Περιοδικό Σοσιαλιστική Θεωρία και Πράξη
Τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου 1989
Νέα πολιτικά δεδομένα με πολυσήμαντα μηνύματα έχουν αναδειχθεί τόσο από τις εκλογές του Ιουνίου, όσο και από τις μετεκλογικές εξελίξεις που ακολούθησαν. Τα δεδομένα αυτά στοιχειοθετούν ένα καινούργιο σκηνικό. Διαμορφώνουν νέες αντιστοιχήσεις, ανατρέποντας τις μέχρι τώρα σταθερές του πολιτικού συστήματος. Επανατοποθετούν τις τακτικές και τις στρατηγικές επιλογές των κομμάτων σε άλλες βάσεις. Επιβάλλουν την αναγκαιότητα πολιτικής, ιδεολογικής, θεσμικής και στελεχικής ανανέωσής τους, με στόχο τον επαναπροσδιορισμό της φυσιογνωμίας τους και την απόκτηση νέου ιδεολογικοπολιτικού προσώπου. Προκαλούν ανακατατάξεις στο εσωτερικό τους, ενισχύοντας πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες.
Μετά το τέλος των μονοκομματικών αυτοδύναμων κυβερνήσεων το αίτημα των προγραμματικών συμφωνιών και ιδεολογικών προσεγγίσεων ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις αναδεικνύεται σε κυρίαρχη ανάγκη. Ένας καινούργιος κύκλος διανοίγεται στην πολιτική ζωή της χώρας. Εκείνος των συμμαχικών κυβερνήσεων. Οι ομόκεντροι κύκλοι της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής περιόδου ολοκλήρωσαν την τροχιά τους. Το αποτέλεσμα των εκλογών και οι μετεκλογικές εξελίξεις εξέδωσαν τη ληξιαρχική πράξη τέλους αυτής της περιόδου.
Το νέο πολιτικό πλαίσιο
Σήμερα οι προοδευτικές δυνάμεις βρίσκονται μπροστά σε άγνωστους δρόμους, τους οποίους πρέπει να περπατήσουν. Η εκπνοή του πολιτικού, κοινωνικού, ιδεολογικού και θεσμικού εκσυγχρονιστικού πλαισίου τούς θέτει νέα ζητήματα και ερωτήματα.
Η υποχώρηση του διπολικού πολιτικού συστήματος και η συγκρότηση ενός τριπολικού αποτελεί γεγονός. Τρεις διαφορετικές πολιτικο-ιδεολογικές συνιστώσες, η συντηρητική, η σοσιαλιστική και η παραδοσιακή Αριστερά διαμορφώνουν τους νέους πολιτικούς πόλους, οδηγώντας σε πολλαπλές αναδιατάξεις.
Η ανάδειξη νέων κομματικών σχηματισμών, διαφοροποιεί τον μέχρι τώρα συνασπισμό των κοινωνικών δυνάμεων. Η παρουσία μεσοστρωμάτων και τεχνοκρατών προκαλεί ουσιαστικές αλλαγές τόσο στην πολιτική βάση των κομμάτων όσο και στις ηγετικές τους ομάδες. Οι νέες ιδεολογικές συζεύξεις, αντικαθιστούν τον παρωχημένο, αναχρονιστικό και δογματικό ιδεολογικό λόγο, ο οποίος χαρακτήριζε μέχρι πρότινος όλες τις πολιτικές παρατάξεις.
Οι θεσμικές αλλαγές της μεταπολιτευτικής περιόδου ολοκληρώθηκαν. Η δημοκρατία εμπεδώθηκε και επαναπροσδιορίστηκαν οι σχέσεις εξουσίας και πολίτη. Οι καινούργιες ανάγκες που δημιουργεί η εποχή μας στον χώρο της πολιτικής, της οικονομίας, των θεσμών και του πολιτισμού απαιτούν σύγχρονες προσεγγίσεις και νέες θεσμικές αλλαγές. Η αδυναμία των προοδευτικών κομμάτων να κατανοήσουν τη σημερινή πραγματικότητα θα τα κρατήσει μακριά από τις εν εξελίξει κοινωνικές μεταβολές.
