Μαργαρίτα Πουρνάρα
Καθημερινή , 11-5-2017
Ο ήλιος έδυε πάνω από τον κάμπο του Αδελε, σε ένα από αυτά τα γλυκά απογεύματα που σε κάνουν να ονειρεύεσαι τις επερχόμενες διακοπές. Διάλεξα την κατάλληλη ώρα της ημέρας για να ακολουθήσω τη συμβουλή κοσμογυρισμένων φίλων που έχουν αδυναμία στην Κρήτη πως πρέπει οπωσδήποτε στην επόμενή μου επίσκεψη στη μεγαλόνησο να πάω στη φάρμα Agreco. Και να με λοιπόν στην εξώπορτα μιας έκτασης 40 στρεμμάτων, που απέχει μόλις ένα τεταρτάκι από το κέντρο του Ρεθύμνου, χωρίς να είμαι ακριβώς σίγουρη για το τι θα δω. Με περίμενε, όμως, ο κατάλληλος άνθρωπος για να με μυήσει στην «ολιστική κρητική εμπειρία», ο operations manager του ομίλου Grecotel Δημήτρης Καλαϊτζιδάκης.
Ο χώρος που λειτουργεί από το 2002 έχει κερδίσει πολλά βραβεία και η χάρη του έχει φτάσει μέχρι και το περίφημο Vanity Fair για τον πρωτότυπο τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει στον επισκέπτη την κρητική διατροφή και όλα της τα καλούδια (λαχανικά, φρούτα, λάδι, γαλακτοκομικά, χορταρικά και κρέατα), τις παραδοσιακές-βιολογικές καλλιέργειες, μα κυρίως την ιερή φιλοξενία που σε κάνει να δεθείς με το νησί με παντοτινά αόρατα δεσμά.
Ηδη από την είσοδο, ξεκινούν οι απανωτές εκπλήξεις: με υποδέχεται μια παρέα από νεαρά αγόρια και κορίτσια ντυμένα με τις παραδοσιακές στολές. Με καλωσορίζουν με τραγούδια, όπως έκαναν παλιά στην Κρήτη για να τιμήσουν τον προσκεκλημένο, να τον κάνουν να αισθανθεί οικεία ήδη από το κατώφλι. Με τη λύρα και το λαούτο συντροφιά και θέα το πέλαγος, μπαίνω σε έναν μεσογειακό κήπο με νοικοκυρεμένα παρτέρια με λουλούδια και μυριστικά. Κάθε τόσο ο Δημήτρης Καλαϊτζιδάκης σταματά μπροστά σε έναν βασιλικό, έναν δυόσμο ή μια μαντζουράνα, τα κορφολογεί και μου δίνει να μυρίσω τα πιο εξαίσια καλοκαιρινά αρώματα. Ακολουθεί, όμως, μια άλλη μυρωδιά, ακόμη πιο εκμαυλιστική, αυτή του φρέσκου ψωμιού. Επισκεπτόμαστε μαζί τον παραδοσιακό φούρνο της Agreco, όπου το ψωμί ζυμώνεται και ψήνεται σε ξυλόφουρνο. Ακόμη και αν αντισταθεί κανείς στον πειρασμό να φάει μια ολόκληρη αχνιστή φραντζόλα, τότε σίγουρα θα λυγίσει στην επόμενη στάση όπου παρουσιάζονται τα εκλεκτότερα τυριά. Από τη διάσημη γραβιέρα μέχρι τον ανθότυρο, το τυροζούλι και τη μυζήθρα μαζί με ολόφρεσκα παξιμάδια, ο επίγειος παράδεισος των τυροφάγων βρίσκεται μπροστά μου. Ομως και πάλι πρέπει να συγκρατηθώ, καθώς ο «ξεναγός» μου με συμβουλεύει να τσιμπολογήσω μόνον, διότι το κανονικό φαγητό… έπεται. Μέχρι να φτάσουμε όμως σε αυτό, έχουμε και άλλες στάσεις μέσα στο κτήμα: πάγκοι με λαχταριστά φρέσκα λαχανικά και ελιές, δοκιμή στο οινοποιείο, το πατητήρι και το αλώνι. Οι πιο μικροί επισκέπτες τρελαίνονται με τη βόλτα στο μέρος όπου φυλάσσονται τα κατσικάκια-νάνοι, τα αρνάκια και οι τράγοι, τα οποία ταΐζουν με φύλλα μουριάς. Κατά την πάγια κρητική συνήθεια, πάντως, μόλις βγαίνει κανείς από τη στάνη με τα ζωντανά τρισχαριτωμένα ζωάκια, πέφτει πάνω στη θράκα με το αντικριστό, τον παραδοσιακό τρόπο των Κρητικών να ψήνουν το κατσίκι και το αρνί, γύρω από τη θράκα που κάνει η μαλακή, πολύωρη φωτιά. Και, πάλι, δεν είναι το κανονικό φαγητό – το οποίο μας σερβίρεται σε γενναιόδωρες μερίδες σε ένα τραπέζι με θέα το ηλιοβασίλεμα. Ε, τι άλλο να ζητήσει κανείς…