Εφημερίδα Η Αξία
9 Ιουνίου 2012
Ζούμε πλέον στον αστερισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Η δυναμική του παρουσία στην πολιτική σκηνή δημιουργεί νέα δεδομένα, μεταβάλλει τους κομματικούς συσχετισμούς, επηρεάζει τη φορά των πραγμάτων, θέτει καίρια ζητήματα για το ίδιο το πολιτικό σύστημα και, το κυριότερο από όλα, ανοίγει μια ευρύτερη συζήτηση για την ταυτότητα, τις επιδιώξεις και τις δυνατότητές του.
Η εκλογική εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ αναμφίβολα δεν είναι αμελητέα. Δείχνει τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην πολιτική ζωή της χώρας. Παράλληλα, καθίσταται εμφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι προϊόν της βαθιάς κρίσης, στην ουσία της χρεοκοπίας της χώρας, της οικονομίας, αλλά και της ίδιας της πολιτικής.
Ως προϊόν της κρίσης αυτής, ενέχει σημαντικές αντιφάσεις και παραδοξολογίες. Δεν έχει καθαρή εικόνα -είναι θολή έως γκρίζα-, συνιστά έναν πολιτικό και ιδεολογικό αχταρμά, ο πολιτικός του ανθόκηπος τα έχει όλα. Ο ακραίος λαϊκισμός συνυπάρχει με τον αριστερισμό, ο ευρωσκεπτικισμός βρίσκεται αγκαλιά με τον εθνικισμό, ο καταγγελτικός λόγος με τον βερμπαλισμό, οι αντιμνημονιακές κορώνες συνταιριάζουν παράξενα γκριζοκόκκινα ζευγάρια και, εντέλει, η επιπολαιότητα συμβαδίζει με την ελαφρότητα.
Παράλληλα πλειοδοτεί το θυμό και την οργή των πολιτών, οι οποίοι πληρώνουν τις συνέπειες της κρίσης, ενώ μπολιάζεται με τις σκληρές συντεχνιακές ομάδες, με τους κρατικοδίαιτους, με τους εκφραστές της παλιάς τάξης πραγμάτων. Ο σφικτός εναγκαλισμός του ΣΥΡΙΖΑ με τις δυνάμεις αυτές καθιστά ψευδεπίγραφη την επωνυμία «Ριζοσπαστική Αριστερά».
Στην πραγματικότητα, συνιστά έναν ετερόκλητο συνασπισμό δυνάμεων με μοναδική συνεκτική ουσία την ανατροπή των μνημονίων. Στην ουσία οι δυνάμεις αυτές δίνουν μάχες οπισθοφυλακής. Δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα στη χώρα, στην οικονομία, στους θεσμούς, αρνούμενες πεισματικά τις διαρθρωτικές αλλαγές, τις μεταρρυθμίσεις, τις αποκρατικοποιήσεις, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων κ.ά. Κύριο μέλημά τους είναι η διατήρηση των κεκτημένων.
Πυροβολώντας συστηματικά τα μνημόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει πολιτικά στα προβλήματα που έχει προκαλέσει η κρίση. Πυροδοτεί τα πιο άγρια πολιτικά ένστικτα που εμφανίζει μερίδα των πολιτών, εξισώνοντας διαφορετικές πολιτικές. Πλειοδοτεί αιτήματα διαφόρων κοινωνικών ομάδων, υιοθετώντας στην πράξη λογικές που δεν απέχουν πολύ από αυτή του «λεφτά υπάρχουν».
Διαχέει σε ευρύτερα στρώματα της κοινής γνώμης την αντίληψη ότι για όλα φταίνε οι άλλοι: οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι αγορές, οι δανειστές μας, οι τοκογλύφοι. Καλλιεργώντας έναν ιδιότυπο ευρωσκεπτικισμό, αφυπνίζει φοβικά σύνδρομα, δημιουργώντας έτσι πρόσφορο έδαφος για την επικράτηση εσωστρεφών και συντηρητικών πολιτικών. Είναι τυχαίο ότι στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι πιο ακραίες, εθνικόφρονες και εθνικιστικές δυνάμεις όπως το κόμμα του Καμένου;
Με βασικά εργαλεία την εύκολη ρητορεία, τον λαϊκισμό και τον εθνικισμό, την αξιοποίηση του φόβου και της ανασφάλειας των πολιτών, τον καταγγελτικό λόγο την ενοχοποίηση των αντιπάλων και την ταύτισή τους με τις δυνάμεις που επιβουλεύονται τη χώρα και τους πολίτες, αναμφίβολα ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί μια συντηρητική και άκρως ανορθολογική πολιτική.
Παράλληλα, με την οπισθοβαρή στρατηγική του, αδυνατεί να εκφράσει τις νέες ανάγκες της χώρας και της κοινωνίας. Εγκλωβισμένος σε ιδεοληπτικές εμμονές, αντικειμενικά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ευκαιρίες και προκλήσεις. Ταυτόχρονα, δεν είναι σε θέση να αφουγκραστεί τις υπόγειες διεργασίες που συντελούνται στην ίδια την κοινωνία και έτσι αρκείται στο να καρπώνεται τη φθορά των μέχρι πρότινος αποκαλούμενων κομμάτων εξουσίας.
