Η κυριαρχία του φόβου

Iefimerida.gr
28 Σεπτεμβρίου 2021

Υπάρχουν στιγμές που αποτυπώνουν με τον καλύτερο τρόπο τη δραματική διάσταση των προβλημάτων μας. Μια τέτοια ήταν τα όσα τραγελαφικά συνέβησαν εξαιτίας της παρουσίας του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου στα εγκαίνια του «Σπιτιού της Τουρκίας» στη Νέα Υόρκη, εκπροσωπώντας τον Οικουμενικό Πατριάρχη.

Η αυτονόητη αυτή παρουσία ενεργοποίησε τα φοβικά αντανακλαστικά της κυπριακής και ελληνικής κυβέρνησης. Ουσιαστικά, επιβεβαίωσε τους οργανικούς δεσμούς τους με τη μικροπολιτική, την ψηφοθηρία, τον λαϊκισμό και κατ’ επέκταση τον εναγκαλισμό τους με τον ανορθολογισμό.

Όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, πρόκειται για «βαθιά ανιστόρητη και μυωπική αντίδραση, που δείχνει την πλήρη απουσία αίσθησης για το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις σχέσεις του με τον Ελληνισμό».

Την ώρα που θα έπρεπε η εξωστρέφεια να χαρακτηρίζει τις δύο χώρες, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Ο φόβος εν τέλει ήταν και εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος αντίπαλος. Έτσι, άλλωστε, μπορούμε να ερμηνεύσουμε το τέλμα του Κυπριακού, αλλά και την αδυναμία της Ελλάδας να θεμελιώσει και να υλοποιήσει στιβαρή και αποτελεσματική στρατηγική έναντι του τουρκικού τυχοδιωκτισμού.

Τα αδιέξοδα τα οποία ανακύπτουν, πρωτίστως οφείλονται στις επιλογές της ιθύνουσας πολιτικής τάξης τόσο σε Λευκωσία όσο και Αθήνα. Δεν είναι μονάχα κοντόφθαλμες και απαίδευτες. Κυρίως αποδεικνύονται ατελέσφορες. Στερούνται τη δυνατότητα να συνδέσουν το Μίκρο με το Μάκρο.

Τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός έχουν βαθιές ρίζες. Και παραμένουν εκκρεμή, λόγω των πολιτικών που ακολουθούνταν μέχρι τώρα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι μοναδική επιτυχία μετά την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο υπήρξε η προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κι αυτό γιατί μεσολάβησε η Συμφωνία του Ελσίνκι με αρχιτέκτονα τον Κώστα Σημίτη.

Δίχως τις φωτεινές ηγεσίες του Γιώργου Βασιλείου και του Γλαύκου Κληρίδη, καθώς και την καταλυτική συνδρομή του Γιάννου Κρανιδιώτη η Κυπριακή Δημοκρατία θα ζούσε ακόμη τον μύθο του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Η παλινδρόμησή της σε εσωστρεφείς και φοβικές πολιτικές είχε ως συνέπεια την αποτελμάτωση του Κυπριακού. Η απόρριψη το Σχεδίου Ανάν και το ναυάγιο του Κραν Μοντανά διεύρυναν και εμπέδωσαν τα αδιέξοδα, επιτείνοντας περαιτέρω την αρνητική διάθεση σημαντικού τμήματος των Ελληνοκυπρίων ως προς τη λύση.

Η πλειονότητά της ελληνοκυπριακής πολιτικής τάξης μοιάζει να έχει συμφιλιωθεί με τα τετελεσμένα. Έτσι αφήνει ορθάνοιχτη την προοπτική του διαμελισμού. Και το κυριότερο, επιτρέπει στην Τουρκία να συνεχίσει ακάθεκτη την προώθηση των στρατηγικών της επιδιώξεων. Η εκλογή του Τατάρ, σε συνδυασμό με την ενοχοποίηση των προοδευτικών τουρκοκυπριακών ηγεσιών Ακιντζί και Ταλάτ, συνιστά εξαιρετικά δυσμενή εξέλιξη.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά, η προεδρία Αναστασιάδη, αντί να επιδείξει την απαιτούμενη στιβαρότητα και αποφασιστικότητα, κατέφυγε σε αμφίσημες αντιλήψεις και ανερμάτιστες προσεγγίσεις. Αντί να αξιοποιήσει τις καθαρές θέσεις του διεθνούς παράγοντα και ιδιαίτερα του ΟΗΕ, οι οποίες εδράζονται στη δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία, θόλωσε επικίνδυνα τις στοχεύσεις της. Περιπλανήθηκε στα βαλτωμένα νερά, εκπέμποντας αντιφατικά μηνύματα. Κάποια στιγμή σε παρασκηνιακές διαβουλεύσεις άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει ακόμη και τη λύση των δύο κρατών. Στη συνέχεια και έπειτα από ηχηρές διαψεύσεις επανάκαμψε στο Πλαίσιο Γκουτέρες, όταν και με ευθύνη της είχε ήδη διαμορφωθεί για εκείνη μια βαριά περιρρέουσα ατμόσφαιρα.

Το παράδοξο δε είναι ότι μόλις προσφάτως στο Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου τέθηκε από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη το ζήτημα της επιστροφής στο Σύνταγμα του ’60. Μια πρόταση που βρίσκεται στον αντίποδα της επίσημης κυπριακής θέσης μετά τη Συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς. Κι όλα αυτά όταν η τουρκική πλευρά επιχειρεί να ανατρέψει συμφωνίες και ψηφίσματα, τα οποία τα Ηνωμένα Έθνη, αλλά και η διεθνής πολιτική, εύλογα τα στηρίζουν και που εδώ και χρόνια έχουν κατοχυρώσει οι Ελληνοκύπριοι.

Οι παλινωδίες, οι αντικρουόμενες θέσεις και οι αμφισημίες της ηγεσίας του νησιού, το μόνο που επιτυγχάνουν είναι η διαιώνιση των στρατηγικών αδιεξόδων, ενώ ενέχουν και τον κίνδυνο της οριστικής διχοτόμησης.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *