Φώτης Γεωργελές
Athens Voice, 5 Μαρτίου 2020
Οι άνθρωποι, όταν συμβαίνουν εξαιρετικά γεγονότα, προσπαθούν να καταλάβουν, να μάθουν. Ακούνε, βλέπουν, ρωτάνε, διαβάζουν.
Οι απλοί άνθρωποι δεν βιάζονται. Είναι δύσπιστοι απέναντι σ’ αυτούς που από το πρώτο λεπτό είναι πάντα εκεί, στις επάλξεις των σόσιαλ μίντια, έτοιμοι να κατατροπώσουν τον εχθρό, να επιβάλουν τη γνώμη τους. Μια γνώμη προφανώς έτοιμη από πριν, ετοιμοπαράδοτη, άσχετη από τα γεγονότα. Μια γνώμη στρατευμένη, μπετοναρισμένη, χωρίς αμφιβολίες. Τα γεγονότα αλλάζουν, η γνώμη τους όμως όχι. Μια βάρκα με μια μάνα κι ένα παιδάκι στα παράλια ενός νησιού, είναι το ίδιο με μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες που κάνουν ντου στα σύνορα με αλαλαγμούς;
Εμείς είμαστε ευαίσθητοι, εσείς φασίστες. Εμείς είμαστε πατριώτες, εσείς εθνομηδενιστές. Οι έτοιμες απόψεις είναι ρόλοι, ελάχιστη σχέση έχουν με τα γεγονότα. Στους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, αυτό που έχει σημασία είναι η πραγματικότητα. Αυτή θέλουν να καταλάβουν, σε αυτή θα ζήσουν, αυτή θέλουν να κάνουν όσο γίνεται πιο υποφερτή.
Οι στρατοί των πληκτρολογίων δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τα προβλήματα της πραγματικότητας. Δεν τους ενδιαφέρει καν να λυθούν. Το αντίθετο, τα προβλήματα τους επιτρέπουν να παίξουν τον ρόλο τους. Οι ίδιοι απαντούν σε άλλα προβλήματα, δικά τους, προσωπικά, ερωτήματα πιο πολύ δικής τους ταυτότητας.
Είμαστε πατριώτες και οι άλλοι είναι εχθροί, «πιθίκια», «εμείς σε γκαστρώσαμε μωρή;» Είμαστε ευαίσθητοι, αντιρατσιστές, όχι σαν κι εσάς τους φασίστες κι όποιος δεν είναι μαζί μας είναι ακροδεξιός, εχθρός, «κυρ-Παντελής». Βρίσκουν τον στρατό τους και βρίσκουν τον εχθρό τους. Θύματα του λαϊκισμού και των τεχνικών της εξουσίας, απλώς διαλέγουν στρατόπεδο και πολεμάνε.
Οι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι δεν τραβάνε γραμμές. Δεν είναι αυτό ή εκείνο. Εμείς ή αυτοί. Πονάει η ψυχή τους για τους έρημους ανθρώπους που θαλασσοπνίγονται, που περιμένουν πίσω από ένα συρματόπλεγμα, που κινδυνεύουν τη ζωή τους για μια καλύτερη ζωή. Και συγχρόνως θέλουν να υπερασπίσουν τον τόπο τους και τον τρόπο ζωής τους. Δεν θέλουν να ζουν δίπλα σε στρατόπεδα, δεν μπορούν να φορτωθούν τα δράματα όλου του κόσμου. Κανείς δεν μπορεί. Κανένας άνθρωπος, καμία χώρα, ιδίως μια μικρή και χρεοκοπημένη χώρα όπως η δική μας.
Δεν είμαστε σε πόλεμο. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε φορτισμένες λέξεις, πολεμικές ορολογίες, να πολλαπλασιάζουμε τον φόβο. Οι μετανάστες δεν είναι στρατός του εχθρού. Είναι απελπισμένα σώματα που χρησιμοποιούνται, που σπρώχνονται, που απωθούνται. Είναι θύματα, όχι θύτες. Στις δύσκολες ώρες, πολλοί αφήνουν να φανεί το σκοτάδι που κρύβουν μέσα τους. Βρίζουν τα «πιθίκια», δέρνουν τους «εισβολείς», χτυπάνε κάθε βράδυ στα κανάλια και τα πληκτρολόγια τα τύμπανα του πολέμου.
