Εφημερίδα Τα Νέα
20 Μαρτίου 2019
Στην εγχώρια πολιτική σκηνή ο ρόλος του ηγέτη είναι καταλυτικός. Είτε γιατί τα κόμματα είναι αρχηγικά. Είτε διότι οι επικεφαλής τους τα επισκιάζουν. Η ανθεκτικότητα και η κυριαρχία τους εξαρτώνται πρωτίστως από τον παράγοντα ηγεσία. Άλλωστε, τα υπάρχοντα σχήματα –μικρά, μεγάλα-, κάθε άλλο παρά ελκυστικά είναι. Μετατράπηκαν σε αποστεωμένους μηχανισμούς. Αποτελούν φθαρμένα και απαξιωμένα προϊόντα. Η λεγόμενη κομματοκρατία παραπέμπει στη μετριότητα, αποπνέοντας βαθιά συντήρηση.
Η δεκάχρονη περιπέτεια της κρίσης αναμφισβήτητα έπληξε περαιτέρω το κομματικό σύστημα. Ωστόσο, ο ρόλος των ηγετών παραμένει καίριος. Οι πρωταγωνιστές του νέου δικομματισμού -Τσίπρας και Μητσοτάκης- επισκιάζουν τα κόμματά τους. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ υπολείπονται των αρχηγών τους. Ούτε πείθουν ούτε προσελκύουν ακροατήριο. Οι εκλογείς εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στους επικεφαλής.
Ο πρωθυπουργός υπερτερεί του κόμματός του. Οι μεταστροφές του δεν αφομοιώνονται απ’ αυτό. Η συγκεκριμένη δυστοκία συνιστά πλεονέκτημα για τον ίδιο. Του επιτρέπει να απευθύνεται σε ευρύτερο εκλογικό σώμα. Το αποκαλούμενο «Προοδευτικό Μέτωπο», στην ουσία εξυπηρετεί τους προσωπικούς του στόχους. Γνωρίζει ότι ο παλιός Τσίπρας εξάντλησε τα όριά του. Γι’ αυτό αναζητά νέο εαυτό, αξιοποιώντας την όποια απήχηση έχει σε κεντροαριστερούς ψηφοφόρους. Το κυριότερο, αξιοποιώντας την αδυναμία του ΚΙΝΑΛ, στοχεύει στην πλήρη κατάληψη του διαμελισμένου χώρου που άλλοτε εκπροσωπούσε το ΠΑΣΟΚ.
Ωστόσο, δυσκολεύεται να υπηρετήσει την επιδιωκόμενη προσαρμογή. Παραμένει διφυής και αμφίσημος, με διπολική συμπεριφορά. Τη στιγμή που επιχειρεί τη μετακίνησή του προς τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές καταφεύγει στη γνώριμη από το παρελθόν ρητορική. Η πρόσφατη ομιλία του στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ παρέπεμπε στον γνωστό πρωτογονισμό του. Ο λόγος του δεν ήταν μόνο εμπρηστικός. Υπερχείλιζε από λαϊκισμό και μισαλλοδοξία. Η παλινδρόμησή του δείχνει ότι αδυνατεί να προχωρήσει στις αλλαγές που διακηρύσσει. Η αποκόλλησή του από τον σκληρό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται αδύνατη κι εκείνος μοιάζει να μετεωρίζεται.
Αντίστοιχα, ο ανταγωνιστής του, Κυριάκος Μητσοτάκης, υπερέχει της ΝΔ. Η στοχοπροσήλωσή του στις πολιτικές που ενσαρκώνει και εκπροσωπεί συνιστά αβαντάζ. Οι αποκλίσεις του, προκειμένου να λειαίνει γωνίες και να εξισορροπεί αντιθέσεις, δεν αντιστρατεύονται τον γενικότερο προσανατολισμό του. Η αυτοπειθαρχία του τον βοηθά να συντηρεί την κεντρογενή του υπόσταση.
Το Μακεδονικό, στο οποίο υπήρξε και η αξιοσημείωτη αναδίπλωσή του, δεν επέφερε σημαντικά πλήγματα στην αξιοπιστία του. Ακόμη και όσοι διαφωνούσαν με τη στροφή του, την απέδωσαν στην ανάγκη να αποφύγει τα ρήγματα από τη δεξιά του πλευρά. Οι κυβερνητικοί χειρισμοί συνέβαλαν σ’ αυτό. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κεφαλαιοποιεί χωρίς πολλές προσπάθειες την τιμωρητική διάθεση των εκλογέων. Προτάσσοντας την οικονομική ατζέντα, επικοινωνεί με εκείνες τις δυνάμεις που ασφυκτιούν εξαιτίας της κρίσης.
Τσίπρας και Μητσοτάκης αξιολογούνται ανεξάρτητα από τα κόμματα των οποίων ηγούνται. Ο μεν πρώτος κρίνεται από την κυβερνητική πολιτική και τον τρόπο που πολιτεύεται. Ο δεύτερος καλείται να δείξει ότι το κουστούμι του πρωθυπουργού δεν του «πέφτει μεγάλο». Η φθορά και η προσδοκία θα καθορίσουν εν τέλει τη φορά των πολιτικών εξελίξεων.