Του Γιώργου Πανταγιά
Το ευρώ γεννήθηκε από την Ευρώπη,
η Ευρώπη θα γεννηθεί απ’ το ευρώ.
Τον παραπάνω αυτοματισμό, υποστήριξε πριν χρόνια ο διακεκριμένος οικονομολόγος Ζάν Μπουασονά. Η επαλήθευσή του μέλλει να φανεί στην πράξη. Πάντως η συμπλήρωση είκοσι χρόνων από την είσοδό της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ, προσφέρεται για προβληματισμό και αναστοχασμό ως προς την αξία και σημασία της Οικονομικής και Νομισματικής Ενοποίησης.
Το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για ένα εγχείρημα κατ’ εξοχήν πολιτικό. Ουσιαστικά ισοδυναμεί με την επιστροφή της πολιτικής με άλλα μέσα. Η εδραίωση της ΟΝΕ είναι ένας θρίαμβος του πολιτικού πραγματισμού και βολονταρισμού σε βάρος της ευρωαλλεργίας, των συντηρητικών ευρωσκεπτικιστών, της υστερίας των νεοεθνικιστών καθώς και των δογματικών αγκυλώσεων διαφόρων ακραίων.
Εύλογα λοιπόν το γεγονός αυτό καθιστά καίρια προτεραιότητα την πολιτικοποίηση της ΟΝΕ. Το ευρώ ήταν το πρώτο και αποφασιστικό βήμα για την ενωμένη Ευρώπη, την πολιτική ενοποίηση σε μια εποχή μεγάλων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, όπως εύστοχα επεσήμανε με πρόσφατη δήλωσή του ο Κώστας Σημίτης.
Ασφαλώς και το αποκαλούμενο «ομοσπονδιακό σοκ», παραμένει ζητούμενο. Ωστόσο οι αλλαγές που έχουν μεσολαβήσει διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα. Θετική εξέλιξη είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες επιζητούν την εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εργάζονται γι’ αυτή, κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Οι ηγεσίες Μακρόν, Σόλτς και Ντράγκι συνιστούν φωτεινές περιπτώσεις για τον μετασχηματισμό της Ευρώπης. Βρίσκονται στον αντίποδα της αδράνειας, της ατολμίας και της επανάπαυσης. Φέρουν μαζί τους έναν ανανεωμένο ιδεολογικό, πολιτικό και προγραμματικό εξοπλισμό. Και το κυριότερο μπορούν να ενσαρκώσουν μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική, υπερβαίνοντας τον οικονομισμό και τους εθνοκεντρικούς ανταγωνισμούς.
Συνεπώς το μεγάλο στοίχημα για τους ευρωπαίους μετά τη θεσμοθέτηση της ΟΝΕ, είναι να συνδυάσουν την αξία της με τις συνακόλουθες αξίες. Το χρήμα ως γνωστόν είναι το γενικό ισοδύναμο. Επομένως οι μάχες σ’ αυτό το επίπεδο δεν αφορούν τη λογιστική. Ούτε απλώς την οικονομία. Αλλά κάτι σημαντικότερο: Την Πολιτική Οικονομία. Με απλά λόγια την ίδια τη ζωή και τις ανάγκες των πολιτών.
Ως εκ τούτου η ΟΝΕ δεν παύει να είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο εγχείρημα. Μάλιστα δεν είναι καθόλου στατικό. Η ενίσχυσή της ενέχει τη δυνατότητα, οι ποσοτικές μεταβολές να μετατραπούν σε ποιοτικές. Άλλωστε παρά την ασυμμετρία της ακόμη και την ατροφία της, μπορεί και ενεργοποιεί τις δυναμικές εκείνες οι οποίες αναμφισβήτητα έχουν ουσιαστικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. Τις αυτονόητες αυτές αλήθειες, δεν τις αντιλαμβάνονται εκείνοι που παραμένουν δέσμιοι αναχρονιστικών αντιλήψεων και φορμαλισμών του παρελθόντος.
