Powergame.gr
2 Ιουνίου 2021
Οι συνεχείς ανασχηματισμοί ήταν προσφιλής τακτική του Ανδρέα Παπανδρέου, ιδιαίτερα στη δεκαετία του ’80. Έτσι, ανακάτευε την κυβερνητική τράπουλα. Επιχειρούσε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ανεπάρκειας των υπουργών του. Να ξεπεράσει τις όποιες δυσλειτουργίες. Να αναβαπτίσει τις σχέσεις εμπιστοσύνης με τους ψηφοφόρους του. Και βεβαίως, να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες των βουλευτών του. Μάλιστα κατ’ ευφημισμόν αποκαλούσε τη συγκεκριμένη τακτική «αναδόμηση», θέλοντας να της προσδώσει ουσιαστική διάσταση.
Παρ’ όλα αυτά η επιμονή του ήταν φυσικό να εγείρει προβληματισμούς και ενστάσεις. Ακόμη και εντός των κομματικών τειχών. Και τούτο διότι ορισμένες επιλογές του υπολείπονταν πραγματικής αξίας. Έτσι κάποια στιγμή ένας στενός του συνεργάτης πήρε την απόφαση να συζητήσει το ζήτημα μαζί του.
Ο αείμνηστος πρωθυπουργός, χαρισματικός στην επικοινωνία, άκουσε με ενδιαφέρον και προσοχή τις σκέψεις του συνεργάτη του. Χωρίς να αμφισβητεί τη χρησιμότητα των κυβερνητικών αλλαγών, ο συνομιλητής του τού πρότεινε κάτι πρωτότυπο: Να ζητήσει από όλους τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να γράψουν σε μια κόλλα χαρτί ποιο υπουργείο επιθυμούν να αναλάβουν. Και πρωτίστως γιατί να το αναλάβουν, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα αν γνωρίζουν το συγκεκριμένο αντικείμενο. Με αυτόν τον τρόπο θα αξιολογούσε τις γνώσεις του καθενός, συνδυάζοντάς τες με την πολιτική του υποδομή και τη διαχειριστική του ικανότητα.
Τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου τού απάντησε πως στην περίπτωση αυτή θα δυσκολευθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, διότι οι περισσότεροι δεν θα «πιάσουν ούτε τη βάση!» Με την οξύνοια που τον διέκρινε έθεσε με ωμό τρόπο την έλλειψη προσόντων σε σημαντικό κομμάτι των βουλευτών του.
Αν και έχουν περάσει πολλά χρόνια από εκείνη την εποχή, δύσκολα θα υποστηρίξει κάποιος ότι δεν υπάρχουν ανάλογα προβλήματα σε τμήμα της σημερινής πολιτικής τάξης. Το έλλειμμα πολιτικής και διαχειριστικής επάρκειας εμφανίζεται έντονο, τόσο στον χώρο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης. Η μετριότητα είναι συνυφασμένη με την κομματοκρατία. Η αξιοσύνη βάλλεται διαρκώς και παραγκωνίζεται. Τα πολιτικά ανοίγματα ενοχοποιούνται. Η στροφή στην τεχνοκρατική γνώση υπονομεύεται.
Αποκαλυπτικό παράδειγμα, ο τελευταίος κυβερνητικός ανασχηματισμός. Δεν υπαγορεύτηκε από αξιοκρατικά κριτήρια. Ούτε αποσκοπούσε στην ενίσχυση κάποιων μεταρρυθμιστικών στοχεύσεων. Έγινε απλώς και μόνο για να καμφθούν και να διασκεδαστούν οι αντιδράσεις γαλάζιων βουλευτών. Άλλωστε, η υπουργοποίηση των περισσοτέρων κάθε άλλο παρά επιτυχής και αποτελεσματική αποδείχθηκε. Στην πλειονότητά τους εμφανής είναι η ακαταλληλότητα και η ανεπάρκειά τους.
Το ίδιο παρατηρούμε να συμβαίνει και στην αντιπολίτευση. Στον ΣΥΡΙΖΑ πλειάδα στελεχών, τα οποία αποπνέουν παρελθόν, δείχνουν ότι η σχέση του κόμματος με την αξιοσύνη παραμένει ζητούμενο. Και τούτο την ώρα που υποτίθεται πως επαγγέλλεται τη μετεξέλιξη και διεύρυνσή του. Στο ΚΙΝΑΛ η αποψίλωση από άξιους που επέβαλε η αρχηγός είναι πρωτοφανής. Το κρατά στάσιμο και αφυδατωμένο.
Αναμφισβήτητα, ο κανόνας που κυριαρχεί στην επιλογή στελεχών υπαγορεύεται από κοντόφθαλμες και απαίδευτες αντιλήψεις. Και προπαντός από εσωκομματικές σκοπιμότητες. Οι ικανοί συνήθως περιθωριοποιούνται. Απεναντίας, επικρατούν μονάχα οι αρεστοί στο στενό πυρήνα των κομμάτων. Αλλά και εκείνοι που εξυπηρετούν τις επιδιώξεις των ηγεσιών. Το διαπιστώνουμε, παρακολουθώντας τα όσα συμβαίνουν στο σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Όπως έχει εμπράκτως αποκαλυφθεί το πρόβλημα της πολιτικής υστέρησης που διαχρονικά αντιμετωπίζει η Ελλάδα είναι υπαρκτό και μεγάλο. Οφείλεται στις στρεβλώσεις και στις αγκυλώσεις του ίδιου του κομματικού συστήματος, στους αναχρονισμούς και στις καθυστερήσεις, στην πελατειακή και συντεχνιακή οργάνωση που με συνέπεια υπηρετούν κυβερνητικές και αντιπολιτευτικές δυνάμεις. Και κυρίως στην επικράτηση της μετριότατης πολιτικής και κομματικής τάξης. Η περιπέτεια της χρεοκοπίας αυτό ακριβώς επιβεβαίωσε.
Παρά τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν, ακόμη και σήμερα η αξιοσύνη μετά δυσκολίας κερδίζει έδαφος. Οι άξιοι και οι ικανοί αντί να χαίρουν εκτίμησης εισπράττουν τη δυσπιστία, την άρνηση και τη διαβολή.