Παύλος Τσίμας
Τα Νέα, 08/05/2021
Οι περιπέτειες της πολιτικής στην Ισπανία σπάνια (και δύσκολα) μεταφράζονται στα ελληνικά. Οι δύο χώρες μοιάζει να απέχουν πολύ. Σε μέγεθος, ιστορία, κρατική δομή, πολιτική παράδοση και κουλτούρα. Κι όμως, έχουν, τα τελευταία ιδίως χρόνια, ζήσει κοινές εμπειρίες: Βγήκαν και οι δύο (με διαφορετικό τρόπο) από περιόδους δικτατορίας (με ανόμοια χαρακτηριστικά, μα με καταγωγή που αναγόταν σ έναν εμφύλιο) την ίδια εποχή. Εξασφάλισαν πολιτική και θεσμική σταθερότητα μέσω ενός ισχυρού δικομματικού συστήματος (όπου οι Σοσιαλιστές είχαν, και στις δύο χώρες, ελαφρά υπεροχή στο παιχνίδι της εναλλαγής). Έζησαν την εμπειρία μιας δύσκολης και επώδυνης «δημοσιονομικής προσαρμογής»- η Ελλάδα δια της έξωθεν επιβολής μέσω των αλλεπάλληλων μνημονίων, η Ισπανία δια της εθελοντικής υποβολής σε θεραπεία λιτότητας, για να αποφύγει, αυτή η παλαιά κοσμοκράτειρα, τον μνημονιακό εξευτελισμό. Στις πλατείες τους καθρεφτίστηκαν και αλληλοτροφοδοτήθηκαν, με λίγες εβδομάδες διαφορά, τον Μάιο του 2011, τα κινήματα των «αγανακτισμένων». Και στις κάλπες, κοκκινόχρυσες ή γαλανόλευκες, καταγράφηκε ένας πολιτικός σεισμός, που κλόνισε τις παλιές σταθερές.
Στην Ισπανία, όπως και στην Ελλάδα, η σταθερότητα του δικομματισμού δοκιμάστηκε σκληρά. Τα δύο κόμματα εξουσίας που συγκέντρωναν, αθροιστικά, ποσοστά πάνω από 80%, είδαν το σακκί τους να αδειάζει. Στην Ισπανία έπεσαν (και παραμένουν) κάτω από το 50%. Στην Ελλάδα, στις εκλογές της κονιορτοποίησης, τον Μάιο του 2012, κατρακύλησαν στο 35%. Εκεί, όπως και εδώ, το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός ευθύς εγέμισε άνθη νέων πολιτικών σχηματισμών. Στην δική μας περίπτωση, ήταν οι πρωτοεμφανιζόμενοι ΑΝΕΛ και το πολλά υποσχόμενο Ποτάμι καθώς και οι πολλαπλασιαστικά μεγεθυμένοι ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή. Στην ισπανική περίπτωση ήταν οι κινηματικοί Podemos και οι «εκσυγχρονιστές» Ciudadanos. Στους οποίους προστέθηκε αργότερα το (με φρανκικές πινελιές) ακροδεξιό Vox.
Υπάρχει, όμως, μια κρίσιμη διαφορά. Στην Ισπανία ο δικομματισμός δεν υπέστειλε ποτέ τον εσωτερικό του ανταγωνισμό. Η βόμβα της οιονεί χρεοκοπίας έσκασε στα χέρια των Σοσιαλιστών, που είχαν κερδίσει με 44% το 2008. Την θεραπεία λιτότητας ανέλαβε το Λαϊκό Κόμμα της δεξιάς, το οποίο κέρδισε, με 44% επίσης, τις εκλογές του 2011. Τα δύο κόμματα συνέχισαν, έστω και σε χαμηλότερο επίπεδο, να παίζουν μεταξύ τους το παιχνίδι της εναλλαγής. Δεν χρειάστηκε να συνεργαστούν, ούτε διέκοψαν με εκλογές την διαδικασία της δημοσιονομικής τους προσαρμογής.
