Κώστας Σημίτης
Εφημερίδα των Συντακτών, 4/11/2017
Η έναρξη της συζήτησης σε θεσμικό επίπεδο για την εξέλιξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης είχε οριστεί για το τέλος του 2017. Τότε θα είχαν ολοκληρωθεί οι εκλογικές διαδικασίες στη Γερμανία, στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες της Ενωσης. Οι νέες πια κυβερνήσεις θα διέθεταν την εντολή να χειριστούν τα εκκρεμή για καιρό προβλήματα. Η συζήτηση όμως ήδη άρχισε, αν και στη Γερμανία δεν έχει σχηματιστεί ακόμη νέα κυβέρνηση. Αιτία ήταν κατά κύριο λόγο η ομιλία του Γάλλου πρωθυπουργού Μακρόν στις 26 Σεπτεμβρίου για την «επανίδρυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης» αλλά και η ομιλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ.-Κ. Γιούνκερ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την «κατάσταση της Ενωσης».
Οι περισσότερες χώρες δεν έχουν ακόμη διατυπώσει θέσεις. Περιμένουν την εξέλιξη της συζήτησης για να εκφραστούν. Τα κύρια θέματα έχουν πάντως επισημανθεί στη δημόσια συζήτηση εδώ και χρόνια.
Θα αναφερθώ σε μερικά κύρια ερωτήματα.
• Πρόοδος της ευρωπαϊκής συνεργασίας σε όλους τους τομείς ή περιορισμός της διεύρυνσης της Ενωσης σε μερικά βασικά θέματα, όπως είναι η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η αμυντική συνεργασία;
Σε πολλές χώρες υπάρχουν πολιτικές παρατάξεις που θεωρούν αναγκαία την ύπαρξη ενός εθνικού χώρου, στον οποίο ευρωπαϊκές παρεμβάσεις δεν θα είναι δυνατές. Στελέχη π.χ. της ελληνικής κυβέρνησης συζητούν τη δυνατότητα δημιουργίας τράπεζας, η οποία δεν θα υπάγεται στην εποπτεία ούτε της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ούτε της Τραπέζης της Ελλάδος.
Η εθνικολαϊκιστική νοοτροπία παραβλέπει ότι, λόγω της στενής σύνδεσης/αλληλεξάρτησης των οικονομιών και των κοινωνιών σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, αυτόνομες πολιτικές για κοινά προβλήματα δεν είναι πια δυνατές. Η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, οι κερδοσκοπικές τακτικές στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, η προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι θέματα που αποδεικνύουν την ανάγκη της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας συνεργασίας. Η εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας είναι ίσως το πιο χτυπητό παράδειγμα των αρνητικών συνεπειών που συνεπάγεται η αγνόηση του περιβάλλοντος.
• Συνέχιση του υπάρχοντος πλαισίου για τη λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης ή διαμόρφωση ενός νέου με την ολοκλήρωση της σημερινής ημιτελούς αρχιτεκτονικής, που θα επιτρέπει ταχύτερες και πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις;
Υπάρχουν διάφορες προτάσεις, π.χ. να υπάρξει ξεχωριστός προϋπολογισμός για την ευρωζώνη, να οριστεί υπουργός Οικονομικών της ευρωζώνης, ώστε να μην απαιτούνται για όλα τα θέματα συζητήσεις του Eurogroup. Να υπάρξει μια σταθερή επεξεργασμένη πολιτική που θα εφαρμόζεται άμεσα και να μην εξαρτάται από συνεχείς αποφάσεις του Eurogroup. Πιο ριζική είναι η πρόταση δημιουργίας μιας ενισχυμένης ευρωπαϊκής οικονομικής εκτελεστικής εξουσίας με εκτεταμένα δικαιώματα. Θα επεξεργάζεται σε καταστάσεις κρίσεως την οικονομική πολιτική των κρατών-μελών.
• Ως προς την ανεύρεση των αναγκαίων πόρων για τις ενωσιακές πολιτικές προτείνεται η θέσπιση ενός ισχυρότερου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και η διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής ανάπτυξης και απασχόλησης.
