Περιοδικό Λιμάνι
10 Αυγούστου 2007
Όποτε κι αν διεξαχθούν οι εκλογές, το βέβαιο είναι ότι η χώρα βρίσκεται στον αστερισμό της εκλογολογίας. Για άλλη μια φορά διαπιστώνουμε ότι στην Ελλάδα η πολιτική συζήτηση εξαντλείται σε τέσσερα θέματα: Στην εκλογολογία και στη σκανδαλολογία, στους κυβερνητικούς ανασχηματισμούς και στις εσωκομματικές διεργασίες.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι το πολιτικό ρεπορτάζ όλων των ΜΜΕ περιστρέφεται πάντα γύρω από τα συγκεκριμένα θέματα. Σπανίως τίθενται στο επίκεντρο τα ουσιώδη ζητήματα που αφορούν τα προβλήματα των πολιτών, τις ανάγκες της κοινωνίας, τις προκλήσεις της χώρας.
Και βέβαια οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι την πολιτική ατζέντα δεν τη διαμορφώνουν τα κόμματα, αλλά τα ΜΜΕ. Η πρώτη ύλη της πολιτικής συζήτησης και αντιπαράθεσης, διαπλεκόμενη με τις επιδιώξεις, τις σκοπιμότητες και υπερβολές των μέσων, περιστρέφεται πάντα στα υπαρκτά ή ανύπαρκτα σκάνδαλα, στα φαινόμενα της διαπλοκής και της διαφθοράς, στους εκλογικούς αιφνιδιασμούς, στις κυβερνητικές και κομματικές μετοχές του κάθε στελέχους.
Τα κόμματα, είτε γιατί θεωρούν ότι τέτοια θέματα αποφέρουν πολιτικό κέρδος και προκαλούν πρόβλημα στους αντιπάλους, είτε γιατί έτσι καλύπτουν την ανεπάρκειά τους και την απουσία προτάσεων και θέσεων, προσαρμόζουν την πολιτική και τις τακτικές τους στα αβανταδόρικα αυτά ζητήματα.
Η τακτική αυτή υπαγορεύεται και από την πολυσυλλεκτικότητα που έχουν υιοθετήσει τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα εξουσίας και από την επιλογή τους να αποφεύγουν να διατυπώνουν σαφείς και καθαρές θέσεις.
Η επικέντρωση όμως της πολιτικής ζωής στην εκλογολογία και στη σκανδαλολογία υπονομεύει τα ίδια τα πολιτικά κόμματα, την έννοια της πολιτικής, και αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της χώρας.
Η Νέα Δημοκρατία ακολουθεί μια παράδοξη στρατηγική. Αντιπολιτεύεται την αντιπολίτευση, σκανδαλολογεί για τις παρελθούσες αμαρτίες των αντιπάλων της, ξεχνώντας ότι έχει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας για 3,5 χρόνια. Στη στρατηγική αυτή προσθέτει και το συστατικό της εκλογολογίας, δημιουργώντας την αίσθηση πως το πολιτικό ρολόι σταμάτησε στο 2004.
Το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, αδυνατώντας να προβάλει την προγραμματική του πρόταση, παγιδεύεται στα θέματα που ο αντίπαλός του θέτει -τη σκανδαλολογία και την εκλογολογία- απεμπολώντας τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί τις κυβερνητικές ανεπάρκειες της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και την αδυναμία της να προβάλλει ένα πολιτικό σχέδιο για τη χώρα, την κοινωνία, τους πολίτες.
Σε όλες τις βουλευτικές εκλογές υπάρχει ένα βαθύτερο πολιτικό διακύβευμα, μια αγωνία της κοινωνίας. Όποιος τη συλλάβει και την εκφράσει, τις κερδίζει.
• Το 2004 υπήρχε αίτημα αλλαγής, γιατί το ΠΑΣΟΚ είχε κυβερνήσει έντεκα χρόνια.
• Το 2000 και το 1996, η ανησυχία για τον εκσυγχρονισμό της χώρας και τον εξορθολογισμό της διακυβέρνησης, συμπυκνωμένη στην υπόθεση της ΟΝΕ, έδωσε στο ΠΑΣΟΚ την εξουσία.
• Το 1993, οι νεοφιλελεύθερες επιλογές της διακυβέρνησης Μητσοτάκη είχαν τρομάξει τη χώρα.
Το καίριο ερώτημα που τίθεται σήμερα, έχει σχέση με το τι διακυβεύεται στις επερχόμενες εκλογές. Ποιο είναι το διακύβευμα για το 2007-2008;
Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είναι κρίσιμο το «μετά». Οι εκλογείς γνωρίζουν ότι ο Καραμανλής δεν έκανε κάτι ιδιαίτερο την περασμένη τετραετία. Η κυβέρνηση εμφανίζει φθορά και έχει σαφώς απογοητεύσει. Αλλά ως τώρα δεν υπήρξε μείζων κρίση ασφάλειας ή εξωτερικής πολιτικής ούτε αισθάνθηκαν οι πολίτες στην τσέπη τους την απογραφή ή τα ομόλογα.