Η αγορά για παράδειγμα, δεν είναι όπως κάποιοι νομίζουν μια σιδερένια φυλακή απάνθρωπων νομοτελειών. Απεναντίας είναι ένα πεδίο προαγωγής του κοινωνικού συμφέροντος. Η αναγκαιότητά της δεν ακυρώνει, το αντίθετο επιβάλλει την συμπληρωματική λειτουργία της πολιτικής. Αποστολή της είναι να επιδιορθώνει την πραγματικότητα, να αντιμετωπίζει τις στρεβλώσεις, να παρεμβαίνει στις διεργασίες επιβάλλοντας κανόνες. Και για να θυμηθούμε τον Ιταλό θεωρητικό Τόνι Νέγκρι, να λειτουργεί ως εργαστήρι στρατηγικής. Εξάλλου η οικονομική δραστηριότητα και το επιχειρείν, κυρίως στην παραγωγική τους εκδοχή συνιστούν απελευθερωτικές δυνάμεις.
Το ευρωνόμισμα απέδειξε πως κάλλιστα μπορεί να συνυπάρξει με τα βιώσιμα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας, των κοινοτικών δημοσιονομικών μηχανισμών σύγκλησης και συνοχής, τη ρεαλιστική και απαραίτητη φορολογική εναρμόνιση, την Ευρώπη των δικτύων, των κεντρικών μακροοικονομικών κατευθύνσεων, των διεθνικών επιχειρηματικών διεργασιών και άλλα πολλά.
Αναμφίβολα το ευρώ αντιστρατεύεται την απάτη της απόλυτης εθνικής δημοσιονομικής κυριαρχίας. Θέτει φραγμό σε πρακτικές δημοσιονομικής ανευθυνότητας και μακροοικονομικού λαϊκισμού, που αποτελούν πιστοποιητικό θανάτου. Όπως συνέβη στην Ελλάδα με τη χρεοκοπία, εξαιτίας των αλόγιστων πολιτικών τις οποίες ακολούθησε η τότε κυβέρνηση ιδιαίτερα την περίοδο 2007- 2009. Αξιοσημείωτο είναι ότι το γεγονός αυτό, επιβεβαίωσε ξανά προχθές στη συνέντευξή του στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν – Κλόντ Γιούνκερ, επιρρίπτοντας ευθύνες στον τότε Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή.
Η περιπέτεια της χρεωκοπίας αλλά και τα όσα επακολούθησαν με αποκορύφωμα την κρίση του 2015 και το ανερμάτιστο δημοψήφισμα, έδειξαν με τον καλύτερο τρόπο τη δυσανεξία με την οποία αντιμετωπίζει ένα σημαντικό τμήμα του πολιτικού προσωπικού της χώρας μας, την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ο μόνος που θυμήθηκε τη συμπλήρωση 20 χρόνων ένταξης της Ελλάδας στη ζώνη του Ευρώ, είναι ο αρχιτέκτονας της Κώστας Σημίτης. Πρόκειται για αδιαφορία και έλλειψη επίγνωσης; Μάλλον υποκρύπτει και κάτι πιο ουσιαστικό: Το κομματικό σύστημα είναι αλλού. Έτσι εξηγείται και η διαρκής του δυσαρμονία με τις ανάγκες της κάθε εποχής.
Πολύ εύστοχο άρθρο! Πάντα δυνατή και επί της πολιτικής ουσίας η γραφή του Γιώργου Πανταγιά. Η ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ επιτεύχθηκε χάρη στην καλή προετοιμασία της χώρας και την εκπλήρωση όλων των κριτηρίων της ΕΕ από την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη. Στη μεταπολεμική Ελλάδα δύο ήταν οι οραματιστές πρωθυπουργοί: Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που συνέλαβε το όραμα και το σχέδιο της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη και ο Κώστας Σημίτης που προώθησε το όραμα της ισχυρής Ελλάδας, στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ, την ευρωζώνη!