Κυπριακή εφημερίδα Πολίτης
2 Ιουλίου 2017
Οι πολιτικές παθογένειες της Κύπρου είναι διαχρονικές και ανθεκτικές. Ο μαξιμαλισμός, η άρνηση, η επιθετική ρητορεία, η φοβικότητα, η εσωστρέφεια αποτελούν τις πιο χαρακτηριστικές. Μάλιστα, φαίνεται να διαπερνούν σχεδόν όλο το πολιτικό σύστημα. Η εξήγηση είναι απλή: Οι εθνικές περιπέτειες του νησιού. Τα προβλήματα που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει σ’ αυτές οφείλονται. Εξ ου και οι εκκρεμότητες του παρελθόντος δεν μπορούν να επιλυθούν με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.
Οι μικρές αναλαμπές απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Όλες οι προσπάθειες που κατά καιρούς επιχειρήθηκαν, αλλά και η πιο πρόσφατη στο Κραν Μοντανά, αποδεικνύουν την παγίδευση σε μονομέρειες και αυτάρεσκες λογικές. Η αδυναμία ένταξης του Κυπριακού σε μια εμπροσθοβαρή στρατηγική είναι πασιφανής. Την ατζέντα μονοπωλούν οι διαφορετικές προσεγγίσεις στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων, στην αποχώρηση των στρατευμάτων, στις πρόνοιες της λύσης και της διασφάλισής της. Ενώ σε δεύτερο πλάνο φαίνεται να περνούν το εδαφικό και το περιουσιακό.
Η σύνδεση της επίλυσης με την ανάπτυξη και ευημερία της Κύπρου σε ένα ασφαλές ευρωπαϊκό περιβάλλον θεωρείται -στην καλύτερη περίπτωση- ως κάτι εξωτικό. Κυρίως εκλαμβάνεται ως απεμπόληση των δίκαιων εθνικών αιτημάτων. Η κυρίαρχη πολιτική τάση δεν μπορεί να αντιληφθεί πως η συμφωνία, εκτός από τις αναγκαίες διευθετήσεις που θα επισφραγίζουν το τέλος μιας ταραχώδους περιόδου, συνεπάγεται και απελευθέρωση θετικής ενέργειας για τον τόπο, τους πολίτες, την οικονομία.
Η κατοχύρωση της ασφάλειας, η οποία ευλόγως επιζητείται και οι οικονομικές και αναπτυξιακές προοπτικές είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Του νομίσματος της επανένωσης. Αμφότερες αποκτούν ξεχωριστή αξία και σημασία, επενεργώντας από κοινού στην αναζήτηση προσεγγίσεων που θα απέμπλεκαν το Κυπριακό από τις μυλόπετρες των άγονων και στείρων εθνικών ανταγωνισμών και εγωισμών. Και το κυριότερο θα το διασυνέδεαν με τις γενικότερες ευρωπαϊκές διεργασίες και εξελίξεις.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να βρίσκεται στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων. Το αποτέλεσμα είναι να συντηρούνται διαρκώς οι δυστοκίες και η δυσαρμονία ανάμεσα στις εμπλεκόμενες πλευρές. Και τελικά η πολυπόθητη λύση να καθίσταται ατελέσφορη. Το κλίμα που διαμορφώνεται σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης εύλογα διαχέεται και στο πεδίο της κοινής γνώμης. Το χειρότερο όλων είναι ότι τα όσα συμβαίνουν στην εγχώρια σκηνή επηρεάζουν αναμφίβολα και τη στάση των πολιτών. Η δυσπιστία, η καχυποψία, οι αμφιβολίες, ακόμη και αντιπαλότητα που διακατέχουν ένα σημαντικό τμήμα τους, ανατροφοδοτούν με τη σειρά τους, τους άτολμους, άτεχνους και φοβικούς χειρισμούς της ηγεσίας. Συνεπώς, αν δεν ξεριζωθούν οι χρόνιες παθογένειες της πολιτικής ζωής, το Κυπριακό θα ανακυκλώνει τα αδιέξοδά του με τις γνωστές επιζήμιες παρενέργειες.