του Γιώργου Πανταγιά
Πριν αρκετά χρόνια, αρχές μεταπολίτευσης όταν πολύ νέος εργαζόμουν στα γραφεία της ΕΔΑ, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω δύο εμβληματικές προσωπικότητες τον Ηλία Ηλιού και το Μανώλη Γλέζο.
Παρακολουθώντας από κοντά τα όσα έλεγαν δημοσίως, μου έκανε εντύπωση πως και οι δύο δεν διατυμπάνιζαν την αριστερή τους ταυτότητα.
Έτσι κάποια στιγμή πήρα το θάρρος και ρώτησα το Μανώλη Γλέζο: Γιατί δεν την επικαλείστε συχνά; Η απάντηση ήρθε καπάκι. «Δεν χρειάζεται να αποδείξω κάτι» μου είπε. «Όποιοι μας γνωρίζουν ξέρουν ποιοι είμαστε. Αλλά και εκείνοι που θέλουν να μας μάθουν εύκολα αντιλαμβάνονται, ποια παράταξη υπηρετούμε και ποιες πολιτικές πρεσβεύουμε».
Μάλιστα προχώρησε και πιο πέρα: «Όταν ακούς κάποιους να αυτοχαρακτηρίζονται, τότε πρέπει να είσαι πολύ επιφυλακτικός. Συνήθως πρόκειται για περιπτώσεις που στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό που εμφανίζουν».
Εύλογο είναι η συζήτηση που είχα τότε μαζί του να έρχεται συχνά στη μνήμη μου. Και αυτό γιατί η πολιτική στον τόπο μας εξακολουθεί και παραμένει διφυής. Με άλλα λόγια οι περισσότεροι εκπρόσωποί της, άλλα διακηρύσσουν, άλλα εννοούν, άλλα πράττουν.
Κορυφαίο παράδειγμα οι συνεχείς όρκοι που δίνουν υποσχόμενοι πως είναι εκφραστές μια νέας πολιτικής κουλτούρας. Δεν είναι τυχαίο ότι διαρκώς επικαλούνται την ανάγκη απεξάρτησης απ’ τις ψυχώσεις, τις τυφλώσεις και τις διαιρέσεις του παρελθόντος. Εξού και γίνεται πολύς λόγος για την ανάγκη μιας νέας εποχής, την οποία υποτίθεται οι ίδιοι επιθυμούν να ενσαρκώσουν.
Επειδή εδώ τελικά είναι Βαλκάνια, οι υποσχέσεις αυτές δεν αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες πράξεις και ενέργειες. Απεναντίας χάνονται σε αλόγιστες αυταρέσκειες και σε απαίδευτες μονομέρειες. Οι παλιές συνταγές, τα παρωχημένα κλισέ, οι απονεκρωμένες ιδεολογίες κυριαρχούν Το ίδιο συμβαίνει και με τις απολιθωμένες κομματικές δομές και φαντασιακές ιεραρχίες.
Η κομματοκρατία παραμένει βασικός και αναλλοίωτος πυλώνας ενός μαρμαρωμένου πολιτικού συστήματος. Το διαπιστώνουμε στην αποκαλούμενη βαθιά δεξιά, στην αναχρονιστική αριστερά καθώς και στην άτοπη κεντροαριστερά.
Ο πραγματισμός, η συναίνεση, οι νέες προσεγγίσεις για τα οξυμένα προβλήματα οικονομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά, ενεργειακά αντί να αποτελούν συνεκτική ύλη για τη διαμόρφωση και συγκρότηση προγραμματικών προτεραιοτήτων, ενοχοποιούνται και εξοβελίζονται. Ο πολιτικός ανταγωνισμός εξαντλείται στα μικρά, στα μίζερα και στα ευτελή. Οι πρωταγωνιστές αναλώνονται σε ανούσιους και κούφιους βερμπαλισμούς.
Έτσι και η αποκαλούμενη νέα πολιτική κουλτούρα εξακολουθεί και παραμένει άγνωστη στον τόπο μας. Το κυβερνών κόμμα, της ΝΔ αυτοθαυμάζεται. Η αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ προσβλέπει σε αυριανές πρωθυπουργίες. Το ΚΙΝΑΛ, αναλώνεται σε σκιαμαχίες. Και οι τρείς αυτοί χώροι αποφεύγουν να αναμετρηθούν με τα μείζονα προβλήματα της πολλαπλής υστέρησης, την οποία αντιμετωπίζει η Ελλάδα.
Στη Γερμανία ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και την Φιλελευθέρων συνιστά ένα αξιόλογο πολιτικό εγχείρημα. Η σύμπραξη αυτή που αποκαλείται φωτεινός σηματοδότης, εξαιτίας των χρωμάτων των τριών κομμάτων κόκκινο-πράσινο- πορτοκαλί καθιστά την ευθύνη διακυβέρνησης, υπόθεση ευρύτερων πολιτικών και πολιτικών δυνάμεων. Άλλωστε το μοντέλο αυτό έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό και παραγωγικό.
Αν πράγματι στην εγχώρια πολιτική σκηνή, κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι θέλουν να αποκτήσουν μια αυθεντική σχέση με τη ζώσα πραγματικότητα, ένα πράγμα οφείλουν να κάνουν: Να στρέψουν την προσοχή τους στα όσα συμβαίνουν στην ισχυρότερη πολιτικά και οικονομικά χώρα της Ευρώπης, στην Γερμανία. Εκεί που η δημοκρατική κουλτούρα δεν είναι φληναφήματα και διακηρύξεις κενές περιεχομένου. Αλλά αποκτά πρακτικό αντίκρισμα υπερβαίνοντας τις αγκυλώσεις τις αυταρέσκειες και τις μονομέρειες των κομμάτων.
Μπράβο, Γιώργο!!!! Πόσο καλά γνωρίζεις τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα της πολλαπλής υστέρησης!..