Συνεπώς, αν οι δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς θέλουν να κρατήσουν ανοιχτή την προοπτική της κοινωνικής αλλαγής και του εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας, δεν έχουν παρά να συνειδητοποιήσουν άμεσα ότι απαιτούνται προγραμματικές συμφωνίες και πολιτικές προσεγγίσεις.
Η νεοσυντηρητική αντεπίθεση
Οι συντηρητικές δυνάμεις σε διεθνή επίπεδο προχωρούν σε ουσιαστικές αναδιαρθρώσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Η νεοφιλελεύθερη πρόταση επιδεικνύει μεγάλη προσαρμοστικότητα στα δεδομένα που δημιουργεί η κοινωνική εξέλιξη στις ανεπτυγμένες μεταβιομηχανικές κοινωνίες. Η επιχειρούμενη επικάλυψη του σκληρού ταξικού περιεχομένου της με μια ανθρωποκεντρική διάσταση βρίσκει γόνιμο έδαφος.
«Πάνω από την Ευρώπη πλανάται το φάντασμα του κομμουνισμού», έλεγε ο Μαρξ πριν από έναν αιώνα. Σήμερα πλανάται το φάσμα του νεοσυντηρητισμού, ο οποίος με μεθοδικότητα προετοιμάζει το έδαφος για την ιδεολογικο-πολιτική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού. Η ανάδειξη των δυνάμεών του στην κρατική εξουσία θα προκαλέσει βαθιές κοινωνικές αναδιαρθρώσεις. Η κατάργηση του κοινωνικού κράτους, των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων, βρίσκονται στο στόχαστρο των προτάσεών τους.
Η ανάγκη των προγραμματικών συμφωνιών
Οι προοδευτικές δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς έχουν υποχρέωση να αποκρούσουν τη νεοφιλελεύθερη αντεπίθεση του συντηρητισμού. Βεβαίως η ανάδειξη της εναλλακτικής πρότασής τους προϋποθέτει τις μεταξύ τους προγραμματικές συμφωνίες και πολιτικές συγκλίσεις. Απαιτεί την υπέρβαση των προβλημάτων που υπάρχουν ανάμεσά τους. Και τούτο διότι η αναπαραγωγή τους εμποδίζει την προσέγγιση τους. Αποδυναμώνει τον ιδεολογικό λόγο και την πολιτική τους ισχύ. Στην ουσία, τις παγιδεύει στα σχέδια και στις επιδιώξεις των συντηρητικών δυνάμεων.
Το εκλογικό αποτέλεσμα και η δύναμη της αλήθειας
Η αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων αξιώνει σοβαρή και τεκμηριωμένη προσέγγιση, τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από τον Συνασπισμό της Αριστεράς. Οι γενικές πολιτικές διαπιστώσεις δεν καταδεικνύουν τις πραγματικές αιτίες που διαμόρφωσαν, συνέβαλαν και επηρέασαν τις επιλογές του ψηφοφόρου.
Το ΠΑΣΟΚ επιβάλλεται να διερευνήσει και να εκτιμήσει με ορθό τρόπο τα μηνύματα των εκλογών του Ιουνίου. Τα μηνύματα αυτά έχουν πολλές παραμέτρους, οι οποίες δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Επιπλέον, συνδέονται με την πολιτική του παρουσία και πρακτική, με την οκτάχρονη κυβερνητική του θητεία και τον τρόπο άσκησης εξουσίας, με την ιδεολογική του φυσιογνωμία και το πολιτικό του προφίλ, με την αφομοίωση και την ενσωμάτωσή του στους κρατικούς μηχανισμούς.
Το εκλογικό αποτέλεσμα συνιστά σαφή εκλογική ήττα με ουσιαστικές πολιτικές διαστάσεις. Βεβαίως, η ήττα αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πολιτική και ιδεολογική. Το ΠΑΣΟΚ δεν ηττήθηκε για τη σοσιαλιστική του πρόταση. Ούτε γιατί δεν έπεισε με τον λόγο και το έργο του. Αντίθετα, ηττήθηκε διότι τα τελευταία χρόνια υπήρξαν αρνητικά φαινόμενα, που σχετίζονταν με τον τρόπο άσκησης της εξουσίας και τη φυσιογνωμία του, παραβιάζοντας στοιχειώδεις κανόνες ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς. Φαινόμενα που αλλοίωναν το πρόγραμμα και την ιδεολογία του, τη φυσιογνωμία και τις πολιτικές του, τις ηθικές και ιδεολογικές του αξίες ως σοσιαλιστικού κόμματος. Βεβαίως δεν ενέσκηψαν ως «κεραυνός εν αιθρία». Αποτέλεσαν τη φυσιολογική κατάληξη μιας αντιφατικής και αυτοαναιρούμενης πορείας.
