Εφημερίδα Έθνος
28 Αυγούστου 2015
Οι αντιθέσεις στην πολιτική ενίοτε αποδεικνύονται κίβδηλες. Ανακαλύπτονται προκειμένου να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένες επιδιώξεις, χωρίς να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τα ουσιαστικά προβλήματα της κάθε περιόδου. Συνήθως στηρίζονται σε ιδεοληπτικές προσεγγίσεις ή στην παραχάραξη της πραγματικότητας.
Αναμφίβολα υπάρχουν και οι αντιθέσεις που αποτελούν αυθεντική έκφραση των υφιστάμενων διαφορών. Για παράδειγμα οι ευρωπαϊστές και οι ευρωσκεπτικιστές είναι δύο κατηγορίες εκ διαμέτρου αντίθετες. Το ίδιο ισχύει και με τις εκσυγχρονιστικές και αναχρονιστικές δυνάμεις. Οι πρώτες αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα εναρμόνισης με το νέο περιβάλλον, ενώ οι δεύτερες βρίσκονται καθηλωμένες σε παρωχημένες αντιλήψεις.
Ωστόσο, η εγχώρια πολιτική βρίθει από επίπλαστους διαχωρισμούς. Πέντε χρόνια τώρα το «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» που επέβαλε ο Τσίπρας διαστρέβλωσε τις υπαρκτές διαφορές που διαπερνούν το κομματικό σύστημα. Με τη σκληρή αντιμνημονική στρατηγική ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε πλαστά διλήμματα. Προκάλεσε σύγχυση ως προς τις πραγματικές αιτίες της κρίσης. Θεμελίωσε την κυριαρχία του, καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Με την αποδοχή του τρίτου μνημονίου, όμως, ακύρωσε ο ίδιος την αντίθεση, αποδεικνύοντας πόσο τεχνητή, ψευδεπίγραφη και πρόσκαιρη ήταν.
Τώρα αναγκαστικά αναπροσαρμόζει τη στρατηγική του, εισάγοντας έναν άλλο διαχωρισμό: «παλαιό-νέο». Εκμεταλλευόμενος την απαξίωση των αποκαλούμενων «παλιών δυνάμεων», εγκαλεί τους αντιπάλους του, χαρακτηρίζοντας τους φθαρμένο πολιτικό κατεστημένο. Στην πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη αυτοεμφανίστηκε ως νέος και άφθαρτος, μοναδικός φορέας αλλαγής και ανανέωσης. Η συγκεκριμένη αφήγηση, ωστόσο, προσκρούει τόσο στην αδυναμία του να ταυτιστεί με νέες ιδέες και να τις ενσαρκώσει, όσο και στις ιδεοληψίες και αγκυλώσεις του κόμματός του.
Η αποστροφή στις μεταρρυθμίσεις, οι κρατικίστικες αντιλήψεις, η ενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας, η απουσία ριζοσπαστικών προτάσεων σε συνδυασμό με τη ροπή στον εθνολαϊκισμό, αποτρέπουν τη διαμόρφωση σύγχρονου ιδεολογικού στίγματος. Δεν επιτρέπουν στον Τσίπρα να προχωρήσει με τολμηρά βήματα στην προγραμματική και κοινωνική ανασύνθεση του χώρου του οποίου ηγείται. Εκ των πραγμάτων περιορίζουν το ακροατήριό του και εν τέλει την εμβέλεια και αποτελεσματικότητα της αντίθεσης «παλαιού-νέου».
Τα προβλήματα της οικονομίας, η κρατική ανεπάρκεια, η παραγωγική και αναπτυξιακή υστέρηση, η απόκλιση από το ευρωπαϊκό κεκτημένο απαιτούν συγκεκριμένες προτάσεις. Από μόνη της η επίκληση του νέου δεν αρκεί. Άλλωστε, η αναποφασιστικότητα και αναποτελεσματικότητα της πρόσφατης πρωθυπουργικής θητείας δημιούργησαν ερωτηματικά για την πολιτική και διαχειριστική επάρκεια του Τσίπρα, προκαλώντας ρηγματώσεις στην πολιτική του κυριαρχία.