Εφημερίδα Έθνος
04 Μαρτίου 2016
Οργανικό κομμάτι του πολιτικού ανταγωνισμού αποτελεί πλέον η επικοινωνία. Η αντιπαράθεση εδράζεται κυρίως σ’ αυτή και πολύ λιγότερο στην ουσία των προτάσεων και των θέσεων. Ετσι τα τελευταία χρόνια η πολιτική κυριαρχία συνδέεται και, ενίοτε, συγχέεται με την επικοινωνιακή. Μάλιστα, από κάποιους υπερεκτιμάται τόσο, που συνειδητά καλλιεργούν εικονικές πραγματικότητες. Στην προσφιλή αυτή μέθοδο ιδιαίτερες επιδόσεις επιδεικνύει ο Αλέξης Τσίπρας. Αξιοποιώντας το αναμφισβήτητο χάρισμά του, καρπώθηκε τη φθορά ενός χρεοκοπημένου κομματικού συστήματος. Επένδυσε στο πλεονέκτημά του τόσο στην αντιμνημονιακή του περίοδο όσο και κατά τη μετέπειτα μεταστροφή του. Η υπεροχή του οφειλόταν στην υπερβολική χρήση της επικοινωνίας. Στην ουσία με την επικοινωνιακή υπερτροφία συγκαλύπτει την πολιτική του ατροφία.
Γι’ αυτό όταν κλήθηκε να διαχειριστεί τα φλέγοντα προβλήματα της χώρας, η κυριαρχία του άρχισε να εξασθενεί. Αγνόησε έναν βασικό κανόνα: Πρώτη ύλη της επικοινωνίας είναι η πολιτική. Το βέβαιο είναι πως η απουσία της αποδυναμώνει τον πρωθυπουργό και το κυριότερο διαβρώνει την προγενέστερη αποδοχή του. Οι αμφισημίες, οι ανεδαφικές διακηρύξεις, τα αντιφατικά μηνύματα σε συνδυασμό με τις ιδεοληψίες δεν θεμελιώνουν αξιόπιστη στρατηγική. Αντίθετα, συνιστούν στρατηγήματα με εφήμερα κέρδη. Αποκαλύπτουν έλλειμμα πολιτικής. Οδηγούν σε αναποτελεσματικότητα, υπονομεύοντας την κυβερνητική προοπτική. Επειτα από έναν χρόνο διακυβέρνησης, ο Αλέξης Τσίπρας εξακολουθεί να πολιτεύεται με κύριο όπλο την επικοινωνία. Προσπαθώντας να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες, της προσδίδει υπέρμετρη αξία. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που διαχειρίζεται την οικονομική και προσφυγική κρίση. Οι μνημονιακές εκκρεμότητες αντιμετωπίζονται ως «σκληρή διαπραγμάτευση» με τους «ανάλγητους δανειστές». Οι προωθούμενες αλλαγές στο Ασφαλιστικό ενδύονται με ταξικό λόγο.
Ταυτόχρονα, ο πρωθυπουργός προσπαθεί να υπερκεράσει τα αδιέξοδά του στο Προσφυγικό, επισείοντας την απειλή του βέτο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Την ίδια στιγμή επιχειρεί να εγκλωβίσει την αντιπολίτευση στους επικοινωνιακούς χειρισμούς του. Την επικοινωνιακή διαχείριση προκρίνει και σε θέματα διαπλοκής και διαφάνειας. Στοχοποιεί συγκεκριμένα οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, εμφανίζοντάς τα ως βραχίονες του μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου. Αντίστοιχη τακτική ακολουθεί και με τους αντιπάλους του. Μετά την αλλαγή της ηγεσίας στη ΝΔ εγκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη για εκφραστή του νεοφιλελευθερισμού και των βορείων προαστίων. Μολονότι διακηρύσσει την ανάγκη συναίνεσης, ενοχοποιεί την αντιπολίτευση, εμμένοντας στην προεκλογική λογική «ή εμείς ή αυτοί». Η εμπειρία για άλλη μια φορά δείχνει πως η επικοινωνία είναι το καταφύγιο των αδυνάτων. Υποκαθιστώντας την πολιτική με την επικοινωνία δεν επιλύεις τα προβλήματα της χώρας ούτε εδραιώνεις στέρεη κυριαρχία. Τα οφέλη είναι πρόσκαιρα και σύντομα εξανεμίζονται, όταν η πραγματικότητα καταρρίψει τις ψευδαισθήσεις. Συνεπώς, η ανθεκτικότητα του Αλ. Τσίπρα θα κριθεί από την ικανότητά του να αποδείξει ότι διαθέτει πολιτική και διαχειριστική επάρκεια.