Γιώργου Πανταγιά
Ξαφνικά ένας καθημαγμένος κομματικός χώρος, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ βρίσκεται στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος. Η εκλογή νέας ηγεσίας φαίνεται να του προσδίδει κάποια δυναμική. Μολονότι είναι ακέφαλο, οι διεργασίες που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του δεν λειτουργούν αρνητικά. Όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις η στασιμότητα και η καχεξία αρχίζουν και υποχωρούν.
Το γεγονός αυτό αποκαλύπτει, πως ένα συγκεκριμένο πολιτικό ακροατήριο κάθε άλλο παρά αδιάφορο είναι για τις εξελίξεις στην αποκαλούμενη κεντροαριστερά. Πάντως το σίγουρο είναι πως η περίοδος που διανύουμε δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωμένα χαρακτηριστικά. Οι μεταβολές που παρατηρούνται έχουν αναμφίβολα τη δική τους σημασία. Ωστόσο είναι πολύ νωρίς για να υποστηρίξει κάποιος πως το πολιτικό σκηνικό αλλάζει.
Η υποχώρηση της απήχησης της κυβερνητικής παράταξης αλλά και της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ένα νέο δεδομένο. Το πια θα είναι η φορά των πολιτικών πραγμάτων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δυνατότητα του χώρου που το ΠΑΣΟΚ άλλοτε εξέφραζε, να μπει σε μια τροχιά πραγματικής ανάκαμψης. Το βέβαιο είναι πως ο παράγοντας ηγεσία θα έχει καταλυτικό ρόλο.
Η ανθεκτικότητα και η εμβέλεια των πολιτικοιδεολογικών ρευμάτων, όποια σήμανση και αν έχουν αυτά, συνδέεται ευθέως με την ικανότητα και τα προσόντα του ηγέτη να τα ενσαρκώσει και να τα εκφράσει. Έτσι άλλωστε εξηγούνται και οι τωρινές προσδοκίες, οι οποίες έχουν καλλιεργηθεί στον κεντροαριστερό κόσμο.
Το ΚΙΝΑΛ διέψευσε τις αναμονές που είχαν δημιουργηθεί, με αποτέλεσμα την αποξένωση του από το ευρύτερο κοινωνικό σώμα. Η κρίση ταυτότητας που αντιμετώπιζε από την πρώτη φάση συγκρότησής του, έδειξε ότι ήταν μια απαίδευτη και αλόγιστη πολιτική σύλληψη χωρίς στρατηγικό ορίζοντα. Η έλλειψη νέων ιδεών και διαφορετικών προσεγγίσεων καθώς και ο ξύλινος λόγος υπερίπταται των προβλημάτων του τόπου, της κοινωνίας και της οικονομίας.
Τα παρωχημένα κλισέ και στερεότυπα υπενθύμιζαν τη δύναμη του παρελθόντος. Και μάλιστα σε ένα χώρο που διεκδικούσε τις παρακαταθήκες του άλλοτε ζωτικού ΠΑΣΟΚ το οποίο είχε την πρωτοφανή ικανότητα να προσαρμόζεται διαρκώς στις μεταβαλλόμες συνθήκες. Ο τρόπος που πολιτεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια, το καθήλωσε στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων. Το απομείωσε, καθιστώντας το άτυπο εταίρο του πολιτικοϊδεολογικού προσανατολισμού του ΣΥΡΙΖΑ. Εξού και η αυθυπαρξία του αμφισβητήθηκε εντόνως. Οι θέσεις και οι απόψεις του γειτνίαζαν με εκείνες του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και ταυτόχρονα αποκάλυπταν την αγεφύρωτη απόσταση μεταξύ βάσης και κορυφής.