Συνεπώς, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να προβεί άμεσα σε μια γενναία κριτική και αυτοκριτική. Να αναζητήσει την αλήθεια, όσο επώδυνη κι αν είναι. Να αποκτήσει τη δύναμη της αφύπνισης και της αυτογνωσίας, η οποία θα του επιτρέψει να προχωρήσει σε πράξεις λύτρωσης. Στις κρίσιμες και οριακές στιγμές η ανάγκη αυτή είναι επιβεβλημένη. Αποτελεί αναγκαίο όρο για να αποδεσμευτεί από αρνητικά φαινόμενα και πρακτικές. Ο εφησυχασμός και η εθελοτυφλία θα το κρατούν στον φαύλο κύκλο μιας χειμάζουσας κρίσης, στερώντας του τη δυνατότητα πολιτικής και ιδεολογικής ανάτασης.
Η δύναμη της Αλλαγής
Το ΠΑΣΟΚ το ’81 κατέκτησε την κυβερνητική εξουσία, πείθοντας για την αναγκαιότητα της Αλλαγής. Το αίτημα αυτό αναδείχθηκε μέσω ενός πλατιού πολιτικού και κοινωνικού ρεύματος, που μπορεί να μην είχε αποκρυσταλλώσει τις κοινωνικές και ιδεολογικές του συντεταγμένες και να αυτοπεριοριζόταν στο πλαίσιο του αντιδεξιού μετώπου, διέθετε, όμως, σαφείς αναφορές στην κοινωνία και πολιτικούς στόχους. Στην περίοδο της πρώτης κυβερνητικής του θητείας, το κόμμα κατόρθωσε να βάλει τη σφραγίδα του στις πολιτικές εξελίξεις. Να τους προσδώσει το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία που ήθελε, δημιουργώντας ουσιαστικές προϋποθέσεις για να προχωρήσουν οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Παρά τα διάφορα προβλήματα που ανέκυψαν, την περίοδο αυτή διαμόρφωσε και ανέπτυξε δυναμική στο κράτος, στους θεσμούς και στην κοινωνία.
Αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι η νίκη των δυνάμεων της Αλλαγής, άνοιξε κάποιες διόδους στην ελληνική κοινωνία για να προχωρήσει ο μετασχηματισμός της. Προκάλεσε βαθιές ρωγμές στο πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό οικοδόμημα της σύγχρονης Ελλάδας. Άνοιξε τον δρόμο για μεταρρυθμιστικές, εκσυγχρονιστικές και θεσμικές μεταβολές που ξεπερνούσαν τα όρια ανοχής του καπιταλιστικού συστήματος. Ουσιαστικοποίησε, εμβάθυνε και ολοκλήρωσε τη δημοκρατία, αναπτύσσοντας τους συμμετοχικούς θεσμούς της. Οδήγησε τη χώρα έξω από την τροχιά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Προκάλεσε τη διεύρυνση της κοινωνικής βάσης των πολιτικών δυνάμεων της εξουσίας. Βοήθησε στον κοινωνικό και πολιτικό αυτοπροσδιορισμό πλατιών λαϊκών δυνάμεων.
Όλα αυτά δεν ήταν ανεξάρτητα τόσο από τις κοινωνικοπολιτικές καταβολές όσο και από τις κοινωνικές αναφορές του ΠΑΣΟΚ, το οποίο συγκροτήθηκε κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Αυτές επέδρασαν καταλυτικά στην ιδεολογική του φυσιογνωμία, στην πολιτική του ταυτότητα και στα κοινωνικά του χαρακτηριστικά. Από την πρώτη στιγμή, αυτοπροσδιορίστηκε ως κόμμα της ευρύτερης Αριστεράς. Στη δεκαπεντάχρονη διαδρομή του εξέφρασε ένα κυρίαρχο και πλειοψηφικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία, συγκρότησε την πλειοψηφούσα και σοσιαλιστική συνιστώσα της σύγχρονης Αριστεράς.
