Εφημερίδα Η Αξία
20 Ιουλίου 2013
Οι παθογένειες του κομματικού συστήματος της χώρας μας είναι γνωστές. Ο κρατισμός, ο λαϊκισμός, οι πελατειακές σχέσεις, αποτελούν τα βασικά του χαρακτηριστικά. Πάνω σε αυτά στήριξε και στηρίζει την πολιτική του επιρροή και κυριαρχία, ευρισκόμενο όμως σε αναντιστοιχία με τις πραγματικές ανάγκες και απαιτήσεις της κάθε περιόδου.
Ακόμη και σήμερα βλέπουμε το σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων να είναι εγκλωβισμένο στον μικρόκοσμό του, με αποτέλεσμα να αποξενώνεται από την πλειονότητα των κοινωνικών ομάδων. Η κρίση εκπροσώπησης είναι υπαρκτή και έντονη. Όσοι δεν τη βλέπουν ή εσκεμμένα εθελοτυφλούν ή έχουν πάρει διαζύγιο από την ελληνική πραγματικότητα. Όλες οι δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης καταγράφουν τη διευρυνόμενη και συνεχή δυσαρέσκεια των πολιτών έναντι της υπάρχουσας πολιτικής τάξης. Στο υποσυνείδητό τους, τα κόμματα και οι εκπρόσωποί τους έχουν καταγραφεί ως οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί της κρίσης και της χρεοκοπίας.
Βέβαια, οι ευθύνες επιμερίζονται. Διαφορετικές είναι αυτές που αντιστοιχούν στα αποκαλούμενα κόμματα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, από εκείνες που αναλογούν στους άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Ωστόσο, και οι μεν και οι δε θεωρούνται υπεύθυνοι για τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα.
Όσοι βρέθηκαν στο πηδάλιο της εξουσίας δεν είχαν τη βούληση και την ικανότητα να προωθήσουν λύσεις, ενώ συντήρησαν και ανέχτηκαν ένα σπάταλο και αντιπαραγωγικό κράτος. Τα αντιπολιτευτικά κόμματα, από την άλλη, αντιτάχθηκαν λυσσωδώς στις όποιες αλλαγές επιχειρήθηκαν στη διοίκηση, στην οικονομία, στους θεσμούς, παρέχοντας υποστήριξη σε όλες εκείνες τις δυνάμεις που ήθελαν να διαιωνίζεται ένα αναχρονιστικό και πελατειακό μοντέλο διοίκησης και αυτοδιοίκησης.
Η οικονομική και κοινωνική υστέρηση της χώρας μας δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, ούτε οφείλεται στις ανεπάρκειες και στις στρεβλώσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Ήταν η φυσική κατάληξη των πολιτικών που επικράτησαν επί πολλές δεκαετίες, τις οποίες πλειοδοτούσε το σύνολο σχεδόν των κομματικών δυνάμεων.
Τη θεωρία «λεφτά υπάρχουν» την είχαν ενστερνιστεί όλοι. Το υπερτροφικό κράτος είναι δημιούργημα όλων. Η κρατικοδίαιτη και αναποτελεσματική αυτοδιοίκηση, περιφερειακή και τοπική, είναι επίτευγμα όλων. Η θεσμοθέτηση της αναξιοκρατίας, η επιβράβευση της φαυλότητας, η επικράτηση της μετριότητας, είχαν την ομόθυμη στήριξη των περισσοτέρων. Όλες οι κομματικές δυνάμεις υποκατέστησαν την πολιτική με τον συνδικαλισμό.
Το έργο αυτό το είδαμε και πρόσφατα με αφορμή το πολυνομοσχέδιο. Ο δημόσιος τομές θεωρείται ταμπού. Κανείς δεν θέλει να τον αγγίξει. Οι προωθούμενες αλλαγές στη διοίκηση και στην αυτοδιοίκηση ακόμη και τώρα συνεχίζουν να είναι αντικείμενο συνδικαλιστικής συναλλαγής, με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να κατακρεουργηθούν.
Μολονότι οι πάντες μιλούν για αναδιάρθρωση, τομές και μεταρρυθμίσεις, στην πράξη κάνουν ό,τι μπορούν για να τις ακυρώσουν. Οι διακηρύξεις τους είναι ψευδεπίγραφες. Κι αυτό γιατί ακόμη και σήμερα ενστερνίζονται τις πολιτικές που μας οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού. Ενώ η πολιτική τάξη στο σύνολό της αντιλαμβάνεται την ανάγκη υλοποίησης των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει έναντι των εταίρων και των δανειστών μας, αν και αποδέχεται εν μέρει τις αλλαγές που οφείλουμε να κάνουμε, την ίδια στιγμή τις ευνουχίζει.
Βλέποντας η κοινή γνώμη τα κόμματα και τους εκπροσώπους τους να υπολείπονται των αναγκών και των απαιτήσεων της χώρας, αφενός δεν τους θεωρούν επαρκείς και χρήσιμους, αφετέρου δεν τους εμπιστεύονται. Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι οι φορείς της πολιτικής δημιουργούν τις προϋποθέσεις απονομιμοποίησής τους. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τα μεγάλα και οξυμένα προβλήματα της οικονομίας και του κράτους δεν δείχνει μόνο αδυναμία και ανεπάρκεια, αλλά και έλλειψη βούλησης.
Το κομματικό σύστημα δεν θέλει να διαταράξει τις σχέσεις του με τους πολιτικούς του πελάτες, με τους εργαζόμενους στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, με τις συντεχνίες, με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Περισσότερο νοιάζεται για την πολιτική του πελατεία και πολύ λιγότερο για την αναμόρφωση της κεντρικής διοίκησης και της αυτοδιοίκησης. Εμποτισμένο χρόνια τώρα με λογικές κρατισμού και λαϊκισμού, αντιμετωπίζει τη δημόσια διοίκηση ως λάφυρο, παρέχοντας προστασία στους εργαζόμενους σε αυτήν. Η ταύτισή του με το κράτος λειτουργεί ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη και ευημερία της κοινωνίας.
Το βέβαιο είναι ότι το υπάρχον κομματικό σύστημα δεν θα απεξαρτηθεί ευκόλως από τις παθογένειές του. Ο κατακερματισμός του δείχνει ότι η ανθεκτικότητά του και η πολιτική επιρροή έχουν τρωθεί σημαντικά. Το κενό πολιτικής έκφρασης που έχει δημιουργηθεί θα επιτείνει περισσότερο την κρίση εμπιστοσύνης και εκπροσώπησης. Η αναδιάταξη και ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος θα ακολουθήσει μια εξελικτική διαδικασία. Η κρίση και η χρεοκοπία θα επισφραγίσουν το τέλος του μεταπολιτευτικού μοντέλου. Η ρευστότητα που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό αποδεικνύει ότι αργά, αλλά σταθερά θα οδηγηθούμε σε νέες διασταυρώσεις και μπολιάσματα.
Η ανόρθωση της χώρας δεν μπορεί να στηριχθεί στις δυνάμεις εκείνες που με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους την οδήγησαν στην κρίση. Και πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να επιτευχθεί ακολουθώντας τις ίδιες πολιτικές. Τα αποτελέσματα της συνταγής του κρατισμού, του λαϊκισμού και των πελατειακών πολιτικών τα βιώνουμε σήμερα. Η θεμελίωση μιας νέας στρατηγικής, είτε έχει κεντροαριστερό είτε κεντροδεξιό πρόσημο, προϋποθέτει νέες προσεγγίσεις, νέες επεξεργασίες και προπαντός νέες ιδέες.