Ζώντας μέσα σε μια φαντασιακή πραγματικότητα, δεν μπορεί να διαχωρίσει την υπεύθυνη πολιτική από τον τυχοδιωκτισμό, την ειλικρίνεια από τον κυνισμό. Επιμένοντας στην τακτική της καταγγελίας των μνημονίων, προσπερνάει χωρίς τεκμηριωμένη απάντηση το καίριο ερώτημα: τι θα γίνει αν μαζί με την καταγγελία ανασταλεί και η δανειακή σύμβαση;
Χαρακτηριστικά είναι επίσης τα όσα υποστήριξε προσφάτως για τις μισθολογικές ενισχύσεις και την αύξηση των δημοσίων δαπανών, υποσχόμενος λαγούς με πετραχήλια, αρνούμενος ωστόσο να δώσει καθαρή και σαφή απάντηση στο απλό ερώτημα: «πού θα βρει τα λεφτά;»
Γνωρίζοντας όλοι μας τα ασφυκτικά όρια του προϋπολογισμού, πόσο ειλικρινείς μπορεί να είναι οι συγκεκριμένες διακηρύξεις; Μήπως καταφεύγει σε έναν ακραίο κυνισμό, θέλοντας να χαϊδέψει τα αυτιά των πολιτών;
Το βέβαιο είναι ότι προκειμένου να ψαρέψει σε θολά νερά, πολτοποιεί την πολιτική του, λειαίνει τις αιχμές της, υποκαθιστά τη στρατηγική του με έναν ανερμάτιστο τακτικισμό, ενώ την ίδια στιγμή υποδύεται τον διάδοχο του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ. Καταφεύγοντας σε ιστορικές αφαιρέσεις, ανασύρει από το παρελθόν πολιτικές και ρητορείες που δεν έχουν καμία σχέση με τις ανάγκες του σήμερα.
Τελικά το μόνο που επιτυγχάνει με την παλινδρόμησή του στο παρελθόν, είναι να μετατρέπεται σε πολιτικό συνήγορο όλων εκείνων των δυνάμεων που είναι υπεύθυνες για τον παρασιτικό, αντιπαραγωγικό, αντικοινωνικό χαρακτήρα του ελληνικού κράτους.
Ως εκ τούτου, ο ΣΥΡΙΖΑ σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σηματοδοτεί μια νέα μεταπολίτευση. Αντίθετα, λειτουργεί ως φορέας συντήρησης του μεταπολιτευτικού μοντέλου. Οι πολιτικές του κρατισμού, του λαϊκισμού, των συντεχνιακών συμφερόντων, του δημοσιονομικού εκτροχιασμού είναι οργανικά κομμάτια που συνέθεσαν και εξυπηρέτησαν αυτό το μοντέλο. Καμία νέα μεταπολίτευση δεν μπορεί να θεμελιωθεί όσο οι παλιές πολιτικές, οι παλιές ιδέες, οι παλιές δυνάμεις είναι κυρίαρχες.
Η χώρα δεν οδηγήθηκε στη χρεοκοπία μόνο εξαιτίας της κυβερνητικής φθοράς και των ανεπαρκειών που επέδειξαν τα δύο πρώην κόμματα εξουσίας, αλλά γιατί δεν ήθελε να αλλάξει τις αναχρονιστικές δομές της, γιατί συντηρούσε και συντηρεί έναν υπερβολικά δημόσιο τομέα. Οδηγήθηκε στη χρεοκοπία γιατί δεν ήθελε να αντιταχθεί στα συντεχνιακά συμφέροντα, γιατί δεν αντιμετώπισε τις στρεβλώσεις, τις αγκυλώσεις, τους λαϊκισμούς και τις πελατειακές σχέσεις.
Και το κυριότερο από όλα, γιατί αγνόησε τις δημοσιονομικές της δυνατότητες, γιατί αδιαφόρησε για τη συρρίκνωση της παραγωγικής της βάσης, γιατί κατανάλωνε περισσότερα από όσα μπορούσε να παράγει, γιατί δεν εναρμονίστηκε στοιχειωδώς με τα ευρωπαϊκά κεκτημένα.
Ζώντας στην αμεριμνησία, το πολιτικό σύστημα, οι κοινωνικοί εταίροι, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες περιχαρακώθηκαν στη διαχείριση του υπάρχοντος οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, μεταθέτοντας σε βάθος χρόνου τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές.
Συμπερασματικά, ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργώντας ως πολιτικός συνήγορος ενός κρατικοδίαιτου, ανορθολογικού και παρασιτικού συστήματος, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να λειτουργεί ως ανάχωμα για τις αλλαγές και τις τομές που έχουν ζωτική ανάγκη η χώρα, η κοινωνία, οι πολίτες.