Εφημερίδα Τα Νέα
17 Ιανουαρίου 2019
Η κρίση επέφερε την πολτοποίηση του πολιτικού συστήματος. Οι σταθερές της μεταπολιτευτικής περιόδου ανατράπηκαν πλήρως. Το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, που κυβέρνησε πάνω από είκοσι χρόνια, δεν είναι πια παρά η σκιά του εαυτού του. Η εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε το κομματικό στερέωμα.
Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Τα πολιτικο-ιδεολογικά ρεύματα που ενσαρκώνουν Τσίπρας και Μητσοτάκης είναι υπαρκτά και ισχυρά. Το ΚΙΝΑΛ αδυνατεί να μπει σφήνα στον νέο δικομματισμό. Τα μικρά κόμματα, υποχωρούν σημαντικά.
Το πολιτικό σκηνικό αναδιατάσσεται. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά του δεν έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Οι πρόσφατες εξελίξεις το ρευστοποιούν περαιτέρω. Η κυβερνητική συμπόρευση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και των άλλων συνοδοιπόρων τους, συνιστά συγχώνευση. Και τούτο διότι εδράζεται στο κοινό υπόστρωμα του εθνολαϊκισμού. Είτε αριστερόστροφος είτε δεξιόστροφος, λειτουργεί σαν συγκολλητική ουσία. Η αποχώρηση του Καμμένου δεν αναιρεί το υπόδειγμα, στο οποίο στηρίχθηκαν από την αρχή οι κυβερνητικοί εταίροι.
Ο Αλέξης Τσίπρας, αναμφίβολα, αποδείχτηκε δυνατός παίχτης. Αξιοποιώντας τα οξυμένα προβλήματα, αλλά και την απαξίωση της παλιάς κομματικής τάξης δημιούργησε πολιτικό κεφάλαιο. Οι χαμηλές κυβερνητικές επιδόσεις, όμως, το έπληξαν δραστικά. Η έλλειψη διαχειριστικής και πολιτικής επάρκειας, η αναποτελεσματικότητά του ως πρωθυπουργού απομείωσαν την επιρροή και την απήχησή του. Ο τακτικισμός του έδειξε τα όριά του. Η απουσία στιβαρότητας τον εκθέτει ανεπανόρθωτα. Παράδειγμα, η ανοχή του απέναντι στον εταίρο του, καθώς και ο τρόπος που χειρίστηκε την έξοδό του από την κυβέρνηση.
Η ηγετικότητά του υπέστη πλήγματα. Τα πλεονεκτήματα που διέθετε τα υπονόμευσε ο ίδιος. Πλέον επικυριαρχούν τα μειονεκτήματά του. Όσο κι αν επιμένει να αυτοσυστήνεται ως ο μόνος αδιάφθορος και φορέας του νέου, δεν πείθει. Η αντιδιαστολή που επιχειρεί με το παλιό και διεφθαρμένο –όπως διατείνεται- σύστημα, ακυρώνεται από τον βίο και την πολιτεία της κυβέρνησής του.
Η φθορά που εισπράττει αποτρέπει την ανάκτηση του χαμένου εδάφους. Τα προσφιλή του στρατηγήματα είναι ατελέσφορα. Η επίκληση του Μακεδονικού για να διεμβολίσει το κεντραοαριστερό εκλογικό ακροατήριο πέφτει στο κενό. Η επένδυση στο αποκαλούμενο «προοδευτικό μέτωπο» μοιάζει χωρίς αντίκρισμα. Η ανάκληση των αντιδεξιών αντανακλαστικών δεν φαίνεται να αποδίδει τους προσδοκώμενους καρπούς.
Το φλέγον πρόβλημα για τον Τσίπρα είναι το αντι-ΣΥΡΙΖΑ κλίμα, όπως καταγράφεται στις ποιοτικές έρευνες της κοινής γνώμης. Δεν αποτελεί εφεύρημα των αντιπάλων του. Αποτυπώνει τη δυσαρέσκεια για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, αλλά και το ύφος και ήθος της συριζαίϊκης εξουσίας και πρακτικής. Οι πολίτες που αντιτάσσονται στο κυβερνών κόμμα εμφανίζουν έντονη τιμωρητική διάθεση. Μάλιστα, η πλειονότητά τους έχει διακομματική και διαταξική προέλευση. Πρωτίστως αυτοτοποθετείται στο Κέντρο, με κεντροαριστερή αναφορά και σήμανση.
Ο συγκεκριμένος χώρος είναι η αχίλλειος πτέρνα του Τσίπρα. Αντιθέτως, ο Μητσοτάκης φαίνεται να διαθέτει διείσδυση και αποδοχή. Το πλεονέκτημά του αυτό τού προσδίδει δυναμική.
Μετά τον κατακερματισμό που προκάλεσε η κρίση, οι δυνάμεις που διατηρούν προνομιακές σχέσεις με τον κεντρώο ή κεντρογενή χώρο, έχουν και τις προϋποθέσεις να κερδίσουν τη μάχη της επικράτησης.