Εφημερίδα Έθνος
10 Μαρτίου 2017
Η πολιτική είναι η πρώτη ύλη. Χωρίς αυτή δεν υφίσταται η επικοινωνία. Η απουσία της κάνει ατελέσφορη τη διασφάλιση στιβαρής και σταθερής κυριαρχία. Υποκαθιστώντας την πολιτική με επικοινωνιακές πομφόλυγες, το μόνο που επιτυγχάνεις είναι η δημιουργία πρόσκαιρων εντυπώσεων. Δεν παράγεις πρόσθετη αξία. Αντιθέτως, απομειώνεις και την προγενέστερη.
Χαρακτηριστική περίπτωση, ο Αλέξης Τσίπρας. Τόσο η αντιπολιτευτική όσο και η κυβερνητική του θητεία δείχνουν την πλήρη προσήλωσή του στην επικοινωνία. Υπερεκτιμώντας τη σημασία και τον ρόλο της, προσπαθεί να καλύψει την έλλειψη συγκεκριμένου σχεδίου για την έξοδο από την κρίση, τις αντιφάσεις και τις αμφιθυμίες του, καθώς και την αδυναμία του να αντεπεξέλθει στις ανάγκες και απαιτήσεις της διακυβέρνησης. Η μακρόσυρτη διαπραγμάτευση της κυβέρνησής του με τους εταίρους και τους δανειστές είναι αποκαλυπτική. Στην ουσία τη χρησιμοποιεί για εσωτερική κατανάλωση.
Οι αέναες συζητήσεις προσφέρονται για το στήσιμο σκηνικού αντίστασης στους ανάλγητους θεσμούς. Οι ευαίσθητοι –υποτίθεται- κυβερνώντες δίνουν σκληρές μάχες για τα συμφέροντα των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Απέναντί τους βρίσκονται εκείνοι που θέλουν να ακυρώσουν κεκτημένα και κατακτήσεις. Με το στόρι αυτό ο πρωθυπουργός ευελπιστεί ότι θα συντηρήσει την εικόνα του σκληρού και αποφασισμένου διαπραγματευτή. Επιδιώκει να πείσει το εκλογικό του σώμα ότι παραμένει σταθερός στις προηγούμενες θέσεις του. Ταυτόχρονα με το κλίμα έντασης και αδιεξόδου που προβάλλει, αποσκοπεί στην καλλιέργεια κατάλληλων συνθηκών, προκειμένου να περάσουν τα μέτρα με το μικρότερο πολιτικό κόστος για τον ίδιο. Προφανώς δεν τίθεται ζήτημα μη αποδοχής των μέτρων. Μετά τις διάφορες ταρζανιές θα τα αποδεχθεί όλα.
Στην ουσία ο Αλέξης Τσίπρας επαναλαμβάνει τη συνταγή του πρώτου εξαμήνου του ’15. Εσκεμμένα οδηγεί σε οριακό σημείο τη διαπραγμάτευση για να εξυπηρετήσει τους κοντόφθαλμους πολιτικούς του στόχους. Κρατάει επί μακρόν την αξιολόγηση σε εκκρεμότητα, μολονότι γνωρίζει το ήδη μεγάλο κόστος της για τη χώρα και την οικονομία. Αδυνατώντας να θεμελιώσει μια στρατηγική προσαρμογής της κυβέρνησής του στην αμείλικτη πραγματικότητα, καταφεύγει σε στρατηγήματα, και παιχνίδια εντυπώσεων. Το πολιτικό και διαχειριστικό έλλειμμα που εμφανίζει καθιστά τη διακυβέρνησή του ευάλωτη στη φθορά και στην αποδόμηση. Το κεφάλαιο που δημιούργησε εξαντλείται. Η επένδυση αποκλειστικά και μόνο στην επικοινωνία δεν επαρκεί. Η αισθητή υποχώρηση της κυριαρχίας του το επιβεβαιώνει.