Συνεπώς, η ίδρυσή του ήταν ώριμη αναγκαιότητα που αναδείκνυε:
Πρώτον, την κρίση του μετεμφυλιακού και μεταδικτατορικού πολιτικού συστήματος και την αδυναμία των αστικών κομματικών σχηματισμών να δώσουν πειστικές απαντήσεις στα οξυμένα προβλήματα που αντιμετώπιζε η ελληνική κοινωνία.
Δεύτερον, την κρίση της ιστορικής κομμουνιστικής Αριστεράς η οποία με τον αναχρονιστικό λόγο και πράξη αδυνατούσε να δώσει προοπτική αλλαγών και εξουσίας.
Η δυναμική που ανέδειξε το ΠΑΣΟΚ σε κυρίαρχο πολιτικοκοινωνικό ρεύμα στον προοδευτικό χώρο, βρισκόταν έξω από την τροχιά και τα όρια ανοχής του καπιταλιστικού συστήματος. Η άνοδος του στην κυβέρνηση δεν ήταν απλή μια απλή εναλλαγή στην άσκηση εξουσίας. Το λαϊκό ρεύμα, το οποίο στήριξε, ακολούθησε και ενδυνάμωσε το ΠΑΣΟΚ, πιστεύοντας στην προοπτική της Αλλαγής, είχε στόχους και οράματα που υπερέβαιναν τα όρια μιας διαχειριστικής πολιτικής.
Η νίκη τον Οκτώβριο του 1981, ήταν αποτέλεσμα της συγκρότησης ενός κοινωνικοπολιτικού συνασπισμού εξουσίας που εκπροσωπούσε ένα μακρόπνοο ρεύμα κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής. Ήταν νίκη όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, οι οποίες πίστευαν ότι μία νέα περίοδος διανοίγεται στην πολιτική ζωή της χώρας.
Και τούτο διότι το ΠΑΣΟΚ αντικειμενικά εξέφραζε μια πλήρη αντιστοιχία κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, με αιχμή και σημείο προγραμματικής σύγκλισής τους το αίτημα της «Αλλαγής». Επιπλέον η άνοδός του στην εξουσία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για βαθιές τομές στο πολιτικό και κοινωνικό εποικοδόμημα. Αν δεν μπόρεσε να μετεξελίξει το αίτημα της Αλλαγής, σε δυναμική κοινωνικού μετασχηματισμού, η ευθύνη δεν ανήκει μόνο σ’ αυτό. Μεγάλη ευθύνη έχει και η παραδοσιακή Αριστερά.
Η αδυναμία της Αλλαγής
Την τελευταία περίοδο της οκτάχρονης κυβερνητικής θητείας, οι πολιτικές προοπτικές που άνοιξε στην ελληνική κοινωνία και η κοινωνική δυναμική που το ανέδειξε στην εξουσία, βρίσκονταν στα όρια εξάντλησης και εκπνοής τους. Το ΠΑΣΟΚ είχε εγκλωβιστεί στην τροχιά της αυτοαναίρεσης και αυτοακύρωσης της Αλλαγής. Καθημερινά, χειμάζε στον φαύλο κύκλο μιας πολλαπλώς δυσμενούς πολιτικής συγκυρίας, χωρίς να μπορεί να υπερβεί το αδιέξοδό του.
Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει. Οι θεσμικές αλλαγές που πραγματοποίησε αρχικά, αντί να ουσιαστικοποιούνται και να ενισχύονται, σιγά-σιγά, αναιρούνται. Τα θετικά μέτρα που είχαν ληφθεί αφυδατώνονται. Ο σφιχτός εναγκαλισμός του με την κρατική εξουσία επιδρά αρνητικά στην πολιτική του ταυτότητα και στην ιδεολογική του φυσιογνωμία του.
