Εφημερίδα Η Αξία
24 Αυγούστου 2013
Το ζήτημα των πλειστηριασμών, το οποίο βρέθηκε για πολλές μέρες στο επίκεντρο της επικαιρότητας, επιβεβαίωσε ότι ο λαϊκισμός είναι ένα ισχυρό πολιτικό υπόστρωμα το οποίο διαπερνά το σύνολο των κομματικών δυνάμεων. Το φαινόμενο αυτό κάθε άλλο παρά καινούργιο είναι. Οφείλεται στις παθογένειες, στις στρεβλώσεις και στην υπανάπτυξη που αντιμετωπίζει η χώρα επί πολλές δεκαετίες. Γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στη βάση πελατειακών πολιτικών, τις οποίες το κομματικό σύστημα πριμοδοτούσε ασύστολα.
Αντιμετωπίζοντας τους πολίτες ως πελάτες, ο λαϊκισμός διακινεί στην πολιτική αγορά ό,τι ακούγεται ευχάριστο, αλλά και δεν έχει κόστος. Ενδυόμενος μια ψευδεπίγραφη λαϊκότητα, κολακεύει τους πολίτες, χαϊδεύει αυτιά, υπόσχεται λαγούς με πετραχήλια. Απευθυνόμενος στα άγρια ένστικτά τους, πλειοδοτεί ανορθόδοξες και αντικοινωνικές συμπεριφορές. Καταργεί την ατομική ευθύνη, επιτρέποντας στον κάθε πολίτη να αποποιείται τις υποχρεώσεις του.
Καλλιεργεί μια παράδοξη κοινωνική και ταξική μισαλλοδοξία εναντίον κάποιων μυστήριων και απροσδιόριστων δυνάμεων που θεωρεί ότι αντιστρατεύονται το κοινωνικό συμφέρον. Ανέχεται πράξεις ανομίας και αυθαιρεσίας, πιστεύοντας ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Για το λαϊκισμό, οι πολίτες είναι μια ενιαία διαταξική κοινωνική ομάδα με κοινά συμφέροντα, τα οποία αντιπαλεύουν οι δυνάμεις της αγοράς, οι κεφαλαιοκράτες, οι τραπεζίτες, το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, ο νεοφιλελευθερισμός, κ.α.
Έτσι επινοείται και αναπαράγεται μια μυθοπλαστική αντίληψη για τον λαό. Υπεράνω όλων είναι μόνο αυτός. Στο όνομά του μπορούν να γίνουν τα πάντα, ακόμη και αν κάποια από αυτά αντιβαίνουν τη στοιχειώδη λογική, τους κανόνες μιας ευνοούμενης πολιτείας, τις δυνατότητες της χώρας και της οικονομίας. Είναι ο υπέρτατος θεσμός, όλοι οι άλλοι έπονται.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η στάση που κράτησε η πλειονότητα της πολιτικής τάξης ως προς το ενδεχόμενο άρσης της απαγόρευσης των πλειστηριασμών. Όλοι οι δανειολήπτες μπήκαν στο ίδιο καλάθι. Στην πραγματικότητα, για όλους ζητήθηκε να έχουν την ίδια μεταχείριση. Ο άνεργος και ο χαμηλόμισθος που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το στεγαστικό τους δάνειο, αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως ο μπαταξής, ο μεγαλοκαταθέτης, ο προνομιούχος.
Τις τελευταίες μέρες είδαμε εκπροσώπους της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της ΔΗΜ.ΑΡ. και άλλων να ζητάνε μετ’ επιτάσεως την παράταση μιας ρύθμισης η οποία αντιστρατεύεται τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, αλλά είναι και κοινωνικά άδικη και προκλητική. Επικαλούμενοι το λαϊκό συμφέρον, για άλλη μια φορά συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι βουλευτές συμπεριφέρονται με αποκλειστικό γνώμονα την άγρα ψήφων. Αυτή είναι η πεμπτουσία της πολιτικής τους συμπεριφοράς.
