνιούνται. Παραδομένοι στην τύχη τους, έκθετοι σε κάθε κίνδυνο, εκπροσωπούν εμάς, τους πολλούς.