Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Καθημερινή, 15/9/2017
Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές οι υποψήφιοι για την ηγεσία του νέου «κόμματος της Κεντροαριστεράς» είχαν οριστικοποιηθεί σε διψήφιο αριθμό, η δε συζήτηση για την ηλεκτρονική ψηφοφορία βρισκόταν κυρίως ακόμη σε επίπεδο διατύπωσης βαρύγδουπων απόψεων στο Facebook. Είμαστε αρκετά νωρίς στη διαδικασία. Yπάρχουν, όμως, ήδη μερικά θέματα που αξίζει να κουβεντιάσει κανείς.
Το πρώτο είναι η ίδια η έννοια «ένα νέο κόμμα της Κεντροαριστεράς». Οπως έχουμε πει, ο όρος «Κεντροαριστερά» είναι ιδιαίτερος. Στην εποχή μας οι ιδεολογίες έχουν ανακατευτεί στην κατσαρόλα της πραγματικότητας, με αποτέλεσμα αυτά που θεωρούνται ως θέσεις της «Κεντροαριστεράς» στα σύγχρονα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα να είναι πρακτικά ολόιδια με όσα λέει ο φιλελευθερισμός. Πλέον ο όρος χρησιμεύει μόνο για να φιλοξενεί ανθρώπους που ανήκαν στην Αριστερά όταν ήταν νέοι. Επιπλέον, είναι αρκετά προφανές ότι ως τεχνητός πολιτικός χώρος η «Κεντροαριστερά» συγκεντρώνει ένα σωρό ετερόκλητες υποομάδες, που μπορεί πάνω – κάτω παρόμοια πράγματα να πιστεύουν, αλλά οι ίδιοι αυτοχαρακτηρίζονται πολύ διαφορετικά, και επίσης συνήθως αντιπαθιούνται και σφόδρα. Αν διαβάσει κανείς τις δηλώσεις με τις οποίες οι υποψήφιοι ανακοινώνουν τις υποψηφιότητές τους θα νομίσει ότι ο καθένας είναι υποψήφιος για άλλο κόμμα. Ή μάλλον, ο καθένας είναι υποψήφιος για ένα δικό του κόμμα, το οποίο περιγράφει με δικά του λόγια. Στις περιπτώσεις των υποψηφίων που έχουν ήδη κόμμα, δε, η περιγραφή αυτή μοιάζει πάρα πολύ με το κόμμα που έχουν ήδη. Αλλά γενικά όλοι οι υποψήφιοι είναι σαν να μην απαντούν στο ερώτημα «Ποιος θέλει να είναι υποψήφιος αρχηγός στο “Νέο ΠΑΣΟΚ” που πρεσβεύει τις τάδε προγραμματικές αρχές», αλλά στο «Ποιος θέλει να είναι υποψήφιος αρχηγός κόμματος», γενικά.
Αυτό συνεπάγεται και ένα άλλο αναπόφευκτο συμπέρασμα: Οτι ο αριθμός των υποψηφίων είναι ήδη τόσο μεγάλος όχι μόνο επειδή στη χώρα μας γενικότερα αλλά και στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο υπάρχει υπερπληθώρα ανθρώπων που θέλουν να είναι αρχηγοί, αλλά και επειδή δεν υπάρχει καμία απολύτως υποχρέωση δέσμευσης οποιασδήποτε μορφής για το ότι οι ηττημένοι θα ενταχθούν στο νέο κόμμα που θα προκύψει υπό την ηγεσία του νικητή.
Και, βεβαίως, το άλλο άξιο λόγου θέμα έχει να κάνει με την ουσία. Το όλο εγχείρημα μοιάζει να κινητοποιείται αποκλειστικά από μια εικόνα-όραμα-τελικό στόχο, στον οποίο συμφωνούν κάμποσοι επαγγελματίες πολιτικοί: Οτι γενικά υπάρχει χώρος ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ. Υπάρχει χώρος για άλλον έναν πολιτικό σχηματισμό στο παράλογο, μπουρδουκλωμένο πολιτικό μας σύστημα; Φυσικά και υπάρχει. Στη χώρα μας κυβερνούν ιδεοληπτικές πρώην αριστερές συνιστώσες αγκαλιά με ψεκασμένους ακροδεξιούς. Η Βουλή μας περιέχει νεοναζί. Αλίμονο αν η δραματική, ιλιγγιώδης εξελικτική διαδικασία που ξεκίνησε το 2010, μετά τη χρεοκοπία του παλιού πολιτικού συστήματος, σταματήσει τώρα. Ο αναπόφευκτος κυνισμός, το καταφύγιο των περισσότερων ταλαιπωρημένων του «στρατοπέδου της λογικής», μπορεί να είναι η ασφαλής και αυτονόητη αντίδραση στα τεκταινόμενα στην αποκαλούμενη «Κεντροαριστερά», αλλά εδώ που βρισκόμαστε, σχεδόν οτιδήποτε νέο, ακόμα κι αν πρόκειται για ανακύκλωση παλιών, μουχλιασμένων πραγμάτων, μπορεί να αποδειχτεί χρήσιμο. Σ’ αυτό το σημείο απόγνωσης βρισκόμαστε.