Γεγονός είναι πως η πλειονότητα των εκλογέων του Κινήματος Αλλαγής, βρίσκεται στον αντίποδα των πολιτικών τις οποίες εκείνο μέχρι σήμερα πρεσβεύει. Η αναμφισβήτητη αυτή διάσταση επιβεβαιώνει την κρίση εκπροσώπησης. Το κενό είναι υπαρκτό και διακριτό. Τουλάχιστον προς το παρόν, μένει ακάλυπτο. Φυσικό επακόλουθο είναι ένα σημαντικό τμήμα των εν δυνάμει ψηφοφόρων του, να πιστεύει πως στερείται δικής του πολιτικής έκφρασης. Το αντιΣΥΡΙΖΑ κλίμα που είναι εξαιρετικά έντονο στο κοινωνικό του σώμα, καθώς και η δεκτικότητά με την οποία αυτό αντιμετωπίζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του, καθιστούν απαραίτητη την αναπροσαρμογή της στρατηγικής του.
Αναμφίβολα υπάρχει ζωτικός χώρος για τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με μία όμως βασική προϋπόθεση: να απεξαρτηθούν από τα νεφελώματα του παρελθόντος ενσαρκώνοντας διαφορετικές πολιτικές τόσο έναντι του ΣΥΡΙΖΑ όσο και απέναντι στη Ν.Δ. Βέβαια για να συμβεί αυτό είναι επιβεβλημένη ανάγκη να επιστρέψει η πολιτική στο συγκεκριμένο κομματικό χώρο. Και να συνδεθεί με νέες ιδέες και καινούριες προτάσεις. Διαφορετικά δεν θα καταφέρει να κερδίσει το χαμένο του έδαφος, παραμένοντας δέσμιο της ατροφίας και της μειωμένης εμβέλειάς του.
Μάλιστα υπάρχει ένα παράδοξο. Οι περισσότεροι από τους υποψηφίους δεν απευθύνονται στο εκλογικό ακροατήριο του κόμματος τους. Ούτε απαντούν στο ερώτημα ποιες κοινωνικές δυνάμεις θέλουν να εκφράσουν. Επιπροσθέτως αδυνατούν να αποτινάξουν από πάνω τους το ενοχικό σύνδρομο που τους κατατρώει. Η περιλάλητη αυτονομία του, δεν διασφαλίζεται με διακηρύξεις του τύπου δεν συνεργαζόμαστε με κανέναν. Και το σημαντικότερο με την αποποίηση της κυβερνητικής ευθύνης.
Οι απαίδευτες αυτές αντιλήψεις παραπέμπουν σε λογικές σέχτας αλλά και σε σχήματα διαμαρτυρίας. Δεν ταιριάζουν σε κόμματα τα οποία επιδιώκουν να έχουν προοπτική και πρωτίστως να επηρεάζουν τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Η ανάληψη ευθύνης νομιμοποιεί εκείνους που επιδιώκουν να είναι πρωταγωνιστές. Το παράδειγμα του SPD και του Σόλτς είναι αξιοσημείωτο. Η διακυβέρνηση είναι μέριμνα για τη χώρα και τους πολίτες. Δεν συνδέεται με τις αγκυλώσεις, τις ψυχώσεις ακόμα και με τα εσώψυχα των αρχηγίσκων και των διεκδικητών της ηγεσίας.
Στις επικείμενες εκλογές στο Κίνημα Αλλαγής δεν θα κριθεί μόνο η επιρροή και απήχηση των κομματικών μηχανισμών και των επίδοξων αρχηγών. Κυρίως θα δοκιμαστεί η δυνατότητά του, να προκρίνει την υιοθέτηση μιας στρατηγικής που θα το βγάλει από την καχεξία και τον εγκλεισμό. Η ανασύσταση του αποκαλούμενου προοδευτικού χώρου είναι συνυφασμένη με τη ικανότητα της νέας ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, να μπορέσει να θεμελιώσει μια νέα και επίκαιρη κεντροαριστερή ταυτότητα. Αλλά και να έχει τα προσόντα να μπει σφήνα στο δίπολο, Μητσοτάκη -Τσίπρα.
Πάντως το κουστούμι του αρχηγού μπορεί να το φορέσει εκείνος που θα ξεχωρίσει για την πολιτική του υποδομή, τη διαχειριστική του επάρκεια, την ισχυρή ηγετικότητα του. Ο τελευταίος λόγος ωστόσο ανήκει στους εκλογείς.