Αυτοί δεν αγαπάνε την πατρίδα. Αγαπάνε τον πόλεμο. Αγαπάνε να μισούν. Αναζητούν εχθρούς να μισήσουν. Δεν έχουμε καμία σχέση μαζί τους. Μπορούμε να υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατική κοινωνία μας, τα σύνορά της χώρας μας, μπορούμε ακόμα και να γίνουμε σκληροί αν πρέπει για να το καταφέρουμε αυτό, αλλά θα το κάνουμε με πόνο στην καρδιά, με θλίψη και δάκρυα. Δεν θα το ευχαριστηθούμε. Οι φασίστες μόνο φχαριστιούνται με τον πόνο των άλλων. Ο πόνος των μεταναστών είναι και δικός μας πόνος.
Να πάψουμε, λοιπόν, να είμαστε υποκριτές. Να πάψουμε να μιλάμε τόσο εύκολα για πόλεμο. Ξέρουμε κι εμείς από εργαλειοποίηση μεταναστών. Ας μην ξεχνάμε ότι το 2015 το ίδιο ακριβώς έγινε με την αντίθετη φορά. Τότε ήταν μια ελληνική κυβέρνηση που πολύ βολικά άνοιξε τα σύνορα και έστειλε 1 εκατομμύριο ανθρώπους στον Βορρά. Μέχρι να καταλάβουν τι γίνεται οι άλλοι, να μας κλείσουν τα σύνορα και να δούμε το αίσχος της Ειδομένης. Που μετά έγινε Μόρια, το «αίσχος της Ευρώπης» όπως ονομάστηκε.
Ας μην κουνάνε το δάχτυλο, λοιπόν, αυτοί που τόσα χρόνια έκαναν την αλληλεγγύη επάγγελμα. Ας μη μιλάνε τώρα για «ακροδεξιούς νησιώτες» που διώχνουν μετανάστες και προπηλακίζουν ΜΚΟ, αυτοί που πριν μια βδομάδα τους επευφημούσαν όταν πυροβολούσαν και έδερναν Έλληνες αστυνομικούς. Υπάρχουν ηθικοί αυτουργοί για τη βία και τον εκτροχιασμό της κοινωνίας μας. Δεν αγαπάνε τους μετανάστες. Αγαπάνε τη βία. Αγαπάνε να μισούνε.
Πολλά παιχνίδια παίζονται στις πλάτες μας. Ζούμε επικίνδυνους καιρούς και οι σύγχρονοι πόλεμοι, ως όπλο, έχουν τη χρησιμοποίηση των ανθρώπων. Την εργαλειοποίησή τους, την εξαπάτησή τους, τον χειρισμό τους μέσω της προπαγάνδας του ενός και του άλλου μπλοκ εξουσίας.
Ας μη γίνουμε όπλο για τους αντίπαλους στρατούς. Δεν υπερασπιζόμαστε κόμματα, δεν κάνουμε πολιτική με ανθρώπους. Υπερασπιζόμαστε τη ζωή μας και τον τόπο μας χωρίς να γινόμαστε απάνθρωποι. Χωρίς να χαιρόμαστε με τη δυστυχία των άλλων. Και χωρίς να κάνουμε επάγγελμα τη δυστυχία των άλλων. Υπερασπιζόμαστε τον τόπο μας χωρίς να είμαστε φασίστες. Υπερασπιζόμαστε τους μετανάστες χωρίς να είμαστε επαγγελματίες της αμειβόμενης και εξαργυρώσιμης αλληλεγγύης. Είμαστε άνθρωποι, με τους φόβους, τα λάθη, την αγωνία, την καλοσύνη, την ανθρωπιά μας. Ας μην αφήσουμε κανέναν να μας αλλάξει σε κάτι άλλο.