Εφημερίδα Έθνος
3 Φεβρουαρίου 2017
Τα άνθη του κακού φύονται σε πολλούς βιότοπους. Όταν βρίσκουν γόνιμο έδαφος αναπτύσσονται γρήγορα. Έτσι σε συνθήκες κρίσης είναι εύλογο να ευδοκιμούν ο λαϊκισμός και ο εθνικισμός. Φαινόμενα επικίνδυνα, καθώς συνδέονται με τα πιο άγρια ένστικτα της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι εθνολαϊκίστικες δυνάμεις εκμεταλλεύονται τον φόβο, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που διακατέχει αξιοσημείωτο τμήμα της κοινής γνώμης. Αξιοποιώντας την όποια κοινωνική, πολιτική ή εθνική μειονεξία, διαχέουν το δηλητήριο του διχασμού, της μισαλλοδοξίας, και της αντιπαλότητας.
Η επικράτηση του Τραμπ και η ενδυνάμωση των απανταχού ακραίων επιβεβαιώνουν ότι ο εθνολαϊκισμός βρίσκει μεγάλη ανταπόκριση. Οι δεξαμενές του συνεχώς τροφοδοτούνται. Η επιρροή του πλέον δεν περιορίζεται μόνο σε περιθωριακές κοινωνικές ομάδες. Αντιθέτως, βρίσκει απήχηση και στην αποκαλούμενη -άλλοτε κραταιά- μεσαία τάξη. Οι παρενέργειες της παγκοσμιοποίησης, η δυσπραγία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, η διευρυνόμενη απόκλιση μεταξύ ανεπτυγμένων και υπανάπτυκτων χωρών, η φτωχοποίηση μεγάλης μερίδας πληθυσμού και το οξύ μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα συνθέτουν μια εκρηκτική πρώτη ύλη που αντιστρατεύεται τον ορθολογισμό. Στο νέο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον όπως διαμορφώνεται, υπάρχει ένα ισχυρό υπόστρωμα συντήρησης, αναδίπλωσης και οπισθοδρόμησης. Η κρίση της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας το ενισχύει. Εξ ου και βρισκόμαστε στον αστερισμό του εθνολαϊκισμού.
Στην εγχώρια πολιτική σκηνή εκφραστές του είναι οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Παρά τις διαφορετικές τους καταβολές, εμφανίζουν αρκετές ομοιότητες. Η συνωμοσιολογία ο ευρωσκεπτικισμός, η δήθεν αντισυστημική τους ρητορεία, ακόμη και η δραχμολαγνεία αποτελούν τη συνεκτική τους ουσία. Αν και η συμπόρευσή τους μοιάζει ιδιότυπη, στην πραγματικότητα εδράζεται σε κοινές προσεγγίσεις. Μπορεί η μεταξύ τους συμμαχία να εξυπηρετεί τον στόχο της παραμονής στην εξουσία, υποκρύπτει όμως και βαθύτερες ιδεολογικοπολιτικές συγγένειες. Παραδόξως η ετεροβαρής σχέση τους καθορίζεται από τον μικρότερο εκλογικά εταίρο.
Ο υπουργός Άμυνας, ανεξάρτητα από την πολιτική και προσωπική του εμβέλεια, επιβάλλει τις πολιτικές που πρεσβεύει που σε καίρια ζητήματα. Αποκαλυπτικός είναι ο τρόπος που διαχειρίζεται τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο λόγος, οι πράξεις, οι ενέργειες του αποπνέουν ακραίο εθνικισμό. Περιφέρεται στα νησιά με στρατιωτικές στολές, λαϊκίζοντας ασύστολα. Οργανώνει επισκέψεις με τη Χρυσή Αυγή στο Καστελόριζο. Εκμεταλλεύεται τα Ίμια, διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα και παραβλέποντας εσκεμμένα ότι οι τότε κυβερνητικοί χειρισμοί απέτρεψαν την πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία.
Ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να έχει εκχωρήσει το δικαίωμα στο Πάνο Καμμένο να ενεργεί εν λευκώ ακόμη και σε ζητήματα που άπτονται της εξωτερικής πολιτικής. Αφήνοντάς του ωστόσο ζωτικό χώρο, προσδίδει στην κυβέρνησή του εθνικιστικό πρόσημο, ενισχύοντας τις δυνάμεις της πολιτικής υποκουλτούρας. Το χειρότερο είναι ότι εκθέτει τη χώρα σε υπαρκτούς κινδύνους σε μια περίοδο που η Τουρκία αποδεικνύεται απρόβλεπτη.
Η Ελλάδα απέναντι στην υπαρκτή επιθετικότητα της γείτονος οφείλει να αντιτάξει στιβαρότητα, σύνεση και νηφαλιότητα, αποφεύγοντας ανώφελους ανταγωνισμούς, σκιαμαχίες και εθνικιστικές εξάρσεις. Αν παγιδευτεί σε ένταση και όξυνση το μόνο που θα καταφέρει είναι να προσφέρει άλλοθι στους ακραίους Τούρκους εθνικιστές, εμβαθύνοντας το ρήγμα μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρώπης. Η συμφωνία του Ελσίνκι δείχνει τον δρόμο που οφείλουμε να ακολουθήσουμε, συμβάλλοντας δημιουργικά στη διαμόρφωση ενός πλαισίου που θα καθορίζει με σαφή τρόπο τη γραμμή πλεύσης των δύο χωρών, χωρίς ψυχώσεις και αντιπαλότητες.