Η χαμένη αθωότητα της κυβέρνησης

Του Γιώργου Πανταγιά

Η διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας, είναι αναμφίβολά εξαιρετικά δύσκολη και απαιτητική πολιτική άσκηση. Δεν είναι ένα απλό ζήτημα καλών προθέσεων και ελκυστικών διακηρύξεων. Απεναντίας πρόκειται για μια σύνθετη υπόθεση, όπου κρίνεται και αξιολογείται η συνέπεια λόγων και πράξεων και κατ΄ επέκταση η αποτελεσματικότητά της.

Πρωτίστως όμως,  οι ένοικοι της εκάστοτε εξουσίας δοκιμάζονται  σκληρά για το ήθος και τον χαρακτήρα τους.  Και αυτό γιατί οι πειρασμοί είναι μεγάλοι. Η αίσθηση της παντοδυναμίας οδηγεί σε αλόγιστες συμπεριφορές, σε αλαζονεία, ακόμη και σε κρούσματα οίησης.  Μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις  καταλύει αναστολές, πολιτικές και ηθικές.

Οι μηχανισμοί των μυστικών υπηρεσιών πέρα από τους διακηρυγμένους σκοπούς τους, κατά καιρούς χρησιμοποιούνται από τους ασκούντες εξουσία, για την εξυπηρέτηση ανομολόγητων επιδιώξεων. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές που τα όρια νόμιμων και παράνομων ενεργειών είναι δυσδιάκριτα.

Με την επίκληση της εθνικής ασφάλειας παραβιάζεται ακόμη και το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας.  Επιπροσθέτως στοχοποιούνται πολιτικοί αντίπαλοι μη αρεστοί στην εκάστοτε κυβέρνηση. Υιοθετούνται αήθεις πρακτικές που φτάνουν ακόμη και μέχρι τη σπίλωση. Η διαπλοκή τους δε, με ακροδεξιές και σκοτεινές δυνάμεις είναι γνωστή. Οι εθνικιστικοί κύκλοι διατηρούσαν πάντα στενή σχέση μαζί τους. Το υλικό δε που συλλέγουν από τις διάφορες παρακολουθήσεις, συνήθως αποτελεί αντικείμενο εκβιασμού, ακόμη και μεταξύ των ίδιων των στελεχών τους.

Παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει εδώ και χρόνια για την εξυγίανση της ΕΥΠ, η αλήθεια είναι πως δεν έχουν αποθεραπευτεί οι νοσηρές λειτουργίες της. Η απεξάρτησή της από τις παθογόνες συνήθειες παραμένει ζητούμενο. Εξ ου και είναι δύσκολο να υποστηρίξει κάποιος με βεβαιότητα, ότι τηρούνται με απόλυτη συνέπεια οι θεσμοθετημένοι κανόνες και οι δημοκρατικές αρχές μιας ευνομούμενης πολιτείας.

Ο επιχειρούμενος εξωραϊσμός από τον πρωθυπουργό του έργου της  ΕΥΠ, μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης των τηλεφωνικών επικοινωνιών του Νίκου Ανδρουλάκη, δεν ενέχει μόνο στοιχεία υπερβολής. Το κυριότερο είναι ότι αποδέχεται την αντισυνταγματική της ενέργεια. Μολονότι η άρση του απορρήτου βουλευτών και ευρωβουλευτών συνιστά ωμή παραβίαση του καταστατικού χάρτη της χώρας.

Εξέχουσες προσωπικότητες της νομικής επιστήμης με πρώτο τον Ευάγγελο Βενιζέλο, έχουν θεμελιώσει με αναλυτικά και αδιάσειστα επιχειρήματα την κατάφωρη περιφρόνηση του Συντάγματος. Οι δημόσιες παρεμβάσεις του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι όντως ουσιώδεις  και αποδομούν   τις κυβερνητικές δικαιολογίες.

 

Ωστόσο οι πρωθυπουργικοί χειρισμοί βρίθουν από πρωτοφανείς αντιφάσεις. Από τη μια ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτηρίζει νόμιμη την αποκαλούμενη επισύνδεση της ΕΥΠ με το κινητό του Νίκου Ανδρουλάκη. Ταυτόχρονα από την άλλη υποστηρίζει, πως αν την γνώριζε δεν θα την επέτρεπε. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ανήκουστη ασυμφωνία, η οποία αφήνει εντελώς μετέωρους τους ισχυρισμούς του. Επιπλέον  διαπράττει και μία εμφανή αυθαιρεσία: Μολονότι αυτοεμφανίζεται ως θεματοφύλακας της νομιμότητας, εντούτοις έρχεται και  ομολογεί πως η διαχείρισή της υπόκειται σε πολιτική χρήση. Άρα κάλλιστα μπορεί να μετατραπεί, σε αντικείμενο εξυπηρέτησης σκοπιμοτήτων. Με άλλα λόγια φαίνεται πως και στην περίπτωση της παρακολούθησης, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Είτε είναι πράξη σκοτεινή και μυστήρια. Είτε επιδιώκεται η συγκάλυψη της.

Πάντως το βέβαιο είναι ότι οι κυβερνητικές σοφιστείες, απέχουν παρασάγγας από τους κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Το χειρότερο δε είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, συνδέει την εύλογη αντίδραση που προκλήθηκε εξαιτίας του σκανδάλου των υποκλοπών με την πολιτική αποσταθεροποίηση, επισείοντας ενδεχόμενους κινδύνους. Με όπλο την κινδυνολογία επιδιώκει να περισώσει την κυβέρνησή του από την αναμενόμενη φθορά.

Φαίνεται πλέον καθαρά, ότι ο Πρωθυπουργός αντί να κρατήσει  κάποια ιδανική απόσταση απέναντι στις αποκαλύψεις, έπραξε το αντίθετο. Το άγχος του να συγκαλύψει και να δικαιολογήσει πράξεις οι οποίες αντιβαίνουν τη νομιμότητα και τους συνταγματικούς κανόνες, τον ώθησε σε αψυχολόγητες και απαίδευτες αντιλήψεις και συμπεριφορές.

Ακόμη και αν δεν γνώριζε την παρακολούθηση του ευρωβουλευτή και μετέπειτα αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, ο τρόπος που τη διαχειρίστηκε τον εκθέτει. Και τούτο διότι πέρα από όλα τα άλλα, δεν απέχει πολύ από τον εναγκαλισμό του με μηχανισμούς μυστικών υπηρεσιών, οι οποίοι δυστυχώς δεν παύουν ακόμη και σήμερα σε μεγάλο βαθμό να λειτουργούν ανεξέλεγκτα. Ή μήπως και ο πρωθυπουργός είναι θιασώτης των αρμών της εξουσίας, δικαιολογώντας έτσι ανομίες και αυθαιρεσίες που αντιστρατεύονται ευθέως  το κράτος δικαίου;

Aν κάτι προκύπτει από τη βορβορώδη ενέργεια εις βάρος του Νίκου Ανδρουλάκη, είναι ότι η κυβέρνηση και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν απωλέσει την αθωότητά τους.

 

Ένα σχόλιο για το άρθρο “Η χαμένη αθωότητα της κυβέρνησης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *