“Υπάρχει λύση;” Μια συζήτηση του πρώην πρωθυπουργού με τον Γιάννη Πρετεντέρη
Περιοδικό Κοινωνική Επιθεώρηση
5 Ιανουαρίου 2017
Την περίοδο της «Ωνασειάδας», στις αρχές της δεκαετίας του ’90, το θέμα της διαδοχής του Ανδρέα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή του πολιτικού ενδιαφέροντος. Η ραγδαία επιδείνωση της υγείας του φούντωνε τη σχετική σεναριολογία. Άλλωστε, δεν ήταν λίγοι οι επίδοξοι αντικαταστάτες του.
Συζητώντας τότε με τον κοινωνιολόγο και ξεχωριστό μου φίλο Χρήστο Νάσιο –έναν ριζοσπάστη αριστερό, που στα φοιτητικά του χρόνια είχε δάσκαλο τον Τόνι Νέγκρι, στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα και στη συνέχεια μετέφρασε το έργο του στα Ελληνικά- τον ρώτησα ποιον βλέπει να διαδέχεται τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Χωρίς καθόλου να διστάσει μου είπε: «Ο βομβιστής. Μόνο αυτός δείχνει να έχει κότσια. Οι βόμβες που έβαζε επί χούντας μαζί με τον Σάκη Καράγιωργα, δεν ήταν απλό πράγμα».
Στην αντίδρασή μου ότι ο Κώστας Σημίτης –γιατί σ’ αυτόν, βεβαίως, αναφερόταν- δεν θα στηριχθεί από τον κομματικό μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ η απάντησή του ήταν άμεση και περιέργως σίγουρη: «Ο Σημίτης με τη μεθοδικότητα και την αποφασιστικότητά του κατέστησε τον εαυτό του φυσικό διάδοχο. Μπορεί να μην είναι λαοπλάνος, να συνεπαίρνει τα πλήθη, δημιούργησε όμως ξεχωριστό πολιτικό κεφάλαιο. Οι άλλοι κορυφαίοι που προβάρουν το κουστούμι του αρχηγού, δεν έχουν να επιδείξουν κάτι ξεχωριστό».
Πράγματι, γνωρίζοντας προσωπικά τον πρώην πρωθυπουργό από τις εκλογές του ’85, παρακολουθούσα –για να μην πω μελετούσα- όλες τις κινήσεις και τις παρεμβάσεις του. Ποτέ δεν δίσταζε όταν διαφωνούσε πολιτικά να πάει κόντρα στον Α. Παπανδρέου. Είχε την τόλμη και, κυρίως, διακρινόταν για τη στιβαρότητα της πολιτικής του παρουσίας και των απόψεών του. Θυμάμαι, λίγο μετά τις εκλογές του 1990 τις οξείες αντιδράσεις που προκάλεσε στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ η συνέντευξη που μου παραχώρησε για το περιοδικό Ένα. Ειδικά η αποστροφή του λόγου του «να ανατρέψουμε την παρακμή», με την οποία απευθύνθηκε στους συντρόφους του.
Διαβάζοντας πρόσφατα το τελευταίο του βιβλίο «Υπάρχει λύση;» που είναι μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον δημοσιογράφο Γιάννη Πρετεντέρη, σκέφτηκα ότι είναι ο μόνος πολιτικός που δώδεκα χρόνια μετά την πρωθυπουργία του διατηρεί γόνιμη σχέση με τη ζώσα πραγματικότητα. Παρακολουθεί τις εξελίξεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, κρατώντας ιδανική απόσταση από τη μίζερη καθημερινότητα της μικροπολιτικής. Διατυπώνει με καθαρότητα και παρρησία τις απόψεις του, δείχνοντας να αγωνιά για το παρόν και το μέλλον του τόπου του, αλλά και του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Σε μια εποχή ξηρασίας και άπνοιας συνεχίζει να ρίχνει τις βόμβες του στο πεδίο των ιδεών, των προτάσεων και των θέσεων. Μάλιστα δεν διστάζει να διατυπώνει δημοσίως με επιχειρήματα τις βάσιμες προβλέψεις του. Έτσι το 2008, όταν όλες οι πολιτικές δυνάμεις βρίσκονταν σε κατάσταση αμεριμνησίας, μιλώντας στη Βουλή επέσεισε τον κίνδυνο της προσφυγής μας στο ΔΝΤ, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Τότε η «μακάρια» νεοκαραμανλική ΝΔ τον αποκάλεσε προβοκάτορα. Αντίστοιχη ήταν και η αντίδραση του ΠΑΣΟΚ που προηγουμένως είχε φροντίσει να τον διαγράψει.
Τώρα στο νέο του βιβλίο δεν αποκλείει νέες θύελλες και απρόβλεπτες περιπέτειες. Χωρίς να καταστροφολογεί υποδεικνύει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε, καταθέτοντας θεμελιωμένες προτάσεις για την έξοδο από την κρίση. Μάλιστα, αμφισβητεί και την άποψη πολλών που θεωρούν αναπόφευκτο το τέταρτο Μνημόνιο. Ταυτόχρονα, σημειώνει ότι οι περισσότερες χώρες της ευρωζώνης με πρώτους τους Γερμανούς δεν πρόκειται να συμφωνήσουν στη συνέχιση της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας μέσω μνημονίων. Αν η χώρα ως το 2018 δεν μπορέσει να χρηματοδοτείται από τις αγορές τότε η λύση δεν είναι η περικοπή χρέους, ούτε το τέταρτο μνημόνιο, αλλά η πτώχευση, το εθνικό νόμισμα, η υποτίμηση και αυστηρότερα μέτρα λιτότητας. Όπως το 2008, έτσι και σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι που βάλλουν κατά του Κώστα Σημίτη, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνες Κασσάνδρες».
Πάντως, διαβάζοντας κανείς τη συνομιλία Σημίτη-Πρετεντέρη δεν έχει μόνο την ευκαιρία να κάνει ουσιαστικές και βαθιές καταδύσεις στα τραγικά αδιέξοδα της χώρας. Παράλληλα μπορεί να αντιληφθεί τις θεατές και αθέατες πλευρές της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής υστέρησης της Ελλάδας, όπως τις αναδεικνύουν ένας πρώην πρωθυπουργός, το θετικό αποτύπωμα του οποίου θα μείνει ανεξίτηλο στη χώρα και ένας δημοσιογράφος του οποίου η αξία της πένας, η υποδομή και η κρίση του τον καθιστούν κορυφαίο.