Οι αναγκαίοι πόροι θα προέρχονται είτε από ποσοστό του φόρου εισοδήματος που καταβάλλουν τα νομικά πρόσωπα σε κάθε κράτος-μέλος ή από τη θέσπιση φόρου επί των μεταβιβάσεων κεφαλαίων, π.χ. ενός ποσοστού 0,05%. Στόχος είναι η χρηματοδότηση επενδύσεων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας με ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Αναγκαία θεωρείται επίσης η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, με τη μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας( ΕΜΣ) όπως το ΔΝΤ, το οποίο θα χρηματοδοτεί τα κράτη-μέλη που παρουσιάζουν φαινόμενα οικονομικής κρίσης. Δεν θα τα εποπτεύει όμως, όπως το ΔΝΤ. Ενα από τα σημαντικά προβλήματα είναι το θέμα των διαφορών οικονομικού επιπέδου μεταξύ των κρατών-μελών, γενικότερα μεταξύ Βορρά και Νότου. Αναγκαία κρίνεται η ύπαρξη οικονομικής πολιτικής σύγκλισης, που θα στοχεύει στον περιορισμό των αναπτυξιακών διαφορών μεταξύ των κρατών-μελών.
Η Γερμανία (αλλά και άλλες χώρες) αντιτίθενται σθεναρά σε όποιες προτάσεις διατυπώνονται για μια σταθερή οικονομική στήριξη σε κράτη-μέλη. Θεωρούν ότι το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται ήδη και θα ρυθμίζεται και μελλοντικά στο πλαίσιο των ειδικών υφισταμένων προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως τα διαρθρωτικά προγράμματα. Επισημαίνουν ότι ορισμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, δεν απορροφούν όλα τα χρήματα που τους δίνονται. Θεωρούν επίσης ότι η χρηματοδότηση κρατών -είτε μέσω ενός ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, είτε ως στήριξη οικονομικά ασθενέστερων μελών- πρέπει να πραγματοποιείται μόνο με μηχανισμούς που εξασφαλίζουν τις αρχές του ελέγχου, της υπευθυνότητας και της αιρεσιμότητας. Δεν είναι δυνατές οι ανέλεγκτες παροχές χρημάτων.
Η οικονομική πολιτική της Ενωσης δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στον περιορισμό των ελλειμμάτων των κρατών-μελών. Η προσπάθεια αυτή, αν και αναγκαία, έχει ως συνέπεια να μη δίνεται η οφειλόμενη προσοχή σε προβλήματα ανάπτυξης, ανταγωνιστικότητας της Ενωσης και προώθησης τεχνολογικών καινοτομιών. Χρειάζεται λοιπόν να επανεξεταστούν οι κύριοι οικονομικοί στόχοι. Μόλις πρόσφατα π.χ. η Ενωση ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της ρομποτικής τεχνολογίας, όταν η Κίνα προσπάθησε να αγοράσει μία από τις πιο αναπτυγμένες επιχειρήσεις του τομέα στη Γερμανία. Αποφασίστηκε να μην επιτραπεί η πώληση και επισημάνθηκε ότι θα πρέπει να διαμορφωθεί κοινή πολιτική για την υψηλή τεχνολογία.
Ως σημαντικοί στόχοι αναφέρονται συχνότατα η μείωση της ανεργίας και η κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά συγκεκριμένα μέτρα δεν λαμβάνονται. Ενδεικτικό είναι ότι η ίδια Επιτροπή σημειώνει πως η πρόοδος που καταγράφεται είναι ισχνή σε σχέση με την ανεργία των νέων, αν και πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά θέματα.
Πρόβλημα θεωρείται, σχεδόν από το σύνολο των κυβερνήσεων, ο τρόπος θεσμοθέτησης νέων κανόνων. Η αλλαγή των Συνθηκών -αν και είναι απαραίτητη σε πολλά θέματα- είναι ένα επίπονο εγχείρημα. Η τελευταία αλλαγή πραγματοποιήθηκε μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας το 2009. Ηταν το αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων πολλών ετών. Αρχικά, το 2004, είχε συμφωνηθεί ένα νέο Σύνταγμα της Ενωσης. Γάλλοι και οι Ολλανδοί το απέρριψαν όμως σε δημοψηφίσματα το 2005. Η ισχύουσα Συνθήκη επιβάλλει ομοφωνία για την τροποποίησή της. Σε ορισμένους τομείς εννέα χώρες κατ’ εξαίρεση μπορούν μέσω της λεγόμενης «ενισχυμένης συνεργασίας» να συμφωνήσουν νέους κανόνες για τις μεταξύ τους σχέσεις και την προώθηση της ενοποίησης. Αυτό συνέβη όμως σε ελάχιστα θέματα, ένα από αυτά αφορά την έκδοση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η αμφισβήτηση του κανόνα ομοφωνίας θα ενταθεί. Οι προηγμένες χώρες θα επιμείνουν σε αυτή τη λύση για θέματα που τις αφορούν ιδιαίτερα. Θέλουν να προχωρήσει ο πυρήνας της Ενωσης ταχύτερα προς την ενοποίηση.
