Εφημερίδα Πρώτο Θέμα
2 Ιανουαρίου 2021
Ο συγχρονισμός της πολιτικής με το παρόν και το μέλλον είναι εξαιρετικά δύσκολη άσκηση για τους εμπλεκόμενους. Δεν αρκεί μόνο η βούληση. Χρειάζεται και ο απαραίτητος εξοπλισμός. Η αταλάντευτη προσήλωση σε καθορισμένους στόχους. Το σημαντικότερο, απαιτείται οι πολιτικοί εκπρόσωποί να μη στρέφουν το βλέμμα τους στο παρελθόν. Κάτι που δεν συμβαίνει πάντα, μιας και η πλειονότητα κοιτάζει συνήθως προς τα πίσω.
Ωστόσο, το χθες έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τα ζητήματα του σήμερα δεν επιλύονται με συνταγές άλλων εποχών. Ούτε με γερασμένα ιδεολογικά υποδείγματα. Αναγκαίες είναι οι νέες προσεγγίσεις κι οι νέες ιδέες. Άλλωστε, τα δεδομένα μεταβάλλονται διαρκώς. Η πολιτική τάξη που δεν το αντιλαμβάνεται, χάνει την ικανότητά της να παρεμβαίνει στις εξελίξεις. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν ότι οι αλλαγές θα έρθουν μέσα από τις κομματικές συναγωγές και τις ιδεολογικές καθαρότητες. Ακολούθως, αδυνατούν να ακούσουν ακόμη και τη βοή των νέων ποταμών, οι οποίοι διαπερνούν το κοινωνικό σώμα.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και αντανακλούν τις δύο κυρίαρχες αντιλήψεις. Η πρώτη είναι εκείνη των συμβόλων, η προσκόλληση πάνω τους κι η φετιχοποίησή τους. Ταυτίζει την πολιτική με τα υποκείμενά της. Παγιδεύεται σε αχρείαστους κομματικούς πατριωτισμούς, αναπαράγοντας το παρελθόν. Η δεύτερη συνδέεται με την ουσία της. Αναζητά το πραγματικό νόημά της, χωρίς να παγιδεύεται σε ξεπερασμένες ιδεοληψίες και παρωχημένους φορμαλισμούς.
Συνεπώς, το δίλημμα για όσους επιθυμούν να έχουν πρωταγωνιστικό λόγο και ρόλο είναι συγκεκριμένο και ουσιαστικό: Ή θα μείνουν άβουλοι και νοσταλγοί του χθες. Ή θα αλλάξουν τον εαυτό τους κερδίζοντας το στοίχημα του μέλλοντος. Με τούτο το δίλημμα καλείται να αναμετρηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την απώλεια της εξουσίας.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι αναμφίβολα σύνθετα και ζωτικά. Από τις επιλογές του θα εξαρτηθεί η ικανότητά του να ανατοποθετηθεί στο τωρινό πολιτικό περιβάλλον. Εξάλλου, η πολυδιαφημιζόμενη από τον πρόεδρό του μετεξέλιξη σε αυτό υποτίθεται πως αποσκοπεί.
Ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να καταλαβαίνει πως οι συνθήκες στις οποίες υποχρεούται να πολιτευθεί είναι διαφορετικές από εκείνες της μνημονιακής φάσης. Τότε ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε εύστοχα την αντίδραση των πολιτών απέναντι στα αποκαλούμενα «συστημικά κόμματα». Απέσπασε την αποδοχή σημαντικού τμήματος της κοινής γνώμης.
Η επιτυχία του εύλογα ενείχε και τον σπόρο της αποτυχίας του. Τα όσα έσπειρε σε μια τοξική γη τον κατέστησαν διακριτό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα. Η κυριαρχία του, όμως, προσέκρουσε στην υποχώρηση του ανορθολογισμού και του λαϊκισμού. Καθώς και στις μεταβολές -θεατές και αθέατες- που επήλθαν σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Έτσι προκλήθηκε και το ρήγμα με την πλειονότητα των εκλογέων. Η διόγκωση του αντισύριζα κλίματος το επιβεβαιώνει.
Η κυβερνητική φθορά κι οι σκιερές πλευρές της θητείας του επέδρασαν καθοριστικά στην εξασθένιση της αξιοπιστίας και της φερεγγυότητάς του. Ταυτόχρονα, επέτειναν τα αδιέξοδά του, μιας και φαίνεται να παλινδρομεί στον αρχέγονο εαυτό του. Ο λόγος κι η εικόνα του παραπέμπουν σε προγενέστερες εποχές. Το στελεχικό δυναμικό του, σε μεγάλο βαθμό, αποπνέει παρελθόν. Ο αρχηγός του δείχνει να δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στη ζώσα πραγματικότητα.
Στην ουσία, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίζεται στατικό και μπλοκαρισμένο. Αποδεικνύεται φθαρμένο και ανεπίκαιρο σχήμα. Αδυνατεί να θεμελιώσει και να προβάλει ελκυστική ταυτότητα. Πόσω μάλλον να απευθυνθεί σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Το ιδεοληπτικό, εμμονικό οικοσύστημά του απομειώνει τις δυνατότητες που του πρόσφερε το εκλογικό σώμα αναδεικνύοντάς το σε ισχυρό πόλο του νέου δικομματισμού. Αν κάτι υποδεικνύει η δημοσκοπική του στασιμότητα είναι η πολιτική καχεξία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε προϊόν της χρεοκοπίας. Εκεί οφείλει και την επικράτησή του. Οι κυβερνητικές βιωματικές ενοχές τον εμποδίζουν να ανακτήσει τη χαμένη του απήχηση. Προϋπόθεση για να επανέλθει στο πεδίο του ανταγωνισμού είναι η απεξάρτηση από το παρελθόν του και την υποτιθέμενη αριστερή καθαρότητα. Με απλά λόγια, καλείται να ξεπεράσει το βιβλικό σύνδρομο της γυναίκας του Λωτ.