Εκλογές στην Ισπανία έγιναν το 2015, όταν πια ο Ντράγκι είχε σώσει το ευρώ και η καραντίνα της λιτότητας είχε πια χαλαρώσει. Δεν έζησαν, έτσι, το σοκ της κατάρρευσης, που το ελληνικό πολιτικό σύστημα έζησε τον Μάιο του 2012- όταν η πολιτική του αδυναμία υποχρέωσε σε μια συμβολικά καταλυτική του δικομματισμού συνεργασία, στην κυβέρνησης Παπαδήμου, και η πολιτική βουλιμία διέκοψε πρόωρα, με παράκαιρες εκλογές, τον βίο της κυβέρνησης εκείνης. Θυμίζω: Στις εκλογές εκείνου του Μάη, η ΝΔ «κερδισε» με 18.8%, το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε από το 44% του 2009 στο 13%, οι περιθωριακοί νεο-ναζί της Χρυσής Αυγής εκτοξεύθηκαν στην εθνική αντιπροσωπεία και στις καταπράσινες γειτονιές της Αττικής, όπως στον Ασπρόπυργο, για παράδειγμα, όπου το ΠΑΣΟΚ, ακόμη και στην ήττα του το 2004 ήταν πρώτο κόμμα με δέκα μονάδες διαφορά, βρέθηκαν στην πρώτη θέση (με 25%!) οι Ανεκδιήγητοι Έλληνες.
Στην περίπτωση της Ισπανίας, λοιπόν, η εξ αριστερών αντι-συστημική αμφισβήτηση των Podemos απείλησε μεν αλλά ποτέ δεν ανέτρεψε την κυριαρχία των Σοσιαλιστών στον αριστερά του κέντρου πολιτικό χώρο. Το PSOE ηττήθηκε, συρρικνώθηκε, αλλά δεν «πασοκοποιήθηκε» ποτέ. Και υποχρέωσε τους πρώην αντι-συστημικούς να κυβερνούν μαζί του, από την δύσκολη θέση του «αδύναμου εταίρου». Αλλά και το ΡΡ πλήρωσε στις κάλπες την τετραετία της λιτότητας, αλλά δεν έχασε ποτέ την κυριαρχία στον δεξιά του κέντρου χώρο. Κι όταν οι νεο-εμφανιζόμενοι «Πολίτες», οι Ciudadanos, επιχείρησαν να αμφισβητήσουν την ηγεμονία αυτή, απέτυχαν παταγωδώς.
Οι πρόσφατες, πολυσυζητημένες πρόωρες τοπικές εκλογές στην Μαδρίτη επιβεβαίωσαν πανηγυρικά το οριστικό τέλος μιας δεκαετούς περιπέτειας. Οι «Πολίτες» εξαφανίστηκαν. Και ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, που επεχείρησε μιαν απεγνωσμένη φυγή προς τα εμπερός, να αποκαθαρθεί από το βάρος της συνεργασίας με τους Σοσιαλιστές δια της δημαρχίας της Μαδρίτης, απέτυχε και εγκατέλειψε την σκηνή. Ο μετα-δικτατορικός Ισπανικός δικομματισμός αμφισβητήθηκε, αλλά άντεξε. Το κεφάλαιο έκλεισε. Ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει, με μια νέου τύπου απειλή: Την κυριαρχία εντός του συστημικού κόμματος της δεξιάς ενός υπερ-δεξιού λαϊκισμού με το χαμογελαστό και φωτογενές πρόσωπο μιας νέας γυναίκας, της Diaz Ayuso, που θριάμβευσε στις τοπικές εκλογές αντιπολιτευόμενη τα μέτρα υγειονομικής προστασίας κατά της πανδημίας και τοκίζοντας την δυσθυμία του “εγκλεισμού”.
Αν έχουν, λοιπόν, κάποια σημασία για τον υπόλοιπο κόσμο, οι μαδριλένικες κάλπες είναι πως υπενθυμίζουν ότι μπορεί η ήττα του Τραμπ και η νέο- ρουζβελτιανή πολιτική Μπάιντεν να γυρίζουν το ρολόι του κόσμου μερικές μοίρες αριστερά, μπορεί να δίνουν την υπόσχεση μιας νέας- ας την ονομάσουμε «σοσιαλδημοκρατική», ελλείψει άλλου, νεότερου όρου- ισορροπίας στον κόσμο, αλλά η απειλή μιας «αντι-συστημικής» εξέγερσης στην μετά την πανδημία εποχή είναι παρούσα. Και τα χρώματά της, στην Ευρώπη, είναι αποχρώσεις του σκούρου μπλε. Σχεδόν μαύρου.