Από φορέας των δυνάμεων της αλλαγής μετατρέπεται σε μηχανισμό διαμεσολάβησης και διεκπεραίωσης. Αυτοεγκλωβίζεται στους απρόσωπους κρατικούς μηχανισμούς. Το κέντρο βάρους του μετατοπίζεται από το κόμμα στο κράτος. Διαγράφοντας την τροχιά της κρατικοποίησης των πολιτικών λειτουργιών του, εξελίσσεται σε συμπληρωματικό εργαλείο του κρατικού μηχανισμού. Αποκτά την ιδεολογία και χαρακτηριστικά που το διακρίνουν σήμερα: πελατειακές σχέσεις, ρουσφετολογία, αυταρχισμός, έλλειψη δημοκρατικής λειτουργίας κ.ά.
Αυτά αρχίζουν να συνυπάρχουν με φαινόμενα πολιτικής παρακμής, ιδεολογικής κατάπτωσης και ηθικής σήψης. Με φαινόμενα κοινωνικής συντηρητικοποίησης και αλλοίωσης της κοινωνικής του σύνθεσης. Προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις και «νησίδες» περιθωριοποιούνται ή αποβάλλονται. Ο αντιδεξιός πολιτικός λόγος αντί να μετεξελίσσεται σε προοδευτικό και ριζοσπαστικό, εμφανίζεται σκληρότερος, ενισχύοντας παράλληλα έναν ακραίο λαϊκισμό με αντιδραστικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα, ο λαϊκισμός τείνει να εξελιχθεί σε κυρίαρχο χαρακτηριστικό της φυσιογνωμίας και της ιδεολογίας του.
Η αντίφαση διακηρύξεων, λόγων και πράξεων, το σύνδρομο της διπλής γλώσσας, αναδεικνύονται σε «γόρδιο δεσμό» που συνεχώς περιπλέκεται. Η ταύτισή του – πολλές φορές- με εξωπολιτικά και εξωκομματικά κέντρα, καθώς και με πρόσωπα που εκφράζουν και συμβολίζουν τον πολιτικό αυταρχισμό και κοινωνικό αναχρονισμό, το οδηγεί στον ετεροπροσδιορισμό, παραχαράσσοντας τη φυσιογνωμία και την πολιτική του. Οι αναθυμιάσεις των σκανδάλων ενισχύουν τα φαινόμενα πολιτικής και ηθικής παρακμής, με αποτέλεσμα να καταρρακώνεται η πολιτική φερεγγυότητα και ηθική αξιοπιστία του.
Η πορεία που ακολούθησε τα τελευταία χρόνια θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη φράση του Μακιαβέλι «Όποιος χτίζει ένα φρούριο για να καταφύγει εκεί φυλακίζεται από τα ίδια του τα τείχη και χάνεται». Αυτό δε συμβαίνει μόνο στον πόλεμο, συμβαίνει και στην πολιτική. Η ευθύνη εκείνων που το οδήγησαν σ’ αυτή την κατάσταση είναι ιστορική.
Η αυτοκριτική αναγκαίος όρος
Το ΠΑΣΟΚ, διαθέτοντας αστείρευτες πολιτικές και ηθικές δυνάμεις, μπορεί να ξεπεράσει αποτελεσματικά και δυναμικά την κρίσιμη φάση που σήμερα αντιμετωπίζει. Ανασυντάσσοντας τις δυνάμεις του, έχει τη δυνατότητα να βρεθεί άμεσα στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων, με νέο πρόσωπο και σύγχρονη φυσιογνωμία.
Διανύοντας μία οριακή περίοδο, οφείλει να βρει τη δύναμη να δράσει. Να κάνει το «μεγάλο άλμα προς τα εμπρός». Να προχωρήσει σε τολμηρές ενέργειες και πρωτοβουλίες, σε θαρραλέα αυτοκριτική θεώρηση της πορείας του. Το προεκλογικό σύνθημα «για τη νέα πορεία» μπορεί και πρέπει να γίνει πράξη. Η αναμονή και ο εφησυχασμός θα λειτουργήσουν ακυρωτικά στις νέες προοπτικές και δυνατότητες που σήμερα υπάρχουν.
Το ΠΑΣΟΚ με δική του πρωτοβουλία και τόλμη μπορεί να αποδείξει ότι δεν έχασε τη δυνατότητα υπέρβασης της δύσκολης και πρωτόγνωρης πολιτικής συγκυρίας.
