Παναγιώτης Ιωακειμίδης
ΤΑ Νέα, 05/02/2021
Με μιά τηλεδιάσκεψη κορυφής στις 26 Φεβρουαρίου με θέμα την ασφάλεια της Αν. Μεσογείου ανοίγει η Ευρωπαική Ένωση τη θεσμική διαδικασία για την κανονικοποίηση της σχέσης με τη Τουρκία και την διασφάλιση της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί στο επίσημο Ευρωπαικό Συμβούλιο του Μαρτίου. Για το Συμβούλιο όμως αυτό στην Ελλάδα καλιιεργείται η παρεξήγηση ότι πρόκειται να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία. Ορισμένοι έχουν μια εμμονή με τις κυρώσεις ως μέσο τιμωρίας της Τουρκίας, αν και όπως ορθώς λέγει ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας “σκοπός μας δεν είναι να τιμωρήσουμε την Τουρκία” (ΝΕΑ, 30/1). Αλλά θέμα κυρώσεων δεν τίθεται εκτός κι αν η Τουρκία προχωρήσει σε κάποια βαρειά επιθετική ενέργεια που – ευτυχώς – μετά και την έναρξη των διερευνητικών επαφών δεν φαίνεται ως πιθανό σενάριο. Σύμφωνα με Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2020, “για την ΕΕ αποτελεί στρατηγικό συμφέρον η ανάπτυξη μιας συνεργατικής και αμοιβαία επωφελούς σχέσης με την Τουρκία”. Στη βάση αυτή δε “καλεί τον Ύπατο Εκπρόσωπο και την Επιτροπή να υποβάλουν έκθεση σχετικά με τις εξελίξεις όσον αφορά τις πολιτικές, οικονομικές και εμπορικές σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας καθώς και σχετικά με τα μέσα και τις επιλογές για την ακολουθητέα πορεία”. Η έκθεση αυτή θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου με στόχο να εγκαινιάσει τη διαδικασία υλοποίησης της θετικής ατζέντας για μια ειδική, κανονική σχέση με την Τουρκία. Πιθανό είναι επίσης το Συμβούλιο να προωθήσει την πρόταση για την πολυμερή διάσκεψη για την Αν. Μεσόγειο. Ξεχάστε επομένως τις κυρώσεις.
Υπάρχει όμως και δεύτερη παρεξήγηση που αφορά τις διερευνητικές επαφές και το εάν μπορούν να φέρουν αποτελέσματα. Λέγεται και γράφεται κατά κόρον ότι οι εξήντα (60) πρώτοι γύροι δεν απέδωσα τίποτα. Άρα και ο νέος γύρος είναι καταδικασμένος να μην αποδώσει. Τεράστιο λάθος. Οι διερευνητικές απέδωσαν ιδιαίτερα στην πρώτη φάση των 22 γύρων (2002-2004) . Είχαν τότε καταγράψει σημαντικές συγκλίσεις που οδηγούσαν σε συμφωνία στο κύριο θέμα των συζητήσεων, δηλ. στο εύρος των χωρικών υδάτων. Οριστική συμφωνία τελικά δεν επιτεύχθηκε καθώς η κυβέρνηση που ήλθε στην εξουσία το Μάρτιο 2004 (ΝΔ) αποφάσισε να εγκαταλείψει το πακέτο συγκλίσεων. Συγκλίσεις επίσης καταγράφτηκαν και στην περίοδο 2010-2016 . Επομένως τίποτα δεν προδικάζει την έκβαση του νέου γύρου διερευνητικών επαφών. Μπορεί και πρέπει να πετύχουν.
Τέλος μια τρίτη παρεξήγηση συνδέεται με την αποδοχή από την Τουρκία της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS – 1982) ως μέρος του ενωσιακού κεκτημένου. Πράγματι, η Σύμβαση είναι μέρος του “κεκτημένου” καθώς η Ένωση με Απόφαση του Συμβουλίου έχει προσχωρήσει σ αυτή. Και η Τουρκία οφείλει να αποδεχθεί τη Σύμβαση. Αλλά θα το κάνει ως μέρος του “ενωσιακού κεκτημένου” μόνο εάν ξεκινήσει μια διαδικασία σύναψης ειδικής σχέσης με την ΕΕ ή αναβίωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Όθεν και η σημασία να στηρίξει η Ελλάδα το στόχο της ειδικής σχέσης με μία προυπόθεση την αποδοχή από τη Τουρκία της Σύμβασης.