Μαρία Κατσουνάκη
Η Καθημερινή, 14/02/2021
«Eπιμένετε να μιλάτε για καταστολή και όχι για πρόληψη ή για αποτροπή. Σαν να μην χωρά στη λογική σας ότι μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς επιθέσεις και καταστροφές. Και ότι τα επεισόδια αποτελούν για εσάς προϋπόθεση, αδιαπραγμάτευτο όρο της καθημερινότητας. Γι’ αυτό και η αμήχανη αδυναμία σας να εισηγηθείτε οτιδήποτε θετικό. Είναι θλιβερό πραγματικά ότι δεν μπορείτε καθόλου να αλλάξετε και παραμένετε δέσμιοι των αγκυλώσεων και των ιδεοληψιών σας».
Το απόσπασμα από την ομιλία του πρωθυπουργού, την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή, στη συζήτηση του σχεδίου νόμου για τα ΑΕΙ, συνοψίζει το ψυχογράφημα του ΣΥΡΙΖΑ. Η παρουσία του στη Βουλή αυτές τις ημέρες, οι τοποθετήσεις βουλευτών και του προέδρου του περιστρέφονταν λίγο πολύ γύρω από το ίδιο νήμα: αυταρχισμός, καθεστώς φόβου και επιτήρησης, συρρίκνωση της δημόσιας εκπαίδευσης, περισσότερος χώρος στους ιδιώτες, ένα νομοσχέδιο, εν ολίγοις, που μοιάζει με «συμβόλαιο συμφερόντων».
Μπορεί η αξιωματική αντιπολίτευση να υπάρξει χωρίς σενάρια «επιθέσεων και καταστροφών»; Υπάρχει πολιτική ζωή γι’ αυτήν χωρίς «επεισόδια», χωρίς τη διαρκή απειλή τερατογενέσεων από το κατεστημένο και τις ελίτ;
Ο πρωθυπουργός, από τη δική του πλευρά, αντιδρά «σε ένα ανορθολογικό καθεστώς που ανακυκλώνει την καθήλωση» και επιδιώκει με το νομοσχέδιο να αντιμετωπίσει προβλήματα δεκαετιών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ας αφήσουμε όμως το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, πλέον ψηφισμένο νόμο. Αν κάνουμε ένα βήμα προς τα πίσω χάριν της μεγάλης εικόνας, τι βλέπουμε; Τις δύο όψεις που διακρίνει ο πρωθυπουργός; «Συντηρητικός είναι όποιος συντηρεί αυτά που δεν αξίζουν να συντηρηθούν. Προοδευτικός όποιος θέλει να τα αλλάξει και να τα κάνει καλύτερα». Ποιοι αντιστοιχούν σε αυτά τα σχήματα; Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντιλαμβάνεται το 2021 σαν το οργουελικό «1984». Ο κόσμος που προοιωνίζεται η κυβέρνηση είναι, κατά τη γνώμη του, δυστοπικός και ζοφερός, αστυνομοκρατούμενος και με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς σε πλήρη ανάπτυξη.
Ποια είναι η πραγματικότητα; Προσδιορίζεται από τα κόμματα βάσει του εκλογικού ακροατηρίου τους; Η αντιπαράθεση για τα ΑΕΙ είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα πλευρά: Η πραγματικότητα είναι τόσο σύνθετη και μεταβαλλόμενη, ώστε ο καθένας «αγοράζει» αυτό που μπορεί να διαχειριστεί. Oσο πιο πανικόβλητο είναι ένα κόμμα τόσο πιο περιορισμένη οπτική έχει και τόσο αγκιστρώνεται σε μια μονοθεματική ανάγνωση του κόσμου που μας περιβάλλει.
Η συγκυρία είναι δύσκολη και περίπλοκη. Το ίδιο επαναλαμβάνουμε, βέβαια, στη χώρα μας από το 2010 μέχρι σήμερα. Oχι για τους ίδιους λόγους ούτε για τις ίδιες συνθήκες.
Η διαμόρφωση στρατηγικών και η λήψη αποφάσεων προϋποθέτει μεγάλα αποθέματα αντοχών, ψυχραιμίας και κατανόησης μιας ευρείας γκάμας προβλημάτων που αρχίζουν από την οικονομία και φτάνουν έως την ψυχική υγεία των κοινωνιών.
Ο πολύμηνος εγκλεισμός όμως ενίσχυσε και κάτι ακόμη: την εξάρτηση από το «προφίλ», ψηφιακό ή επικοινωνιακό, τη δέσμευση στην εικόνα. Κεντροδεξιός, αριστερός, αενάως διαμαρτυρόμενος, κ.ο.κ., πρέπει να συνοδεύονται από τις ανάλογες όχι μόνο ιδεολογικές αναφορές αλλά συμπεριφορές: φωτογραφίες, δράσεις, επιλογές προσώπων που συναντούν, αυξημένο ενδιαφέρον για τα ζώα, για το κλίμα, το περιβάλλον, και πάει λέγοντας.
Η εξάρτηση όμως από την εικόνα και η χειραγώγηση μέσω της εικόνας, τέχνη παλιά μεν αλλά διαρκώς ανανεούμενη και όλο και πιο απαιτητική, ενέχει κινδύνους. Eνας εξ αυτών, η συμμόρφωση. Τα κωδικοποιημένα μηνύματα που πρέπει να σταλούν στον παραλήπτη πολίτη/ψηφοφόρο πρέπει να είναι όλο και πιο σαφή και καθαρά, καθώς δεν υπάρχει επιπλέον χρόνος για επεξεργασία. Το ίδιο και ο λόγος. Οι πολιτικές ομιλίες γίνονται όλο και πιο «συνθηματικές», με σλόγκαν και φράσεις ομοιοκατάληκτες (παράδειγμα: «κανένα τάγμα εφόδου δεν έχει θέση στον κόσμο της προόδου»).
Η συμμόρφωση, είτε αφορά καθηλώσεις και εμμονές (όπως οι διαρκείς αναφορές στον αυταρχισμό, στην επιτήρηση) είτε αποθεώνει μονομερώς την «αγορά», οδηγεί στον ίδιο συντηρητικό πυρήνα. Το σχήμα είναι περίκλειστο. Δεν αναπνέει. Αναγνωρίζει μόνο ορκισμένους εχθρούς ή ορκισμένους φίλους. Οι μεν ενισχύουν την τοξικότητα, οι δε την αλαζονεία. Και οι δύο την ακρισία. «Ελευθερία είναι το δικαίωμα να λες στους ανθρώπους αυτό που δεν θέλουν ν’ ακούσουν», έλεγε ο Oργουελ.