Εφημερίδα Η Αξία
30 Νοεμβρίου 2013
Η πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί στη χώρα και στην οικονομία έπειτα από τέσσερα σκληρά μνημονιακά χρόνια εγείρει καινούργια ζητήματα, για το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, αλλά και νέες προκλήσεις, στις οποίες πρέπει να ανταποκριθούν.
Η ανάγκη αυτή καθίσταται ιδιαίτερα επιτακτική για τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της θέσης του ως αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα γεγονότα, το κατεξοχήν αντιμνημονιακό κόμμα δυσκολεύεται να προσαρμοστεί. Η δυστοκία του, μάλιστα, δεν του επιτρέπει να προβεί στις αναγκαίες αναπροσαρμογές στη στρατηγική και στην πολιτική του.
Συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένο σε έναν σκληρό αντιμνημονιακό λόγο που αρχικά τού ήταν χρήσιμος για να οικειοποιηθεί πολιτικά την εκφρασμένη αγανάκτηση και οργή της πλειονότητας της κοινής γνώμης. Όμως σήμερα ο λόγος αυτός έχει απολέσει την επικαιρότητά του. Περισσότερο παραπέμπει στο παρελθόν και πολύ λιγότερο μπορεί να έχει αναφορά στο παρόν και το μέλλον.
Άλλωστε τα μνημόνια, σιγά σιγά, κλείνουν τον κύκλο τους, έχοντας βέβαια αφήσει έντονα τα σημάδια τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου. Ωστόσο, η πλήρης αποδέσμευσή μας από αυτά δεν θα επιτευχθεί με τις προσεγγίσεις και τις προτάσεις που διατυπώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Ως εκ τούτου, το καίριο ερώτημα είναι με ποιες πολιτικές θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη μετάβαση της Ελλάδας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχουν δοθεί, μέχρι τώρα τουλάχιστον, αξιόπιστες και πειστικές απαντήσεις, τόσο από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αντιθέτως, αντιπολιτευόμενοι και συμπολιτευόμενοι θέλουν να επιταχύνουν την απεξάρτησή μας από τις μνημονιακές δεσμεύσεις, φτάνοντας στο σημείο να υποστηρίζουν ακόμη και ανεδαφικές προτάσεις. Κι αυτό γιατί μοναδικό τους μέλημα φαίνεται να είναι η διασφάλιση της εύνοιας των πολιτών που έχουν πληγεί από τους ετεροβαρείς και επαχθείς όρους των μνημονίων.
Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία προσπαθεί να εκφράσει τις απαιτήσεις και ανάγκες της σημερινής περιόδου με προσεγγίσεις του παρελθόντος. Η αδυναμία της να προβεί σε μια ουσιαστική στρατηγική ανατοποθέτηση τής στερεί τη δυνατότητα να επικαιροποιήσει τον πολιτικό της λόγο, αλλά και να διατυπώσει συγκεκριμένες και ρεαλιστικές προτάσεις για τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να μην έχει συνειδητοποιήσει πως δεν είναι πλέον το πολιτικό σχήμα του 4%, αλλά αναδείχθηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση και διεκδικεί την εξουσία. Συνεχίζοντας να ακολουθεί οπισθοβαρή στρατηγική, αυτοπεριορίζεται στο ρόλο και στις δυνατότητες ενός κόμματος διαμαρτυρίας. Το πρόβλημα αναντιστοιχίας που εμφανίζει απομειώνει τις προσπάθειές του να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια που έχει προκληθεί σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα λόγω της ακολουθούμενης πολιτικής. Οι αντιμνημονιακές κορώνες, οι πολιτικοί εξτρεμισμοί, οι ανερμάτιστες πολιτικές της τελευταίας περιόδου αφαίρεσαν, δεν πρόσθεσαν στην εικόνα, στην αξιοπιστία, στην απήχησή του.
Οι απλουστεύσεις, οι μονομέρειες, ο καταγγελτικός λόγος, οι άναρθρες κραυγές, η εύκολη ρητορεία, δεν θεμελιώνουν αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να δημιουργούν θόρυβο, «τζερτζελέ», να κρύβουν τα ουσιαστικά θέματα και αντικειμενικά προβλήματα κάτω από τον κουρνιαχτό, επιβεβαιώνοντας ιδεοληψίες και εμμονές σε αποτυχημένες συνταγές.
Η ταύτιση με τις δυνάμεις που ακόμη και σήμερα επιζητούν ειδικές ρυθμίσεις για τη διατήρηση των προνομίων τους, συνιστά παλινδρόμηση στις πολιτικές, οι οποίες δημιούργησαν και συντηρούσαν ένα αντιπαραγωγικό, αντιαναπτυξιακό και σπάταλο μοντέλο διοίκησης και οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας, οδηγώντας τη χώρα στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Οι ανέξοδες υποσχέσεις, οι λαϊκισμοί, οι πελατειακές πρακτικές, δεν δίνουν ρεαλιστικές και αξιόπιστες απαντήσεις για το ποια θα είναι η στρατηγική που μπορεί να ακολουθήσει η χώρα σε μια μεταμνημονιακή περίοδο.
Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να κάνει μια ουσιαστική τομή στη στρατηγική του πρόταση, υιοθετώντας χωρίς αναστολές και ενδοιασμούς παρωχημένες και ξεπερασμένες πολιτικές, θα παραμένει ένα κόμμα διαμαρτυρίας. Και ως τέτοιο δεν μπορεί να διασφαλίσει τη διεύρυνση του ακροατηρίου, της επιρροής του, την ενδυνάμωση του πολιτικού ρόλου και εν τέλει το ζητούμενο της κυβερνησιμότητας.
Η κυβερνησιμότητα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι συνυφασμένη με τον αναπροσανατολισμό του στον πολιτικό ρεαλισμό. Η ανθεκτικότητά του δεν καθορίζεται από τις εσωκομματικές ισορροπίες, αλλά από τη δυνατότητα προσαρμογής του, η οποία θα του επιτρέψει να προβλέπει τις μεταβολές που έρχονται και να ανταποκρίνεται σ’ αυτές.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να ξεχνά κάτι πολύ βασικό. Όταν μεταβάλλονται οι συνθήκες μεταβάλλεις και τη στρατηγική σου. Η διεύρυνση της πολιτικής αξίας πραγματοποιείται με τολμηρές και βαθιές τομές.