- Εξετάζοντας τα δεδομένα που αναδεικνύει η σημερινή πολιτική πραγματικότητα.
- Επιβεβαιώνοντας ότι παραμένει πολιτική και κοινωνική δύναμη αλλαγής και προόδου, εκσυγχρονισμού και ανανέωσης της ελληνικής κοινωνίας.
- Καταδεικνύοντας πως αποτελεί ηθική δύναμη της ελληνικής κοινωνίας. Η ανάγκη της κάθαρσης πρέπει να προχωρήσει σε βάθος, χωρίς να αφήσει την παραμικρή σκιά στις γραμμές του.
- Αναζητώντας, μέσω του διαλόγου, κοινά σημεία επαφής και συγκλίσεις με τις υπόλοιπες αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις.
Η επάνοδος της Δεξιάς στη διακυβέρνηση της χώρας είναι υπαρκτό και σοβαρό πρόβλημα. Το ΠΑΣΟΚ και η παραδοσιακή Αριστερά θα έχουν τεράστια πολιτική και ηθική ευθύνη, απέναντι σε ολόκληρο το προοδευτικό και δημοκρατικό κίνημα, αν με τη στάση και την πράξη τους ανοίξουν τον δρόμο για την επιστροφή της συντηρητικής παράταξης στην εξουσία. Με την παλινόρθωση του κράτους της Δεξιάς ολόκληρη η προοδευτική και δημοκρατική παράταξη, θα υποστεί μια μεγάλη ιστορική, πολιτική, ιδεολογική και ηθική ήττα.
Ερωτήματα προς απάντηση
Σήμερα είναι αναγκαία η κριτική εξέταση της πολιτικής και η αυτοκριτική θεώρηση της πορείας που ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ στα οκτώ χρόνια της κυβερνητικής του θητείας. Η κριτική και αυτοκριτική δεν αρκεί, αν περιορίζεται μόνο στα φαινόμενα αλαζονείας και ασυνέπειας, στα προβλήματα των υπαναχωρήσεων και ανακολουθιών. Πράγματι τα φαινόμενα αυτά χαρακτήριζαν πολλές πλευρές της πολιτικής που ακολούθησε και επέδρασαν αρνητικά στην κυβερνητική του πορεία. Για να είναι, όμως, ουσιαστική η κριτική και αυτοκριτική θεώρηση απαιτούνται βαθύτερες προσεγγίσεις και αναλύσεις.
Τα προβλήματα που αντιμετώπισε το ΠΑΣΟΚ ανέδειξαν θεμελιώδη ερωτήματα, τόσο για την πολιτική στάση και τις ευθύνες του, όσο και για την πολιτική στάση και τις ευθύνες που επωμίζεται η παραδοσιακή Αριστερά.
- Η πολιτική στάση της παραδοσιακής Αριστεράς ήταν παράγοντας ενισχυτικός στις προσπάθειες πολιτικής διεύρυνσης του μετώπου των κοινωνικών δυνάμεων της Αλλαγής;
- Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να μετεξελίξει την κοινωνική δυναμική, που το ανέδειξε στην κρατική εξουσία σε δυναμική κοινωνικού μετασχηματισμού, είναι μόνο δική του αδυναμία; Δεν αποτελεί πολιτική και ιδεολογική αδυναμία ολόκληρης της Αριστεράς;
- Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να ουσιαστικοποιήσει την πολιτική αντιπαράθεση με τη συντηρητική παράταξη, να δώσει κοινωνικό περιεχόμενο στην αντιδεξιά στάση και να μετατρέψει τον κούφιο αντιδεξιό λόγο σε σύγχρονο και ριζοσπαστικό κοινωνικό λόγο, είναι μόνο δική του αδυναμία; Δεν αποτελεί πολιτική και ιδεολογική αδυναμία ολόκληρης της Αριστεράς;
- Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να μετεξελίξει την πολιτική πλειοψηφία που στήριζε τις προοδευτικές δυνάμεις της Αλλαγής και στις εκλογές του ’81 και στις εκλογές του ’85 σε κοινωνική πλειοψηφία με σαφείς πολιτικούς στόχους, μέσα στους θεσμούς του κράτους και της κοινωνίας, είναι μόνο δική του αδυναμία; Δεν αποτελεί ιδεολογική και πολιτική αδυναμία ολόκληρης της Αριστεράς;
