Μιχάλης Παπαπέτρου
Τα Νέα, 29-7-2017
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνοκυπριακή πλευρά στρέφει την πολεμική της κατά του ειδικού εκπροσώπου του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ. Κατ’ ακρίβειαν, την ίδια τύχη είχαν 28 προηγούμενοι ειδικοί αντιπρόσωποι που περιγράφηκαν από τους Ελληνοκυπρίους ως «φιλότουρκοι» και ως «όργανα της Αγκυρας». Για κάποιους, μάλιστα, εκφράσαμε δυσφορία ακόμα και για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Φορείς αυτής της πολεμικής ήταν πάντα οι εκπρόσωποι της «πατριωτικής» γραμμής στο Κυπριακό, που σήμερα αντιστοιχούν στα πιο εξτρεμιστικά στοιχεία της κυπριακής πολιτικής ζωής και που αυτοπεριγράφονται ως «ενδιάμεσος χώρος», ενώ στην πραγματικότητα εκπροσωπούν την πιο ακραία, εθνικιστική και σοβινιστική έκφανση της κυπριακής κοινωνίας. Η προσέγγιση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο μιας θεωρίας που θέλει τους πάντες να συνωμοτούν εναντίον των Ελλήνων, για λόγους και με σκεπτικό που ποτέ κανένας δεν μπήκε στον κόπο να εξηγήσει.
Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, μετά το ναυάγιο των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά. Με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά επικεφαλής αυτής της επίθεσης κατά του Αϊντα βρίσκεται ο ίδιος ο Νίκος Αναστασιάδης, που για πολλά χρόνια κατακεραύνωνε τους επικριτές ως απολιτικούς και μονοκόμματους. Τι συνέβη, λοιπόν, τώρα και ο Νίκος Αναστασιάδης όχι μόνον άλλαξε τακτική, αλλά υπερβαίνει και τους προηγούμενους, χρησιμοποιώντας ύβρεις και κοσμητικά επίθετα; Είναι απλό. Ο Νίκος Αναστασιάδης τους τελευταίους μήνες άλλαξε την πολιτική του στο Κυπριακό και ενόψει των προεδρικών εκλογών του ερχόμενου Φεβρουαρίου απευθύνεται σε ένα ακραίο και ακροδεξιό ακροατήριο, προσπαθώντας να συσπειρώσει μια μερίδα του δικού του κόμματος, εκτιμώντας ότι ο κύριος αντίπαλός του στις εκλογές είναι ο Νικόλας Παπαδόπουλος, ο αυθεντικός ακραίος εθνικιστής στο Κυπριακό. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ μέχρι τον πρώτο γύρο των συνομιλιών στο Μον Πελεράν οι διαρροές του περιβάλλοντος Αναστασιάδη ενοχοποιούσαν την ακραία πολιτική του κ. Κοτζιά, τον οποίο κατηγορούσαν ως δημιουργό εμποδίων και προσκομμάτων στις συνομιλίες, τώρα οι δύο άντρες συνεργάζονται αρμονικά για την προώθηση μιας γραμμής στο Κυπριακό (μηδέν στρατός, μηδέν εγγυήσεις από την πρώτη μέρα), που γνωρίζουν καλά ότι είναι μαξιμαλιστική και εξωπραγματική και ποτέ δεν πρόκειται να οδηγήσει σε λύση. Θα ήταν άλλωστε αφελές να πιστεύει κανένας ότι η Τουρκία θα υποχωρήσει όχι μόνον πέραν των τετελεσμένων του 1974, αλλά και των συμφωνιών της Ζυρίχης του 1960, των οποίων τη νομιμότητα κανένας δεν αμφισβητεί.
Αν οι δηλώσεις Αϊντα και τα δημοσιεύματα που αναφέρουν ως πηγή τους την κυρία Μογκερίνι, τον κ. Γιούνκερ και κύκλους του ΟΗΕ είναι ορθά, τότε στις συνομιλίες δεν αξιοποιήσαμε τη δυνατότητα κατάργησης των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας, έστω και μέσα από ένα χρονοδιάγραμμα, για αποχώρηση όλου του κατοχικού στρατού και παραμονή μόνο της ΕΛΔΥΚ (950 άνδρες) και της ΤΟΥΡΔΥΚ (650 άνδρες) με ελαφρύ οπλισμό και αυστηρά στρατωνισμένων σε προκαθορισμένο χώρο. Οι κύριοι Αναστασιάδης και Κοτζιάς αμφισβητούν τον ΟΗΕ και την ΕΕ και ισχυρίζονται ότι δεν ήταν αυτή η τουρκική θέση. Εστω ότι έχουν δίκιο. Τότε το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί δεν προκαλούν τον εκπρόσωπο του ΟΗΕ, εάν αυτή είναι πραγματικά η τουρκική θέση, ότι είναι έτοιμοι να τη συζητήσουν και να καταλήξουν σε συμφωνία; Και ακόμα, πώς είναι δυνατόν μόνον ο κ. Κοτζιάς και ο κ. Αναστασιάδης να κατάλαβαν τι έγινε και όλοι οι άλλοι (ΟΗΕ, ΕΕ, Βρετανία) να κατάλαβαν διαφορετικά; Η δημοσίευση των ελληνοκυπριακών πρακτικών φανερώνει σύγχυση και αποκορυφώνει τη σύγκρουση με τον ΟΗΕ, με απρόβλεπτες συνέπειες. Το ζητούμενο, ασφαλώς, είναι τι θα εγκρίνει το Συμβούλιο Ασφαλείας και όχι οι πρακτικογράφοι του κ. Αναστασιάδη.