Το κρίσιμο πολιτικό διακύβευμα είναι το μετά. Είναι οι προκλήσεις και οι ευκαιρίες που η χώρα σήμερα αντιμετωπίζει. Είναι οι νέες ανάγκες και οι νέες απαιτήσεις που παρουσιάζονται μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Είναι η επίτευξη της πραγματικής σύγκλισης, προκειμένου η χώρα να μειώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τις προηγμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Η Νέα Δημοκρατία γνωρίζει ότι η επόμενη τετραετία θα είναι κρίσιμη. Γνωρίζει ότι έχει να αντιμετωπίσει το εκρηκτικό θέμα του ασφαλιστικού, την περιστολή των δαπανών και άλλες δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των Βρυξελλών. Γι’ αυτό προσωποποιεί τις εκλογές σε διαμάχη αρχηγών. Ηδη «καδράρει» τις εκλογές ως αναμέτρηση Καραμανλή-Παπανδρέου.
Οι κάλπες γίνονται έτσι υπόθεση επιλογής προσώπου και όχι κόμματος. Οι στρατοί δεν χρειάζεται να πολεμήσουν. Θα το κάνουν γι’ αυτούς οι αρχηγοί. Είναι η ίδια λογική με το 2004. Το ΠΑΣΟΚ είναι φθαρμένο. Μόνο ατού ο Παπανδρέου. Ας χτυπηθεί λοιπόν αυτός!
Η αλήθεια είναι πως ο Παπανδρέου, παρασυρμένος από τη δυναμική της προσωπικής αντιπαράθεσης, ακολουθεί την τακτική αυτή.
Το ερώτημα δεν είναι αν μια τέτοια επιλογή ευνοεί τον έναν ή τον άλλο πολιτικό αρχηγό -η όξυνση και η αντιπαράθεση τύπου φοιτητικών εκλογών οδηγούν στον εκφυλισμό της δημόσιας ζωής-, αλλά αν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της δημοκρατικής παράταξης και της χώρας γενικότερα.
Ο Παπανδρέου δεν πρέπει, βεβαίως, να φυγομαχήσει. Οφείλει όμως να πολιτικοποιήσει τις διαφορές του με τον Καραμανλή. Να βγει από τη δημοσκοπική φούσκα του ποιος είναι καταλληλότερος για Πρωθυπουργός ή τις ρητορικές εξάρσεις ενός υπερθερμασμένου αντιπολιτευτικού πολιτικού λόγου, και να αναδείξει την πολιτική του διαφορά από τον Καραμανλή.
Αυτό δεν μπορεί να γίνει με αφηρημένα σχήματα ή αναγωγές σε ασαφείς πολιτικές ιδέες. Ούτε βεβαίως επαρκεί η αντιπολίτευση για τα σκάνδαλα.
Στο κάδρο του Παπανδρέου πρέπει να υπάρχει μια πολύ καθαρή εικόνα: είναι ο ηγέτης της μεγάλης κεντροαριστερής παράταξης, που με το πλούσιο έργο της, άλλαξε την πορεία της χώρας, έχοντας απέναντί του την παράταξη της δεξιάς που έχει την ευθύνη διακυβέρνησης εδώ και τριάμισι χρόνια.
Ο Παπανδρέου πρέπει να αποκαλύψει τις προθέσεις του Καραμανλή. Όχι όμως με κραυγές και επιθέσεις. Αλλά εγκαλώντας τον σε κρίσιμα ζητήματα πολιτικής που στοιχειοθετούν την επόμενη μέρα των εκλογών. Οφείλει να πιέσει τον Καραμανλή στο θέμα του ασφαλιστικού, και στην οικονομία γενικότερα.
Ο Παπανδρέου καλείται να δώσει μάχες όχι γι’ αυτά που έφυγαν, αλλά γι’ αυτά που έρχονται. Καλείται να ασκήσει εμπροσθοβαρή αντιπολίτευση. Καλείται να κάνει αντιπολίτευση «από μπροστά», μιλώντας για τις προκλήσεις και ευκαιρίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως χώρα, ως κοινωνία, ως πολίτες. Καλείται να αναδείξει τα θέματα της οικονομίας από κοινωνική σκοπιά. Να καταθέσει μια νέα κοινωνική ατζέντα, μια εναλλακτική πρόταση έναντι αυτής που προωθεί η δεξιά διακυβέρνηση.
Το ΠΑΣΟΚ έχει τη δυνατότητα να μιλήσει πολιτικά. Να εστιάσει στις διαφορές του με τη Νέα Δημοκρατία, χωρίς ενοχές και φοβικά σύνδρομα.
Το πολιτικό κεφάλαιο της Νέας Δημοκρατίας έχει τρωθεί. Η κυβερνητική παράταξη δεν φαίνεται να προβάλει ένα πειστικό πολιτικό σχέδιο. Οι εξαγγελίες της για τις μεταρρυθμίσεις δεν είναι συγκεκριμένες, αλλά καταγράφονται ως σύνθημα κενό πολιτικού περιεχομένου.
Το εκλογικό σώμα αμφιβάλλει πλέον για τη φερεγγυότητα και την αξιοπιστία της παράταξης που πριν πέντε χρόνια έκανε σημαία της την αποκατάσταση της ηθικής στην πολιτική.
Το πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης δεν μπορεί να είναι η σκανδαλολογία. Ούτε η εκλογολογία μπορεί να επισκιάσει τα υπαρκτά προβλήματα της χώρας, της κοινωνίας, των πολιτών.
Στο γόνιμο χώρο της πολιτικής μπορεί να υπάρξει μια σοβαρή, ουσιαστική και τεκμηριωμένη πολιτική αντιπαράθεση που θα συνδέεται με προτάσεις και απόψεις, θέσεις και ιδέες.