Η Αριστερά έλεγε κάποιος θεωρητικός του μαρξισμού, πρέπει να κατακτά τη δυνατότητα να κυβερνά την κοινωνία και όχι τους μηχανισμούς εξουσιών. Η δυνατότητα αυτή κατακτιέται με τη δύναμη που έχουν οι κοινωνικές της ιδέες. Μόνο αυτές μπορούν να επιβάλουν την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς. Όμως οι συνιστώσες της Αριστεράς (κομμουνιστική, σοσιαλιστική κ.ά.) δεν αποδείχθηκαν πολιτικά αδύναμες και ιδεολογικά ανεπαρκείς να κατακτήσουν τους παρπάνω στόχους;
Μεγάλα και αναπάντητα ερωτήματα. Δεν ξέρουμε αν η παραδοσιακή Αριστερά και οι δυνάμεις που συγκροτούν τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου σήμερα μπορέσουν να μας δώσουν πειστικές απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, μετά το «άλμα» που έκαναν συμμετέχοντας σε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας; Μπορεί το ερώτημα να χαρακτηριστεί ρητορικό, δυστυχώς είναι όμως πραγματικό.
Αντι-συγκλίσεις στις συγκλίσεις
Οι ηγεσίες της παραδοσιακής Αριστεράς μπορεί να επέλεξαν τη συνεργασία με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, για να φύγουν από τη μέση οι «ενδιάμεσοι» όπως χαρακτήριζαν το ΠΑΣΟΚ, ο κόσμος, όμως της Αριστεράς έχει επιλέξει την προοπτική της σύγκλισης των αριστερών δυνάμεων.
Γιατί έχει ιστορική μνήμη, πολιτική γνώση και κοινωνική αυτογνωσία. Γιατί γνωρίζει ότι η προοπτική της Αριστεράς στην Ελλάδα είναι συνυφασμένη με τη σύγκλιση των δυνάμεών της, με την ανανέωση της πολιτικής πρότασής της και με την επαναδιατύπωση του κοινωνικού της σχεδίου.
Γιατί ξέρει ότι όλες οι συνιστώσες της ελληνικής Αριστεράς μπορούν να αποκτήσουν φερέγγυο πολιτικό λόγο και να αναδειχθούν σε ηγεμονική δύναμη, μόνο όταν υπερβούν τις αρνητικές καταβολές και τα προβλήματα του παρελθόντος που υπήρχαν ανάμεσά τους.
Η παραδοσιακή Αριστερά αν θέλει να ορίζεται με βάση τις ταξικές, τις ιστορικές και ιδεολογικές της καταβολές, πρέπει σε κάθε της πολιτική δραστηριότητα να αναδεικνύει τη διακριτή γραμμή που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της συντήρησης και της προόδου. Με παράλληλη επιδίωξη την προγραμματική σύγκλιση και συμφωνία ανάμεσα στις αριστερές δυνάμεις.
Το ΠΑΣΟΚ αν θέλει να γίνει πάλι ο πρωταγωνιστής των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων και να ανοίξει νέες προοπτικές στην ελληνική κοινωνία πρέπει άμεσα να προχωρήσει σε γενναία κριτική και αυτοκριτική θεώρηση της πορείας του. Με θάρρος πρέπει να αναγνωρίσει τα λάθη και τις ανεπάρκειες της πολιτικής του. Να κάνει το «μεγάλο άλμα προς τα εμπρός», στηριζόμενο στη δύναμη των ιδεών του και στην ανάγκη αναγέννησης της φυσιογνωμίας και της στρατηγικής του. Το ΠΑΣΟΚ θα κριθεί και θα αναμετρηθεί με βάση τα σημερινά προβλήματα.
Το εγχείρημα της αναγέννησης της φυσιογνωμίας του και της ανανέωσης προσώπων, συμπεριφορών και αξιών, είναι το μεγάλο του πολιτικό στοίχημα, και πρέπει να το κερδίσει.