Ανάγκη αλλαγής της υπάρχουσας πολιτικής και νομοθεσίας έχει επισημανθεί και στα εξής θέματα: στην ανάπτυξη κοινών στρατιωτικών δυνατοτήτων -πέραν εκείνων που ήδη υπάρχουν και υπάγονται στο ΝΑΤΟ με την προώθηση της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ενωσης μέχρι το 2025. Στο πρόβλημα των προσφύγων και των μεταναστών. Στη δημιουργία μιας κοινής αστυνομίας συνόρων-συνοροφυλακής και ακτοφυλακής, που έχει ήδη προχωρήσει. Στη βελτίωση του υπάρχοντος μηχανισμού συγκέντρωσης πληροφοριών και συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Στην επέκταση των πεδίων της κοινής έρευνας και την ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Στη Γαλλία, αλλά και σε άλλες χώρες, έχουν θέσει θέματα που αφορούν τη δημοκρατικότερη λειτουργία της Ενωσης. Θεωρούν ότι θα πρέπει οι πολίτες να έχουν αμεσότερη δυνατότητα έκφρασης των απόψεων προς τα όργανά της. Εχει προταθεί π.χ. η δημιουργία ενός Κοινοβουλίου της ΟΝΕ. Η συζήτηση των θεμάτων αυτών είναι μάλλον πρόωρη. Προηγουμένως θα πρέπει να έχει ισχυροποιηθεί η δυναμική της ενοποίησης, ώστε να γίνει ευρύτερα αποδεκτό ένα νέο σύστημα διακυβέρνησης της Ενωσης. Μέχρι στιγμής π.χ. οι απόψεις για τη σύνθεση και τον τρόπο εκλογής της Βουλής της ΟΝΕ είναι πολλές και αντιφατικές.
Η διαπραγμάτευση για τα περαιτέρω βήματα ενοποίησης θα απαιτήσει χρόνο. Τα θέματα θα συζητούνται σταδιακά και οι λύσεις θα εφαρμόζονται επίσης σταδιακά. Δεν θα ισχύουν οπωσδήποτε για το σύνολο των μελών. Θα διαμορφωθούν έτσι ξεχωριστά επίπεδα διαφοροποιημένης ενοποίησης -όπως υπάρχουν και σήμερα, παρά την τυπική ισότητα όλων. Δεν έχει παρά να συγκρίνει κάποιος τις διαφορές ελευθερίας κινήσεων μεταξύ κεντρικού πυρήνα και της Ελλάδας ή της Πορτογαλίας. Και σε άλλα θέματα όμως υπάρχουν στην πράξη ανισότητες. Παράδειγμα: η κατανομή των προγραμμάτων έρευνας. Η μερίδα του λέοντος ανήκει στις προηγμένες χώρες.
Η επιδίωξη της όλο και στενότερης συνεργασίας θα αποτελεί εφεξής ένα σημαντικό θέμα στην εξέλιξη της Ενωσης. Θα επηρεάζει ιδίως τις λύσεις που σχετίζονται με την αποτελεσματική παρουσία της σε διεθνές επίπεδο. Οσο μεγαλύτερο ενδιαφέρον υπάρχει για μια σημαντική παρουσία στο διεθνές επίπεδο, τόσο πιο έντονη θα είναι η προσπάθεια. Η τραπεζική ενοποίηση είναι ένα παράδειγμα. Η ενοποίηση, διευρύνοντας τις δυνατότητες της Ενωσης, δεν θα επιφέρει μόνο μια αλλαγή στη μορφή της Ενωσης. Θα έχει και σημαντικά αποτελέσματα στην προώθηση της ανάπτυξης, στη διεύρυνση της δημοκρατίας, στη συνεχή πολιτιστική πρόοδο και την ισχυροποίηση της διεθνούς θέσης της.