Οφείλουμε να καταλάβουμε ότι όταν ο κ. Κοτζιάς αποκαλεί τον Αϊντα ψεύτη και εκπρόσωπο του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, είναι τον ίδιο τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ που καθυβρίζει. Αυτούς δηλαδή των οποίων τη μεσολάβηση επιζητούμε για να λύσουμε το Κυπριακό. Αυτούς που ήδη γράφουν την έκθεσή τους προς το Συμβούλιο Ασφαλείας για το τι έγινε στην Ελβετία, αυτούς που παρακαλούμε να διατηρήσουν (με υψηλότατο κόστος) την ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο έπειτα από 53 ολόκληρα χρόνια. Να σημειώσουμε επίσης ότι τόσο ο γενικός γραμματέας όσο και το Συμβούλιο Ασφαλείας, τουλάχιστον τρεις φορές τους τελευταίους μήνες, συνεχάρησαν τον Αϊντα για τη δουλειά του, του εξέφρασαν πλήρη εμπιστοσύνη και στήριξη και τον κάλεσαν να συνεχίσει την προσπάθειά του.
Ως αποτέλεσμα της μαξιμαλιστικής μας θέσης, οι συνομιλίες κατέρρευσαν. Ας σημειωθεί ότι στα 43 χρόνια από την εισβολή, η ελληνική πλευρά ποτέ δεν έθεσε θέμα αποχώρησης της ΤΟΥΡΔΥΚ. Τώρα, ως αποτέλεσμα της «πατριωτικής» γραμμής που επέβαλε ο κ. Κοτζιάς, δεν θα μείνουν 650 τούρκοι στρατιώτες, αλλά 40.000. Δεκάδες χιλιάδες νέοι έποικοι θα εισρεύσουν ανεξέλεγκτα στην Κύπρο, αλλάζοντας ντε φάκτο τον δημογραφικό της χαρακτήρα. Η Αμμόχωστος, η Μόρφου και πολλές άλλες κωμοπόλεις και χωριά μετατρέπονται σε χαμένες πατρίδες. Η Τουρκία δηλώνει ότι ο ρόλος του ΟΗΕ (άρα και τα ψηφίσματά του που προνοούν για λύση επανένωσης και αποχώρησης του στρατού κατοχής) παύει να υπάρχει και ότι θα αναζητήσει άλλους τρόπους επίλυσης του Κυπριακού. Προφανώς με διχοτομική λογική, μη αποκλειόμενης και της προσάρτησης των Κατεχομένων στην Τουρκία. Με αυτά τα δεδομένα, τι σκοπεύουν να κάνουν οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου; Μήπως η πρώτη θα συνεχίσει να μας διαβεβαιώνει ότι η Ελλάδα θα είναι πάντα στο πλευρό της Κύπρου(;) και ότι η δεύτερη θα συνεχίσει τον αγώνα(;) όταν γνωρίζει ότι κάθε μέρα που περνά καθιστά τα τετελεσμένα της εισβολής μη αναστρέψιμα και την ντε γιούρε διχοτόμηση πολύ πιθανή; Και ποιο είναι το πρακτικό αντίκρισμα αυτών των διακηρύξεων που καταλήγουν να μην είναι τίποτε άλλο παρά ανέξοδοι βερμπαλισμοί;
Ο κυπριακός λαός χόρτασε από λόγια και μεγαλόστομες διακηρύξεις, κενές περιεχομένου, που το μόνο που επιδιώκουν είναι να διευκολύνουν τις πολιτικές φιλοδοξίες στενόμυαλων ανθρώπων. Για μία ακόμα φορά η Κύπρος θα πληρώσει το τίμημα της εξαλλοσύνης, του ανέξοδου πατριωτισμού και της πολιτικής μυωπίας. Το ερώτημα είναι αν ο Αναστασιάδης θα συνεχίσει τις σημερινές του ενέργειες, αναιρώντας τον Αναστασιάδη του 2004, και αν ο κ. Τσίπρας θα συνεχίσει να αφήνει ανεξέλεγκτο τον κ. Κοτζιά σε μια πολιτική που μάλλον θυμίζει ακροδεξιά και όχι μια αριστερή κυβέρνηση.