Εφημερίδα Έθνος
06 Νοεμβρίου 2015
Μία από τις βασικές παθογένειες του κομματικού συστήματος είναι η διολίσθηση του σε βραχείες λογικές. Βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος. Αδυνατεί να συνδέσει τις επιμέρους προτάσεις του με ένα γενικότερο σχέδιο. Στρογγυλεύοντας κάθε φορά τις απόψεις και τον λόγο του, αποφεύγει να πάρει θέση στα φλέγοντα ζητήματα της χώρας. Παραπέμπει την ουσιαστική αντιμετώπισή τους στο μέλλον, δίνοντας «χρόνο στον χρόνο», όπως έλεγε ο Μιτεράν.
Υιοθετεί κοντόφθαλμες πολιτικές, επιζητώντας την εύνοια του εκλογικού σώματος. Καίριο μέλημά του είναι να γίνει αρεστό, να αποφύγει το πολιτικό κόστος. Το γεγονός αυτό δημιουργεί στρεβλώσεις και δυσλειτουργίες, ενώ το καθιστά επιρρεπές στον λαϊκισμό και ευάλωτο σε συντεχνιακά αιτήματα. Έτσι εξηγείται και το εκτεταμένο δίκτυο των πελατειακών σχέσεων – βασικό χαρακτηριστικό του εγχώριου κοινωνικού σχηματισμού.
Στην πραγματικότητα, οι κομματικές ηγεσίες ακολουθούν την παθογόνο τακτική «βλέποντας και κάνοντας», αδιαφορώντας για τις συνέπειές της. Επιλέγουν να διαχειρίζονται τα τρέχοντα προβλήματα, ανακυκλώνοντας την οικονομική και κοινωνική υστέρηση. Το ότι η Ελλάδα βρέθηκε στη δίνη μιας πρωτοφανούς κρίσης υπήρξε φυσική συνέπεια. Η χρεοκοπία δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Οφείλεται στην επικράτηση του «μίκρο», στην εστίαση στο πρόσκαιρο και στο εφήμερο. Η αδιαφορία για το «μάκρο», η έλλειψη στρατηγικών στόχων είναι εμφανείς και κραυγαλέες.
Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης επιτεύχθηκαν δύο μεγάλοι εθνικοί στόχοι. Η ένταξη στην ΕΟΚ και η είσοδος στην ΟΝΕ διασφαλίστηκαν γιατί ο Κ. Καραμανλής και ο Κ. Σημίτης διέθεταν στρατηγική πρόταση για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Με συγκεκριμένο σχέδιο, με ιεραρχημένες επιδιώξεις, με μέθοδο ενέταξαν την Ελλάδα στον πυρήνα των προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Η στοχοπροσήλωσή τους σε μια μακρο-στρατηγική αποδείχθηκε χρήσιμη και αναγκαία για την ευρωπαϊκή προοπτική μας. Ωστόσο, η δυσκολία να εναρμονιστούμε με το ευρωπαϊκό κεκτημένο εδράζεται στη συνεχή παλινδρόμηση σε λογικές «μίκρο».
Ιδιαίτερα συνεπής στη διαιώνιση αυτής της πρακτικής αποδεικνύεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακολουθώντας αβαθή πολιτική αυτοπαγιδεύτηκε στον εθνολαϊκισμό. Η αντιμνημονιακή και η μνημονιακή του φάση είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Τον καταγγελτικό λόγο και τη στείρα άρνηση της πρώτης διαδέχτηκαν οι ιδεοληψίες και οι αγκυλώσεις της κυβερνητικής του θητείας. Η έλλειψη ολοκληρωμένης στρατηγικής για την έξοδο από την κρίση φαίνεται καθαρά στη δυστοκία του να αφομοιώσει τις μνημονικές πολιτικές που δεσμεύτηκε. Έτσι οι αποκρατικοποιήσεις, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, οι διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος και στην οικονομία προσεγγίζονται με μικροπολιτικό τρόπο, χωρίς να εντάσσονται σε ένα συνολικό σχέδιο ανασύστασης της χώρας.
Γεγονός είναι πως η αδυναμία μας να ανταποκριθούμε στις μεγάλες ευκαιρίες και προκλήσεις μας καθιστά δέσμιους ενός αναχρονιστικού ιδεολογικού και πολιτικού οπλοστασίου. Η θεμελίωση στρατηγικής μακράς πνοής για την Ελλάδα παραμένει ζητούμενο.