Εντονες αντιρρήσεις υπάρχουν ήδη σε πολλές χώρες -ιδίως σε εκείνες με συντηρητικές εθνικιστικές κυβερνήσεις, που καλλιεργούν τον φόβο της αποξένωσης της χώρας τους από τις παραδόσεις της. Παραδείγματα αποτελούν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία.
Η Ελλάδα είναι ενταγμένη στη διεθνή συνεργασία σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από άλλες ευρωπαϊκές χώρες λόγω της ιστορίας της, της γεωγραφικής θέσης της και της συνεχούς επαφής της αστικής τάξης της με εκείνες των δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Επηρεάζεται όμως σήμερα από εθνικολαϊκιστικές απόψεις.
Ο φόβος της Ευρώπης και της ενοποίησης καλλιεργείται σκόπιμα, για να παρεμποδιστεί από κατεστημένες κοινωνικές δομές και συμφέροντα ο εκσυγχρονισμός της χώρας, η προσαρμογή της στις διεθνείς εξελίξεις, η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανοιχτού σε νέες διαφορετικές ιδέες και πρωτοβουλίες. Η κωλυσιεργία αυτή δεν είναι χωρίς συνέπειες. Περιορίζει δραστικά τις δυνατότητες ανάπτυξης και ενισχύει την καθυστέρηση. Εθίζει την κοινωνία στον καιροσκοπισμό, στην ιδιοτέλεια, στις αντιφάσεις, στην επίκληση οποιουδήποτε ασχέτου ή ανοήτου επιχειρήματος επενδεδυμένουμε τον κατάλληλο ιδεολογικό ή «εθνικό» μανδύα.
Η Ελλάδα θα πρέπει στη διαδικασία ενοποίησης να μην απομακρυνθεί από την πρώτη ομάδα, τον εσωτερικό πυρήνα, θέση που κατέκτησε με την ένταξή της στην ΟΝΕ, αλλά και να εξασφαλίσει βαθμιαία ρυθμίσεις που θα επιτρέψουν την ομαλή προσαρμογή της στο επίπεδο της ομάδας αυτής. Είναι μια εξαιρετικά δύσκολη προσπάθεια που απαιτεί γνώση, σχεδιασμό και στενή συνεργασία -τόσο με τις υπηρεσίες της Ενωσης όσο και με τους υπεύθυνους των κυρίων κρατών-μελών. Χρειάζεται επίσης η συνεργασία με την κοινωνία, η ειλικρίνεια και η κατατόπιση για τους περιορισμούς που υπάρχουν.
Η επίσημη Ελλάδα δηλώνει με αυταρέσκεια ότι η χώρα, παρά την κρίση, συμμετέχει στον «σκληρό πυρήνα της Ενωσης». Η αλήθεια είναι αρκετά διαφορετική και ορατή σε όλους. Ανήκουμε μεν στην ΟΝΕ, αλλά υπό πολλούς ειδικούς όρους που έχουν περιορίσει δραστικά τις δυνατότητές μας και μας έχουν σχεδόν οδηγήσει σε ακραία εξάρτηση από τον πραγματικό σκληρό πυρήνα της Ενωσης.
Στην Ευρώπη των διαφορετικών ταχυτήτων και των διαφορετικών επιπέδων ενοποίησης που έρχεται, θα επιβιώσουμε με κόπο και προσπάθεια στα κατώτερα σκαλιά. Φαντασιώσεις, ιδεολογικές εξάρσεις, αντιφατικές στάσεις, άγνοια των εξελίξεων στον σύγχρονο κόσμο και κυρίως πολιτική που καθορίζεται από κομματικές προτεραιότητες και με γνώμονα τον έλεγχο της εξουσίας είχαν και θα έχουν αυτό το αποτέλεσμα. Είναι μια εξέλιξη που έχουμε υποχρέωση να προλάβουμε με έναν αποτελεσματικό σχεδιασμό της ανάπτυξης, με μια -σε βάθος χρόνου- ρεαλιστική μείωση/ελάφρυνση του χρέους και με ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή πολιτική.