Σκίτσο Ανδρέα Πετρουλάκη εφημερίδα Καθημερινή
Του Γιώργου Πανταγιά
«Η Δημοκρατία είναι η τέχνη του αυτοπεριορισμού» κατά τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Ακόμη και αν ο σπουδαίος Έλληνας διανοητής είχε άλλη ιδεολογικοπολιτική στόχευση, εντούτοις η συγκεκριμένη προσέγγισή του είναι εξαιρετικά εύστοχη και επίκαιρη. Άλλωστε τα δημοκρατικά ιδεώδη δεν ακυρώνονται. Ούτε βέβαια προσαρμόζονται σε σκιερές επιδιώξεις. Και το σημαντικότερο δεν ερμηνεύονται κατά το δοκούν. Η αξία τους παραμένει ανόθευτη όταν εδράζονται στην ηθική, την ευθύνη, τη νομιμότητα και τη διαφάνεια. Η μετατροπή τους σε «λάστιχο» δεν τα ευνουχίζει απλώς, τα μετατρέπει στο εντελώς αντίθετο.
Τα θεμελιώδη αυτά ζητήματα συνιστούν δείκτη, για να κρίνουμε και να αξιολογήσουμε το βαθμό προσήλωσης ή απόκλισης, από τους αδιαπραγμάτευτους δημοκρατικούς κανόνες. Ουσιαστικά θέτουν τα όρια για να ξεχωρίσουμε το νόμιμο από το παράνομο, τη χρηστότητα από την κατάχρηση, την ειλικρίνεια από την υποκρισία, την αξιοπρέπεια από τη φαυλότητα, την ελευθερία από τη χειραγώγηση, την πραγματικότητα από τις ψευδαισθήσεις. Η παραβίαση τους με αλχημείες και σοφιστείες, εκθέτει ανεπανόρθωτα εκείνους που το επιχειρούν. Το μόνο που επιτυγχάνουν είναι τα σπαράγματα, της όποιας αξιοπιστίας διέθεταν.
Στον πολιτικό στίβο οι μάχες για την υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών είναι διαρκείς αλλά και άνισες. Και αυτό γιατί οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί τις αντιστρατεύονται. Η διαβρωτική τους ικανότητα είναι ανεξέλεγκτη. Η αίσθηση της παντοδυναμίας τους, τους ωθεί σε ακραίες πράξεις αυθαιρεσίας καταλύοντας το σεβασμό της ανθρώπινης υπόστασης. Οι ιδεολογικοπολιτικές διαιρέσεις χάνονται και διαχέονται σε έναν αδυσώπητο ανταγωνισμό, εξοβελίζοντας αρχές ακόμη και ηθικές αναστολές.
Η βιοεξουσία κατά τον Γάλλο φιλόσοφο Μισέλ Φουκώ, δεν τροφοδοτεί μόνο την ακρισία. Επιπροσθέτως ενεργοποιεί και τα πιο άγρια ένστικτα των εκπροσώπων της. Η βιοπολιτική πάει περίπατο. Στο βωμό της εξουσίας παραβιάζονται οι βασικές συντεταγμένες του κράτους δικαίου. Η ηθική της πολιτικής εξανεμίζεται.
Η άχραντη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, έπειτα από το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν πλήττεται απλώς, αλλά στιγματίζεται. Η ανήκουστη τηλεφωνική παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, δεν είναι λάθος όπως έσπευσε να το χαρακτηρίσει ο Πρωθυπουργός. Απεναντίας είναι ένα ατόπημα μεγάλων διαστάσεων, όπως εύστοχα θεμελίωσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Με άλλα λόγια δεν απέχει πολύ από μία θεσμική, πολιτική ακόμη και κοινοβουλευτική εκτροπή.
Η παραβίαση του απόρρητου των επικοινωνιών ενός ευρωβουλευτή και μετέπειτα εκλεγμένου αρχηγού του τρίτου κόμματος, για λόγους υποτίθεται «εθνικής ασφάλειας», δεν αποπνέει μόνο το σκοτεινό πολιτικό παρελθόν του τόπου. Ούτε είναι μόνο μια ουσιαστική παρέκκλιση από τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Επιπλέον πρόκειται για μια ευθεία ενέργεια αυτοϋπονόμευσης της κυβερνησιμότητας, η οποία συνιστούσε συγκριτικό πλεονέκτημα του Πρωθυπουργού, τουλάχιστον μέχρι τώρα.
Η πολιτική ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη για το σκάνδαλο υποκλοπών, δεν μετακυλίεται στις πλάτες άλλων, όσο και αν εκείνοι είναι εκτεθειμένοι. Η πρωθυπουργική διαχείριση της αχρείας αυτής πράξης, διαρρηγνύει τις σχέσεις εμπιστοσύνης που ο ίδιος είχε διασφαλίσει με ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος. Η αποδοχή του δε, στο κεντρογενές ακροατήριο καθίσταται μετέωρη. Η κυριαρχία του δοκιμάζεται και απομειώνεται. Τα πολιτικά του αποθέματα συρρικνώνονται. Η μεταρρυθμιστική του επαγγελία ξεθωριάζει. Και το κυριότερο η δυσπιστία και η αμφιβολία, ενέχουν τον κίνδυνο εμφάνισης κρίσης νομιμοποίησης.
Πάντως το κόστος για τον Πρωθυπουργό θα αποτυπωθεί σε βραχεία και σε μακροπρόθεσμη διάσταση. Στη μεν πρώτη θα υποστεί τις συνέπειες μιας πολιτικής ασφυξίας, όπου τα περιθώριά του να τις διαχειριστεί είναι περιορισμένα. Στη δε δεύτερη, έχει απωλέσει τη δυνατότητα να είναι αξιόπιστος και φερέγγυος κυβερνητικός εταίρος στην μετεκλογική περίοδο.
Ωστόσο πέρα από όλα αυτά, το σίγουρο είναι ότι η πολιτική ζωή έχει εισέλθει στη δίνη εξελίξεων, οι οποίες δύσκολα μπορούν να προσμετρηθούν στην τωρινή φάση. Η αποκρυστάλλωσή τους θα γίνει σε βάθος χρόνου.