Athens Voice
15 Οκτωβρίου 2017
Στο ναυάγιο της εγχώριας Κεντροαριστεράς αναζητείται ναυαγοσώστης. Ο άλλοτε ισχυρός και πολυδύναμος χώρος βολοδέρνει ακόμη στα κύματα της πρωτοφανούς κρίσης που ενέσκηψε στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα αποδείχθηκαν ατελέσφορες. Η βύθισή του τον κράτησε στάσιμο και απαξιωμένο. Το σημαντικότερο, οι αντίπαλοί του δεν έχασαν την ευκαιρία να τον λεηλατήσουν. Εξ ου και σήμερα που βλέπουμε να επιχειρείται η τελευταία προσπάθεια για την ανασύστασή του, η Αριστερά και η Δεξιά επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το βέβαιο είναι ότι καμιά τους δεν νοιάζεται πραγματικά για την αναζωογόνησή του. Το μόνο που επιζητούν είναι να τον οικειοποιηθούν. Αμφότερες γνωρίζουν ότι η επιδίωξή τους προϋποθέτει μια αδύναμη και ασθενική ηγεσία. Έτσι εξηγείται και η επιθυμία τους, επικεφαλής του νέου φορέα να εκλεγεί η Φώφη Γεννηματά.
Οι εκφραστές του νέου δικομματισμού, ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ, αντιλαμβάνονται ότι μια αφυδατωμένη και συρρικνωμένη Κεντροαριστερά δεν θα αμφισβητήσει την κυριαρχία τους. Ούτε θα μπορέσει να προκαλέσει ανατροπές. Με δεδομένες τις χαμηλές πολιτικές και ηγετικές επιδόσεις της αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, θεωρούν ότι η επικράτησή της δεν θα επιφέρει ουσιαστικές αναδιατάξεις. Άλλωστε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της εδώ και δύο χρόνια, δεν μπόρεσε να προσδώσει δυναμική στον ενδιάμεσο χώρο. Ούτε να διευρύνει τα όρια της απήχησης και της επιρροής του. Πόσω μάλλον να συνδράμει αποτελεσματικά στην αναγέννησή του, συνδέοντάς τον με μια σύγχρονη πολιτική πρόταση. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη κυμαίνεται μεταξύ 6% και 7%. Γεγονός είναι ότι δοκιμάστηκε και κρίθηκε.
Η θητεία της αποδεικνύει ότι οι δυνατότητές της να δώσει πνοή στη χειμαζόμενη Κεντροαριστερά εμφανίζονται περιορισμένες. Προσκρούουν στην ενδογενή αδυναμία της να ενσαρκώσει νέες ιδέες και νέες προσεγγίσεις για τα μεγάλα προβλήματα του τόπου και της οικονομίας. Η αναπαλαίωση του πολιτικού λόγου του ΠΑΣΟΚ το επιβεβαιώνει. Εύλογα, λοιπόν, οι κατοικοεδρεύοντες στο Μαξίμου αλλά και στην Πειραιώς, προκρίνουν και επιθυμούν οι διεργασίες και οι εξελίξεις στον κεντροαριστερό χώρο να μην αμφισβητούν το υπάρχον κομματικό τοπίο. Αποκαλυπτική είναι η θέση που εξέφρασε υπέρ της Φώφης Γεννηματά ο Θοδωρής Ρουσόπουλος, υποστηρίζοντας ότι «ανάστησε το κόμμα από τα τάρταρα»! Ο συμπαθής κατά τα άλλα πρώην ισχυρός πολιτικός άνδρας της Κεντροδεξιάς με τη ματιά του κομματικού υπολογισμού, κάθε άλλο παρά την ανασύσταση της Κεντροαριστεράς προσδοκά. Προφανέστατα, αντίστοιχα σκέφτονται και οι κυβερνώντες.
Τσίπρας και Μητσοτάκης δεν παρακολουθούν μόνο την κινητικότητα που αναπτύσσεται στον ενδιάμεσο χώρο, αλλά με κάποιο τρόπο συμμετέχουν σ’ αυτήν. Ο πρωθυπουργός, παρά την υποχώρηση της δημοτικότητάς του και την αμφισβήτηση που δέχεται, φαίνεται να επενδύει στον προσεταιρισμό, και εν τέλει στην αφομοίωση, της αποκαλούμενης Κεντροαριστεράς. Επιθυμεί να φορέσει το κουστούμι του Ευρωπαίου κεντροαριστερού. Η δε επιλογή του ενισχύεται περαιτέρω και από την αποδοχή που τυγχάνει από τους ευρωσοσιαλιστές. Καταλαβαίνει ότι η πολιτική του συνέχεια είναι συνυφασμένη με την αποδέσμευσή του από τους ιδεοληπτικούς συνοδοιπόρους του. Ό,τι ήταν να πάρει απ’ αυτούς το πήρε. Τώρα, επιχειρεί να στηριχθεί σε νέες δυνάμεις που δεν θα παραπέμπουν κατ’ ανάγκην στον παρωχημένο ΣΥΡΙΖΑ ή στους εκφραστές του βαθέος ΠΑΣΟΚ. Ο πρόεδρος της ΝΔ από την άλλη προσβλέπει στην Κεντροαριστερά, εστιάζοντας το ενδιαφέρον του στο λεγόμενο «μεταρρυθμιστικό» τμήμα της – εξάλλου, αυτό χαρακτηρίζεται από την έντονη αντί-ΣΥΡΙΖΑ διάθεση, αλλά και από την απέχθειά του σε αρχέγονες πασοκικές θέσεις. Ξέρει ότι ο λόγος του βρίσκει πρόσφορο έδαφος στους κεντροαριστερούς εκλογείς ενώ στους καθαρόαιμους δεξιούς δημιουργεί μέχρι και αποστροφή.
Ως εκ τούτου, η ενοποίηση του ενδιάμεσου χώρου συνιστά σύνθετο και απαιτητικό εγχείρημα. Δεν περιορίζεται στη συγκόλληση διαμετρικά αντίθετων απόψεων. Ούτε στην ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών των επίδοξων αρχηγών. Πρωτίστως, συνδέεται άρρηκτα με την ανάδειξη νέων ιδεών και νέων δυνάμεων, που θα εκφράζουν μια νέα πολιτική υπόσταση για την Κεντροαριστερά. Ο ρόλος του ηγέτη καθίσταται καθοριστικός παράγοντας για τη ζωτικότητα ενός πολιτικού σχήματος. Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι ποιος μπορεί να ενσαρκώσει τη θεμελίωση μιας σύγχρονης και αυθύπαρκτης Κεντροαριστεράς.