Κώστας Μποτόπουλος
Τα Νέα, 1/11/2017
Η οικονομική κρίση, τα προβλήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, το Brexit και η αναζωπύρωση των περιφερειακών διαφορών με αιχμή την Καταλωνία έφεραν στην επιφάνεια και δυνάμωσαν τις εθνικιστικές τάσεις στην ήπειρό μας. Φανερώνοντας παράλληλα ότι υπάρχουν πολλά είδη εθνικισμού.
Ας ξεκαθαρίσω αμέσως τις δύο βασικές αρχές πάνω στις οποίες στηρίζονται όλα όσα θα υποστηρίξω. Πρώτον, ως «εθνικισμό» δεν εννοώ την αγάπη προς την πατρίδα, ακόμα και την αταβιστική προτίμηση σε ό,τι προέρχεται από την πατρίδα, αλλά τη στήριξη σε αυτή την προτίμηση για λόγο και δράση που υποτιμούν ή ταπεινώνουν άλλες χώρες και έθνη και οδηγούν στον εγκλεισμό εντός των εθνικών συνόρων. Και δεύτερον, πως ο έτσι νοούμενος εθνικισμός συνιστά όχι μόνο μια ανιστόρητη και διχαστική θεωρία, αλλά και μια πολιτική πρακτική εντελώς έξω από τις θεμελιώδεις αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η ευρωπαϊκή ενοποίηση, όπως και εντελώς πέρα από τις ανάγκες της εποχής και των λαών, του ελληνικού φυσικά συμπεριλαμβανομένου.
Τα τελευταία έξι-επτά χρόνια – ας τα ονομάσουμε «χρόνια των πολλαπλών κρίσεων» για την Ευρώπη – ο εθνικισμός έχει αναζωπυρωθεί και εμφανίζεται με διαφορετικές μορφές. Υπάρχει ο «ρατσιστικός εθνικισμός», που κλείνει εξωτερικά και εσωτερικά σύνορα, όχι μόνο για να μην μπαίνουν στην Ευρώπη«ξένοι» άνθρωποι, ιδέες και στάσεις ζωής, αλλά και για να μη «μολύνονται» οι εντός Ευρώπης από ανίερες, ακόμα και ενδοευρωπαϊκές, επιμειξίες. Υπάρχει ο «πολιτιστικός εθνικισμός», στον οποίο δεν ανθίσταται πάντοτε επιτυχώς η Ελλάδα, που χωρίζει τις χώρες και τους λαούς σε αρχαίους και άγουρους, σε ιστορικούς και «τεχνητούς», σε μεγάλους και μικρούς και τοποθετεί βάσει τέτοιων κριτηρίων χώρες και πολίτες σε κατώτερες κατηγορίες. Υπάρχει ο «εθνικισμός της κυριαρχίας», στον οποίο τακτικά ενδίδει η Γερμανία, εξίσου τακτικά θα ενέδιδε, αν μπορούσε, η Γαλλία και στοίχισε το Brexit στη Βρετανία, ένας εθνικισμός που συνίσταται στην εκπόνηση και τήρηση κοινών θεωρητικά κανόνων, που διαιωνίζουν ωστόσο την κυριαρχία ορισμένων επί όλων των υπολοίπων και που καταπατώνται όταν παύουν να στηρίζουν αυτόν τον σκοπό. Και υπάρχει και ο «εθνικισμός της μικρής ομάδας», η τάση αυτονόμησης και αυτοπεριχαράκωσης τμημάτων και ομάδων με διακριτά πράγματι χαρακτηριστικά, αλλά και συμμετοχή σε ευρύτερα σύνολα, εντός των οποίων άνετα εκφράζονται και δρουν.
Ολες αυτές οι εκφάνσεις αδυνατίζουν το πολιτικό σχέδιο της Ευρώπης και, κυρίως, υποσκάπτουν τα θεμέλια της ενοποίησης και εξουδετερώνουν τα ήδη αποδεδειγμένα πλεονεκτήματά της, ακριβώς τη στιγμή που μια τέτοια αποσάθρωση απειλεί βασικές κατακτήσεις σε επίπεδο δημοκρατίας και ποιότητας ζωής. Ο εθνικισμός ξαναφέρνει από την πίσω πόρτα το μίσος, στερεί την Ευρώπη από ζωτικές δυνάμεις, αποτρέπει από κοινά σχέδια που μόνο αυτά μπορούν να σταθούν στην «παγκοσμιοποιημένη» οικονομία, αποπροσανατολίζει και αποκαρδιώνει τους λαούς και ρίχνει νερό στον μύλο των πιο σκοτεινών δυνάμεων και των πιο αποτρόπαιων (κι ωστόσο όχι πρωτότυπων στην ευρωπαϊκή ιστορία) σχεδίων.
Η Ευρώπη, σήμερα, αποτελεί ίσως το εργαστήρι στο οποίο θα λυθεί στην πράξη το περίφημο «τρίλημμα του Ρόντρικ». Αφού δεν μπορούν να συνυπάρξουν και η παγκοσμιοποίηση και η δημοκρατία και η εθνική κυριαρχία όπως την ξέραμε, η Ευρώπη οφείλει στον εαυτό της και την Ιστορία της να κρατήσει και να δυναμώσει μόνο τα δύο πρώτα στοιχεία κι έτσι να προχωρήσει.