Εφημερίδα Έθνος
05 Ιουνίου 2015
Είμαστε ό,τι μπορούμε να εννοήσουμε, έλεγε ο Μάρτιν Χάιντεγκερ. Φαίνεται πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υιοθετεί αυτή την προσέγγιση. Η στρατηγική της πολιτικής διαπραγμάτευσης, που προέταξε έναντι των συνομιλιών με τους εκπροσώπους των αποκαλούμενων «θεσμών», το επιβεβαιώνει. Τέσσερις μήνες τώρα, προσπαθεί να καλλιεργήσει τον μύθο ότι η συμφωνία με τους δανειστές θα είναι μόνο προϊόν πολιτικής συνεννόησης.
Η προχθεσινή συνάντηση Τσίπρα-Γιουγκέρ απέδειξε πόσο άστοχη και πόσο επιπόλαια είναι αυτή η στρατηγική. Αντί να μειώνεται, διευρύνεται ο βαθμός απόκλισης. Γεγονός είναι ότι οι δανειστές, παρά τη θετική διάθεσή τους απέναντι στον Έλληνα πρωθυπουργό, παραμένουν αμετακίνητοι στις θέσεις τους. Μάλιστα, τα μέτρα που προτείνουν είναι σαφώς σκληρότερα, με το επιχείρημα ότι τα προβλήματα της χώρας και της οικονομίας διογκώθηκαν το τελευταίο τετράμηνο των μακρόσυρτων συνομιλιών. Και πράγματι η ύφεση επανέκαμψε, η οικονομική δραστηριότητα συρρικνώθηκε, οι δείκτες επιβαρύνθηκαν.
Η κυβέρνηση, δέσμια των πολιτικών αγκυλώσεων και δογματισμών, έχασε πολύτιμο χρόνο. Πιστεύοντας στην πολιτική διευθέτηση, υποτίμησε τον ρόλο και τη συνδρομή των τεχνικών κλιμακίων. Αρνήθηκε να προσαρμόσει τη στρατηγική της στις υποχρεώσεις που διέπουν τη σχέση μας με τους δανειστές. Αγνόησε επιδεικτικά την πραγματικότητα. Προκειμένου να μην ομολογήσει την αδυναμία υλοποίησης των προεκλογικών της εξαγγελιών, οχυρώθηκε πίσω από αφαιρέσεις. Έτσι υπονόμευσε τα διαπραγματευτικά της όπλα.
Με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί, βρέθηκε σε δυσμενέστερη θέση, χάνοντας και τους τελευταίους συμμάχους της. Ακόμη και ο πολέμιος της λιτότητας, νομπελίστας Πωλ Κρούγκμαν, υποστήριξε ότι η επιστροφή της Ελλάδας στην αβεβαιότητα ενέχει σημαντικούς κινδύνους, αμφισβητώντας στην ουσία τις μονομέρειες και απολυτότητες της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ. Η πρόσκληση του Αλέξη Τσίπρα να προσχωρήσει η πολιτική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον ρεαλισμό δεν δείχνει μόνο τη διάσταση της χώρας μας με τους Ευρωπαίους, αλλά επαναφέρει και τις παλιές ιδεοληψίες της Αριστεράς, η οποία για δεκαετίες αυτοεμφανιζόταν ως φορέας της μιας και μοναδικής αλήθειας.
Ζώντας στον μύθο της πολιτικής λύσης, η κυβέρνηση παγιδεύεται σε μια αδιέξοδη και ατελέσφορη στρατηγική. Ξεχνά ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα λειτουργεί στη βάση αμοιβαίων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων. Για να έχει επιτυχή έκβαση η διαπραγμάτευση οφείλει να στηρίζεται σε αρχές και κανόνες, να συνοδεύεται από συγκεκριμένες δεσμεύσεις και προτάσεις, να συνδυάζει πολιτική βούληση με τεχνοκρατικές προσεγγίσεις.