Καθοδηγούμενοι από αμιγώς λαϊκιστικές αντιλήψεις, αγνοούν το γενικό συμφέρον της χώρας, αδιαφορούν για την υστέρηση και υπανάπτυξή της, σφυρίζουν αμέριμνα ακόμη και όταν βλέπουν τα προβλήματα της οικονομίας να αποκτούν εκρηκτικές διαστάσεις, πλειοδοτούν κραυγαλέα αντικοινωνικά αιτήματα, αντιμετωπίζουν το τραπεζικό σύστημα ως εκδοτήριο αστείρευτων χρημάτων τα οποία μπορούν να διανέμουν αφειδώς στους πολίτες.
Προτιμούν να κρύβονται πίσω από διάφορες πολιτικές κορώνες πουλώντας το μοναδικό προϊόν που διαθέτουν, που δεν είναι άλλο από την κολακεία των πολιτών, φτάνοντας στο σημείο να υιοθετούν ανεδαφικά, άκαιρα, ακόμη και παράλογα αιτήματα. Φαίνεται πλέον καθαρά ότι η λογική «λεφτά υπάρχουν» έχει διαχυθεί στο σύνολο των κομματικών δυνάμεων, αποκτώντας φανατικούς υποστηρικτές μέσα σε αυτό. Για τους φορείς του λαϊκισμού, η δημοσιονομική εξυγίανση είναι ένα δόλιο τέχνασμα των αγορών, των τραπεζών και των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων.
Τα δημόσια οικονομικά της χώρας και η ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος δεν έχουν καμία σχέση με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των πολιτών, ούτε συνδέονται με την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να είναι υγιής και ανταγωνιστική. Πεποίθησή τους είναι ότι οι πολιτικές της δημοσιονομικής εξυγίανσης, των διαρθρωτικών αλλαγών, των αποκρατικοποιήσεων, των μεταρρυθμίσεων, είναι επινόηση όλων αυτών που αντιστρατεύονται τα λαϊκά συμφέροντα.
Το βέβαιο είναι ότι ο λαϊκισμός, που είναι ο φυσικός και ηθικός αυτουργός για τη χρεοκοπία της χώρας, είναι ανασταλτικός παράγοντας για την έξοδο από την κρίση. Η ισχύς και η δύναμή του κάθε άλλο παρά αμελητέες είναι. Μάλιστα, σε περιόδους όξυνσης των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων βρίσκει γονιμότερο έδαφος προκειμένου να αναπτυχθεί. Το ακροατήριό του διευρύνεται, καταλύοντας τις γνωστές πολιτικές διαιρέσεις, γι’ αυτό είναι διακομματικό και διαπαραταξιακό.
Οι φορείς του διαπλέκονται στενά στο χώρο της πολιτικής, του κράτους, της αυτοδιοίκησης, των συντεχνιών, ακόμη και της οικονομίας. Στην πραγματικότητα, λειτουργεί ως ένα άτυπο και ενιαίο πολιτικό μέτωπο, έχοντας ως μοναδική συνεκτική ουσία την υπεράσπιση ενός παρασιτικού, φαύλου, ακόμη και αχρείου μοντέλου οργάνωσης και διοίκησης της χώρας και της κοινωνίας. Ο ανορθολογισμός που πρεσβεύει είναι ένα ισχυρό τοξικό προϊόν.
Συμπερασματικά, ο λαϊκισμός δεν αντιπαλεύεται με δυσδιάκριτες πολιτικές. Η αντιπαράθεση μαζί του προϋποθέτει σαφείς οριοθετήσεις και καθαρές θέσεις. Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ελλοχεύει περισσότερο στη διαβρωτική δύναμη και επιρροή που έχει ο λαϊκισμός στις τάξεις των δύο κομμάτων, παρά στη λήψη επώδυνων αλλά αναγκαίων μέτρων.
Οριοθετώντας τις πολιτικές της έναντι του λαϊκισμού, μπορεί να αποκτήσει την απαιτούμενη στιβαρότητα και αποφασιστικότητα, εκπέμποντας ένα καθαρό και ηχηρό μήνυμα ως προς τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που επιδιώκει να πραγματοποιήσει.